Τις περισσότερες φορές προσπαθούμε να οριοθετηθούμε με τρεις τρόπους: με τον χαλαρό ή διαπερατό, με τον άκαμπτο ή τον “υγιή”.
Τα διαπερατά όρια είναι αδύναμα ή δεν εκφράζονται με καθαρό τρόπο και έχουν ως αποτέλεσμα να υπερβάλλουμε εαυτόν, να εξαντλούμαστε, να αισθανόμαστε αρκετά συχνά άγχος και θυμό με τον εαυτό μας και τους άλλους.
Μερικές ενδείξεις αυτού του τρόπου οριοθέτησης είναι όταν μοιραζόμαστε υπερβολικά χωρίς να κρατάμε κάτι για εμάς, έχουμε μια τάση να κάνουμε σχέσεις εξάρτησης, δυσκολευόμαστε στη διαφοροποίηση, εξαρτόμαστε αρκετά από την γνώμη των άλλων, δυσκολευόμαστε να λέμε όχι, φοβόμαστε την απόρριψη και ανεχόμαστε την κακομεταχείριση.
Στο άλλο άκρο, τα άκαμπτα όρια είναι ο τρόπος για να κρατάμε τους άλλους σε απόσταση γιατί έτσι αισθανόμαστε ασφάλεια. Συνήθως υπάρχει κάποιο γεγονός εκμετάλλευσης που μας έκανε να βάζουμε κανόνες από τους οποίους δεν εξαιρείται κανείς. Οι άνθρωποι που βάζουν άκαμπτο όριο σπάνια μοιράζονται συναισθήματα, υψώνουν τοίχους, αποφεύγουν την ευαλωτότητα, έχουν από τους άλλους μεγάλες προσδοκίες και κυρίως επιβάλλουν αυστηρούς κανόνες.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα άκαμπτου ορίου είναι να λέμε με σκληρό και απόλυτο τρόπο “όχι” έτσι ώστε να αποτρέπουμε να μας ζητηθεί κάτι στο μέλλον ή να έχουμε έναν κανόνα από τον οποίο δεν εξαιρείται κανείς.
Τα υγιή όρια είναι εφικτά όταν το παρελθόν μας δεν εμφανίζεται στις παρούσες αλληλεπιδράσεις μας. Αυτό απαιτεί επίγνωση και καθαρή-σαφή επικοινωνία. Είναι σαφής όταν είμαστε ξεκάθαροι για τις αξίες μας και για τις συμπεριφορές που δεν ανεχόμαστε, όταν εμπιστευόμαστε τη γνώμη μας, όταν δεν φοβόμαστε να δείξουμε την εαυλωτότητά μας σε εκείνους που έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη μας, όταν νιώθουμε άνετα να λέμε όχι αλλά και όταν είμαστε εντάξει και δεν παίρνουμε προσωπικά το όχι των άλλων.