Η αγένεια ως μεταδοτική ασθένεια

cof

Θα έπρεπε ίσως να είναι αυτονόητο και μάλιστα όσον αφορά τις σχέσεις στους χώρους εργασίας ότι η ευγένεια είναι καταλυτικός παράγοντας στην παραγωγικότητα αλλά φαίνεται ότι αρκετοί και ιδιαίτερα οι επικεφαλής βλέπουν την αγένεια ως σκήπτρο εξουσίας με το οποίο ασκούν τις αρμοδιότητες τους. Αυτό αποκαλύπτει στο βιβλίο της Mastering Civility η Christine Porath η οποία ξεχωρίζει πέντε στοιχεία που αποκαλύπτουν την ύπαρξη μιας κουλτούρας ευγένειας και συναδελφικής αλληλεγγύης.

Η αγένεια έχει τοξική επίδραση όχι μόνο στη δημιουργικότητα αλλά και στην επίλυση απλών προβλημάτων.  Σ’αυτό το πείραμα οι συμμετέχοντες απ’τους οποίους ζητήθηκε να κάνουν μια δουλειά ρουτίνας -ενώ είχε προηγηθεί ένα περιστατικό υποτίμησης της ομάδας- δεν έπεσε μόνο η απόδοση κατά 33% αλλά είχαν και 39% λιγότερες ιδέες.  Το πιο ενδιαφέρον και αποκαλυπτικό όμως είναι πως ακόμη και εκείνοι που ήταν απλά μάρτυρες σε κάποιο περιστατικό αγένειας, η επίδοσή τους στα ίδια τεστ, μειώθηκε κατά 20% και 30% αντίστοιχα.

Όταν οι επικεφαλής συμπεριφέρονται πολιτισμένα τότε αυξάνεται η παραγωγικότητα, η δημιουργικότητα και τα όποια λάθη ή παραλείψεις εντοπίζονται εγκαίρως μειώνοντας ακόμα και τη συναισθηματική εξάντληση.  Με τη σειρά τους όταν οι εργαζόμενοι συμπεριφέρονται ευγενικά και είναι προσεκτικοί στον τρόπο που μιλάνε, δεν διακόπτουν τους άλλους και χαμογελάνε μπορούν να γίνουν παράδειγμα προς μίμηση βελτιώνοντας έτσι ολόκληρη την κουλτούρα ενός οργανισμού.

Οι πέντε παράγοντες που συμβάλουν στην ύπαρξη αρμονικού κλίματος είναι οι παρακάτω:

  1. Διαμοιρασμός των πόρων.  Σ’ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον το να μοιράζομαι μπορεί να φαίνεται αντιφατικό.  Ωστόσο, έχει παρατηρηθεί ότι οι άνθρωποι που μοιράζονται περισσότερα από τους πόρους τους είναι πιο ευτυχισμένοι και πιο επιτυχημένοι από εκείνους που δίνουν λιγότερα ή καθόλου.  Εάν μάλιστα θέλουμε να το δούμε από καθαρά ψυχολογική πλευρά ένας άνθρωπος που αισθάνεται ασφαλής με τον εαυτό του και το έργο που προσφέρει δεν νιώθει την ανάγκη να κρύβει τις γνώσεις του, την εμπειρία του και να μη βοηθάει τον διπλανό του.
  2. Να μοιράζομαι την επιτυχία.  Κανείς δεν θέλει να συνεργάζεται με κάποιον που καρπώνεται μια ομαδική επιτυχία ως προσωπική, αλλά δεν αναλαμβάνει το μερίδιο της ευθύνης του για μια συλλογική αποτυχία.  Η έρευνα δείχνει πως όσα στελέχη, προϊστάμενοι, διευθυντές επιδεικνύουν ταπεινότητα και ξέρουν να επαινούν, οι εργαζόμενοι που δουλεύουν στην ομάδα τους είναι πιο αφοσιωμένοι, ικανοποιημένοι με τη δουλειά τους και πιστοί στον οργανισμό.
  3. Ένδειξη ευγνωμοσύνης.  Όταν ευχαριστείς τους άλλους για τη συνεισφορά τους οι εργασιακές σχέσεις βελτιώνονται και όπως δείχνει και η έρευνα, οι υπάλληλοι βιώνουν μεγαλύτερη αυτοαξία, εμπιστοσύνη και με τη σειρά τους βοηθούν τους συναδέλφους τους.
  4. Πρόσβαση στην αξιολόγηση.  Δεν μιλάμε μόνο για την ατομική αξιολόγηση αλλά όταν οι υπάλληλοι γνωρίζουν την κατάσταση του οργανισμού ή της εταιρείας αυξάνεται το αίσθημα του ανήκειν, της συμμετοχής και αυτό συμβάλει περαιτέρω στην απόδοση.  Εξυπακούεται πως στην ατομική αξιολόγηση είναι σημαντικό να επικεντρώνεται κάποιος στα πλεονεκτήματα παρά στους περιορισμούς καθώς οι ομάδες με υψηλές αποδόσεις είναι εκείνες που μοιράζονται έξι φορές περισσότερα θετικά σχόλια από εκείνες που το κάνουν λιγότερο.
  5. Κοινός σκοπός-όραμα.  Σε γενικές γραμμές οι άνθρωποι θέλουμε να κάνουμε μια δουλειά που να μας δίνει νόημα και να νιώθουμε ότι συνεισφέρουμε σε κάτι μεγάλο, σε κάτι που έχει αξία στο κοινωνικό σύνολο.

Για μια εταιρεία ή έναν οργανισμό το να ενθαρρύνει τη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας που προάγει την ευγένεια και βελτιώνει την υγεία, τις επιδόσεις και την αφοσίωση των εργαζομένων, μόνο καλό μπορεί να είναι.

Κάθε μέρα λίγο πιο κοντά

shameΠριν λίγο καιρό γνώρισα κάποιον. Ενώ θέλω πολύ να αφεθώ και να πάω πιο κοντά δυσκολεύομαι, έχω πολύ άγχος που ευτυχώς όμως κρύβω. Για να καταλάβεις, είναι σαν να έχω μια εσωτερική φωνή που μου λέει συνέχεια όλα όσα πρέπει να κάνω για να τα καταφέρω όμως εξωτερικά παγώνω και δεν κάνω τίποτα. Θέλω να μου πεις συγκεκριμένα βήματα που πρέπει να ακολουθήσω.  καταλαβαίνω πως μάλλον έχω θέμα όμως μπορείς να μου δώσεις μερικές γρήγορες και εύκολες συμβουλές χωρίς αναφορές στο παρελθόν κλπ; τώρα τι κάνουμε!”.

Ένας συντριπτικά μεγάλος αριθμός προβλημάτων στις σχέσεις συνοψίζεται σε δυο φράσεις: Κάποιος στέκεται πολύ μακριά. Κάποιος στέκεται πολύ κοντά. Το να καταφέρεις να έχεις τη σωστή απόσταση από έναν άνθρωπο πρόκειται για ένα κατόρθωμα εφικτό μόνο όταν μάθεις τον τρόπο να αναγνωρίσεις ότι χρειάζεσαι την αγάπη του, όταν εμπιστευτείς πως και εκείνος θα σε χρειαστεί και βεβαίως να πιστεύεις πως θα μπορέσεις να ζήσεις και χωρίς αυτόν.

Αυτές οι δυο τάσεις -τώρα θα σταθώ σ’αυτή που σε αφορά- προέρχονται από εκεί που θα προτιμούσες να μην αναφερθώ, πράγμα δύσκολο γιατί τα τραυματικά γεγονότα που έχουμε βιώσει στην παιδική μας ηλικία έχουν δημιουργήσει μοτίβα και συνήθειες αρνητικών σκέψεων, συναισθημάτων και συμπεριφορών, οι οποίες με τη σειρά τους γίνονται αυτοεκπληρούμενες προφητείες. Γινόμαστε εκείνοι που νιώθουμε ασφαλείς όταν είμαστε μακριά, γιατί η αρχική μας απόπειρα προσέγγισης έληξε μάλλον άδοξα. Για ένα παιδί αυτό μεταφράστηκε ως απόρριψη, ντροπή, μπέρδεμα, αβεβαιότητα, κυρίως όμως ήταν κάτι που δεν ήξερε να το αντιμετωπίσει. Ασυνείδητα αποφάσισε πως τέτοια μορφή έκθεσης δεν θα ξανασυμβεί ποτέ. Έτσι λοιπόν στο τώρα, στην παραμικρή υπόνοια απογοήτευσης ή απόρριψης -ή για να είμαι πιο ακριβής αυτό που ερμηνεύει ως απόρριψη- για να αποφύγει τον πόνο θα σηκώσει τοίχους για να αποφευχθεί η οικειότητα που στο τότε δεν του παρείχε ασφάλεια. Ο μεγαλύτερος φόβος που βιώνει είναι αυτός της οικειότητας, με δευτερεύοντα φόβο αυτόν της εγκατάλειψης.

Οι περισσότεροι θέλουμε και έχουμε ανάγκη από αγάπη και εγγύτητα.  Ο φόβος, όμως, είναι εξίσου ισχυρή δύναμη και ανταγωνίζεται αυτή μας την ανάγκη. Παρόλο που οι ανάγκες μένουν ακάλυπτες όταν δεν ερχόμαστε κοντά, μπορεί να νιώθουμε μεγαλύτερη ασφάλεια όταν δεν το κάνουμε. Με τον τρόπο αυτό, δεν διακινδυνεύουμε την αβεβαιότητα που προκύπτει από τη στενή συναισθηματική σχέση με έναν άλλον άνθρωπο. Δεν διακινδυνεύουμε να πρέπει να δείξουμε αυτό που είμαστε, κάτι που περικλείει τη συναισθηματική ειλικρίνεια, αλλά και την πιθανή απόρριψη των συναισθημάτων μας. Δεν διακινδυνεύουμε την εγκατάλειψή μας από τους άλλους. Δεν βιώνουμε την αμηχανία που συνεπάγεται η αρχή μιας σχέσης που για πολλούς είναι πραγματικά αφόρητη.

Η στενή επαφή, η οικειότητα έχουν συχνά ως συνέπεια την αίσθηση της απώλειας του ελέγχου. Η οικειότητα θέτει σε δοκιμασία τους βαθύτερους φόβους μας για το ποιοι είμαστε και για το εάν είναι αποδεκτό να είμαστε ο εαυτός μας. Απαιτείται ειλικρίνεια, αυθορμητισμός, εμπιστοσύνη, αποδοχή του εαυτού μας και αποδοχή των άλλων.

Ζητάς γρήγορη λύση σε κάτι που σε ταλαιπωρεί και το καταλαβαίνω. Ξέρεις, η αντίσταση στην επιθυμία να βρισκόμαστε μακριά ή κοντά, για κάποιους είναι δουλειά χρόνων. Δεν είναι πάντα εύκολο να περιγράψεις στον άλλον αυτό που σου συμβαίνει, να μην έχεις την ανάγκη να κρύβεσαι στην παραμικρή υπόνοια απόρριψης. Δεν είναι εύκολο να αφήνεις χώρο στον άλλον ελπίζοντας πως θα επιστρέψει και ταυτόχρονα να έχεις και τη σιγουριά πως και να μην επιστρέψει, θα επιβιώσεις.

Η προσέγγιση μπορεί να φαίνεται τρομακτική αλλά δεν είναι και απαραίτητο να είναι έτσι.  Μπορείς να είσαι ο πραγματικός σου εαυτός όταν είσαι με άλλους ανθρώπους και αξίζει να το διακινδυνεύσεις. Μπορείς να εμπιστευτείς τον εαυτό σου και έχεις τη δυνατότητα να αντεπεξέλθεις στην αμηχανία που υπάρχει στο ξεκίνημα μιας σχέσης, έστω και αν στην αρχή το κάνεις όπως οι σκαντζόχοιροι. Προσεκτικά.

 

Η κόρη του Αγαμέμνονα

lana

Πριν λίγο καιρό έλαβα αυτό το μέιλ “Κάνω σχέσεις μόνο με αρκετά μεγαλύτερους. Οι φίλες μου λένε πως αυτό είναι πρόβλημα. Εγώ λέω πως είναι τυχαίο και απλά θέμα γούστου. Πιστεύεις πως έχω θέματα με τον μπαμπά μου;”

Το να θέλουμε να έχουμε δίπλα μας έναν άνθρωπο είναι μια κατανοητή επιθυμία. Εάν έχει και τα χαρακτηριστικά του ιδανικού πατέρα ίσως και να πρόκειται για το ιδανικό σενάριο. Δυνατός και σοφός, συνετός, ευγενικός, σκληρός εάν χρειαστεί, αλλά πάντα δίκαιος και φυσικά πάντα στο πλευρό μας.

Η λαχτάρα για έναν ισχυρό πατέρα υπήρξε ένα επαναλαμβανόμενο θέμα στην ιστορία ενώ οι περισσότερες θρησκείες έχουν συλλάβει τις κεντρικές τους θεότητες ως αρσενικούς γονείς. Στην πρώιμη παιδική ηλικία είμαστε όλοι αδύναμοι και έχουμε ανάγκη από προστασία οπότε μια πατρική φιγούρα αναπόφευκτα φαίνεται εξαιρετικά εντυπωσιακή σ’ένα μικρό παιδί. Στα μάτια ενός παιδιού είναι εκείνος που ξέρει και μπορεί να κάνει τα πάντα.

Όσο ώριμοι και σκεπτικιστές μπορεί να είμαστε σε άλλους τομείς, σε σχέση με την ιδέα της ανδρικής προστασίας μέχρι κάποια ηλικία παραμένουμε λίγο σαν το μικρό παιδί που ήμασταν κάποτε. Ονειρευόμαστε έναν άνθρωπο που θα αναλάβει τις ευθύνες μας, θα πάρει όλες τις μεγάλες αποφάσεις για τη ζωή μας, που θα είναι σκληρός και σίγουρος και θα μας λύσει όλα τα προβλήματα. Θα φροντίζει για τα οικονομικά μας, θα θυμώνει και θα επιτίθεται σε όποιον μας αδικεί ή μας πληγώνει. Θα είναι περήφανος για εμάς και θα μας αγαπάει όπως είμαστε.

Όμως, υπάρχει ένα παράδοξο. Ο ενήλικας που επαναλαμβανόμενα λαχταρά να σχετίζεται μ’έναν “πατέρα” δεν σημαίνει πως μεγάλωσε με τον ιδανικό πατέρα.  Τις περισσότερες φορές αυτή η επιθυμία είναι συνέπεια συναισθηματικής εγκατάλειψης από εκείνον. Είναι γνωστό πως τα αναπτυξιακά μας κενά -ειδικά όταν δεν έχουμε φροντίσει να τα τακτοποιήσουμε- είναι παντοδύναμα. Οι ανοιχτοί λογαριασμοί, οι ακάλυπτες ανάγκες θα εμφανίζονται πάντα ακόμα και με τη μορφή “μπαμπάδων” που όμως δεν θα μπορούν να μας ταίσουν τη “μπεμπελάκ” που δεν φάγαμε τότε. Μπορεί να γνωρίζουν πολύ καλά αυτό που θέλουμε και να υπόσχονται πως θα το δώσουν -άλλοι από αφέλεια και άλλοι από κυνισμό- αλλά πάντα έρχεται η στιγμή που καταλαβαίνουμε πως όλοι έχουν ατέλειες.

Οι ανολοκλήρωτες εμπειρίες, οι ανοιχτοί λογαριασμοί και τα συναισθήματα επιμένουν στη μνήμη μας ζητώντας την ολοκλήρωσή τους. Εάν αυτό δεν γίνει, παραμένουμε ανικανοποίητοι και καθηλωμένοι. Όταν όμως κλείσουν, θα συνειδητοποιήσουμε πως η φανταστική πατρική φιγούρα της ενηλικίωσης δεν είναι ένας καλός πατέρας και στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν “μπαμπάδες”.  Θα επιδιώκουμε να κάνουμε σχέσεις ισότιμες χωρίς να περιμένουμε να μας λύσουν τα προβλήματα και να μας σώσουν απ’τους κινδύνους ανεξάρτητα απ’το πόσο θα το ήθελαν.

Δεν ξέρω εάν έχεις θέματα με τον πατέρα σου και αν όλα αυτά σου λένε κάτι και εάν όντως  τυχαίνει να επιλέγεις μεγαλύτερους συντρόφους. Αυτό που θέλω να σου πω είναι πως ότι κάνεις φρόντισε να το κάνεις με επίγνωση.

Η Αρχή Pareto

Αν εξετάζατε τη ζωή σας και σημειώνατε εκείνες τις δραστηριότητες που σας επέφεραν τη μεγαλύτερη επιτυχία, το μεγαλύτερο οικονομικό όφελος,  τη μεγαλύτερη πρόοδο και τη μεγαλύτερη ευχαρίστηση, θα ανακαλύπτατε ότι το 20% περίπου των δραστηριοτήτων σας παράγει το 80%≈ της επιτυχίας σας και της ευτυχίας σας.  Το φαινόμενο αυτό αποτέλεσε τη βάση της Αρχής Παρέτο που συχνά αναφέρεται ως “νόμος των σημαντικών ολίγων”, η οποία πήρε το όνομά της  από τον οικονομολόγο του 19ου αιώνα που ανακάλυψε ότι το 20% του πληθυσμού της Ιταλίας κατείχε το 80% της γης. Μεταγενέστερες έρευνες έδειξαν πως το 80% του κέρδους μιας  εταιρείας συνήθως προέρχεται από το 20% των πελατών της.

Φανταστείτε αντί να αφιερώνετε τις προσπάθειες και τον χρόνο σας σε αντιπαραγωγικές, χρονοβόρες και κυρίως σε δραστηριότητες που δεν θέλετε, πόσο θα βελτιώνατε τη ζωή σας αν λέγατε πιο συχνά “όχι” και εστιάζατε στο 20% των δραστηριοτήτων που σας αποφέρουν το μεγαλύτερο όφελος, όποιο και εάν είναι αυτό για τον καθένα.

Εάν θέλαμε να εφαρμόσουμε την Αρχή Pareto στη ζωή μας το πρώτο που θα χρειαζόταν να κάνουμε θα ήταν να λέμε πιο συχνά όχι, κάτι που για πάρα πολλούς είναι ένα απ’τα θέματα που τους δυσκολεύουν περισσότερο.  Όταν λέμε “όχι” μέσα μας συμβαίνει μια εσωτερική σύγκρουση η οποία έχει να κάνει απ’τη μια με τη δική μας αίσθηση εξουσίας και απ’την άλλη με την επιθυμία να εξυπηρετήσουμε τον άλλον, να φανούμε αρεστοί και κυρίως να αποφύγουμε τον κίνδυνο αντιπαράθεσης που μπορεί να απειλήσει τη σχέση μας.

Έτσι, συνήθως συμβαίνουν τρία πράγματα: Λέμε ναι όταν στην πραγματικότητα θέλουμε να πούμε όχι. Αυτό μας φέρνει μια προσωρινή, ψευδή αίσθηση ηρεμίας όπου αργότερα αντικαθίσταται από δυσαρέσκεια και θυμό. Λέμε “όχι” επιθετικά κυρίως στους πιο κοντινούς μας και σ’εκείνους που θεωρούμε δεδομένους γιατί εκεί ξέρουμε πως η σχέση δεν απειλείται με διάλυση. Δεν απαντάμε καν στον άλλον. Η αποφυγή -που είναι και η πιο συχνή συμπεριφορά- δείχνει πως δεν τιμώ τη σχέση, τον εαυτό μου -είναι σαν να μην μας επιτρέπουμε να μη θέλουμε να κάνουμε κάτι- και φυσικά δείχνει ασέβεια προς τον άλλον άνθρωπο τον οποίο αγνοούμε με τον χειρότερο τρόπο.

Δεν χρειάζεται να κάνετε τίποτα απ’ τα παραπάνω. Θα βοηθήσει πολύ να είστε σαφείς, συνοπτικοί και κυρίως σταθεροί. Δεν είστε υποχρεωμένοι να εξηγείτε μπορείτε όμως εάν θέλετε να πείτε για αυτά που είστε διατεθειμένοι να κάνετε ή για το πότε θα σας είναι πιο εύκολο να πείτε ναι. Με αυτό τον τρόπο δείχνετε στους άλλους πως τους ακούτε και εκείνοι  ξέρουν τι μπορούν να περιμένουν από εσάς. Εάν δεν είστε σίγουροι μπορείτε να πείτε “χρειάζομαι λίγο χρόνο να το σκεφτώ, θα σε ενημερώσω την Τετάρτη το πρωί”.
Η προθεσμία μας κρατά υπεύθυνους και διασφαλίζει πως θα σεβαστούμε και τη σχέση και τον εαυτό μας.

Σε μια μελέτη που είχε γίνει στο περιοδικό Journal of Consumer Research διαπιστώθηκε πως η φράση “εγώ δεν” σε αντίθεση με το “δεν μπορώ” επέτρεψε στους συμμετέχοντες να απαλλαγούν από δεσμεύσεις που δεν ήθελαν γιατί το “δεν μπορώ” αφήνει περιθώρια διαπραγμάτευσης ενώ το “εγώ δεν” υπονοεί ότι έχετε σταθερά όρια και κανόνες για τον εαυτό σας. Το όριο είναι σταθερότητα και με τη σταθερότητα αισθανόμαστε ασφάλεια.

Το να λέμε στους άλλους ναι μπορεί να έχει θετικό αντίκτυπο στη δουλειά μας, τη φήμη μας, την επαγγελματική μας ανάπτυξη, αλλά λέγοντας όχι, ειδικά όταν μας δυσκολεύει, είναι ένα απ’τα πιο σίγουρα βήματα που μπορούμε να κάνουμε για την προσωπική μας ανάπτυξη.  Μαθαίνω πως μια σχέση υπάρχει όχι επειδή θα λέω σε όλα ναι από φόβο μήπως απογοητεύσω ή πληγώσω τον άλλο. Μαθαίνω πως είμαι υπεύθυνος να με προστατεύω και αυτό θα συμβεί με τον τρόπο που οριοθετούμαι. Μαθαίνω να με παρατηρώ: “τι με εμποδίζει να λέω όχι; ο φόβος; προσπαθώ να γίνομαι αρεστός; είναι μοτίβο και εάν ναι, σε τι με εξυπηρετεί στο σήμερα”;

Την επόμενη φορά που θα νιώσετε μπερδεμένοι ανάμεσα στο να θέλετε να κάνετε κάποιον άλλο ευτυχισμένο και να θέλετε να γίνετε ευτυχισμένοι, σκεφτείτε απλά πως η λέξη όχι σε ό,τι σας ζητούν είναι απλώς ένας άλλος τρόπος να πείτε ναι σε αυτό που πραγματικά θέλετε να δεσμευθείτε.

Το να μπορείτε να λέτε όχι μπορεί να σας επιτρέψει να είστε πιο ειλικρινής και αυθεντικοί με τους άλλους. Οι άνθρωποι θα έρχονται σε εσάς για αυτά στα οποία είστε πιο ανοιχτοί να πείτε ναι, κυρίως όμως, με τη στάση σας, θα έχουν μάθει να σέβονται το ναι σας αντί να το θεωρούν δεδομένο.

Φροντίζοντας τον εαυτό μου

insta430-1-1440x2867Μια φράση που χρησιμοποιούμε πολύ συχνά οι ψυχοθεραπευτές είναι “φροντίζω τον εαυτό μου”. Δεν είναι μόνο συχνή είναι και παρεξηγήσιμη. Κάποιοι τη χρησιμοποιούν είτε για να επιβαρύνουν τους άλλους είτε για να επιβάλουν τη θέλησή τους χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα “εγώ απλά φροντίζω τον εαυτό μου και τις ανάγκες μου”.  Άλλοι πιστεύουν πως η φροντίδα εαυτού έχει να κάνει μόνο με την εξωτερική εμφάνιση.

Τι εννοούμε όταν λέμε φροντίδα εαυτού;  Η φροντίδα του εαυτού μας προϋποθέτει μια θεμελιώδη αρχή: να ικανοποιούμε τις ανάγκες μας. Πολλοί δεν ζητούν αυτά που χρειάζονται. Άλλοι, δεν γνωρίζουν ή δεν έχουν δώσει μεγάλη σημασία σε αυτά που θέλουν και σ’ εκείνα που έχουν ανάγκη. Ορισμένοι πιστεύουν ότι οι ανάγκες μας δεν είναι σημαντικές ή έφτασαν στο σημείο να πιστεύουν ότι το να έχω ανάγκες είναι κακό και λάθος και έτσι τις καταπιέζουν και τις διώχνουν από το επίπεδο του συνειδητού.

Σε ορισμένες περιπτώσεις το να ικανοποιήσουμε τον εαυτό μας μπορεί να σημαίνει να κάνουμε κάτι ευχάριστο γι’αυτόν: ένα καινούργιο ρούχο, ένα ταξίδι, ένα κέρασμα. Σημαίνει επίσης ότι κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο για να ζούμε υπεύθυνα-όχι με υπερβολικές ευθύνες, αλλά ούτε ανεύθυνα. Το να δίνουμε στον εαυτό μας αυτό που έχει ανάγκη δεν είναι δύσκολο.   Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να αρχίσει κάποιος να ανακαλύπτει τις επιθυμίες, τους στόχους, τις ανάγκες του.

Η φροντίδα του εαυτού μας αντικατοπτρίζει μια στάση ζωής προς τον εαυτό μας, που λέει: Εγώ είμαι ο υπεύθυνος για την καθοδήγηση ή μη της ζωής μου. Είμαι υπεύθυνος για τη φροντίδα της σωματικής, πνευματικής, συναισθηματικής και οικονομικής ευημερίας μου. Είμαι υπεύθυνος για την επίλυση των προβλημάτων μου ή για το πώς να διαβιώνω μαζί τους όταν αυτά είναι άλυτα. Είμαι υπεύθυνος για τις επιθυμίες μου, τις απαιτήσεις μου και τις επιλογές μου. Εμπιστεύομαι τα συναισθήματά μου και τις σκέψεις μου. Η κακοποίηση ή κακομεταχείριση δεν μου αξίζουν και δεν θα τις ανεχτώ από κανέναν. Οι αποφάσεις που λαμβάνω και ο τρόπος που συμπεριφέρομαι αντικατοπτρίζουν την υψηλή μου αυτοεκτίμηση. Οι αποφάσεις μου φροντίζω να έχουν άμεση συνάρτηση με τις υποχρεώσεις που έχω προς τον εαυτό μου αλλά και τυχόν υποχρεώσεις που έχω απέναντι σε άλλους -παιδιά, σύντροφο-.  Δεν ξεχνώ τα δικαιώματα των άλλων ανθρώπων που βρίσκονται κοντά μου –  το δικαίωμα να ζήσουν τη ζωή τους όπως θεωρούν ότι τους αρμόζει.

Καθώς μαθαίνουμε πώς να φροντίζουμε και να καλύπτουμε τις ανάγκες μας, συγχωρούμε τον εαυτό μας όταν κάνει λάθη και τον συγχαίρουμε όταν ενεργεί σωστά. Aποδεχόμαστε το γεγονός ότι ορισμένα πράγματα τα κάνουμε άσχημα, ενώ άλλα θα τα κάνουμε μέτρια. Μαθαίνουμε να γελάμε με τον εαυτό μας και την ανθρώπινη πλευρά μας, αλλά δεν γελάμε όταν πρέπει να κλάψουμε.  Παίρνουμε σοβαρά τον εαυτό μας, αλλά όχι υπερβολικά σοβαρά. Είναι ελάχιστες οι καταστάσεις στη ζωή μας που δεν βελτιώνονται, όταν φροντίζουμε τον εαυτό μας και όταν παρέχουμε σε μας αυτά που χρειάζεται.

Ένας απ’τους ασφαλέστερους και γρήγορους τρόπους για να ξανακερδίσει κάποιος την ισορροπία του και την ευτυχία του είναι να κοιτάζει και να φροντίζει τον εαυτό του και τις δουλειές του.

Το απώτερο κίνητρο

Πριν χρόνια μια γνωστή μου προσπαθούσε να κόψει το κάπνισμα αλλά δυσκολευόταν πάρα πολύ. Μέχρι που η συνάδελφός της στο διπλανό γραφείο -την οποία αποκαλούσε “ποταπή”- κατάφερε να το κόψει πρώτη. Θυμάμαι να μου λέει: “Νάσια, δε γίνεται να τα έχει καταφέρει αυτή κ να μην μπορώ εγώ. δεν θα ξανακαπνίσω, τέλος”.  Δεν ξανακάπνισε ποτέ.

Θυμήθηκα πάλι αυτό το περιστατικό όταν έλαβα αυτό το email:  “Το καλοκαίρι είναι εδώ κ εγώ θέλω να χάσω κάποια κιλά. Όμως, ενώ ξέρω πολύ καλά τι πρέπει να κάνω, δυσκολεύομαι. ξέρω πως κάτι ψυχολογικό παίζει αλλά δεν έχω ούτε τον χρόνο, ούτε την πολυτέλεια να αρχίζω να σκαλίζω. Μπορείς να γράψεις κάτι σχετικό χωρίς όμως να υπάρχει καμία αναφορά στις λέξεις: παιδικά τραύματα, παιδική ηλικία, γονείς, ψυχοθεραπεία, ψυχικός πόνος κλπ;”

Όταν εκπαιδεύτηκα στην τραυματοθεραπεία απ’τα πρώτα πράγματα που έμαθα ήταν πως απ’την πρώτη το πολύ δεύτερη συνεδρία θα πρέπει να ξέρουμε το κίνητρο του ανθρώπου που ξεκινάει ψυχοθεραπεία και εαν δεν το ξέρουμε, θα πρέπει να το βρούμε μαζί με τον θεραπευόμενο και μάλιστα να είναι ισχυρό. Μας είχε γίνει ξεκάθαρο το πόσο σημαντικό είναι και πως καλό θα ήταν να μην μπούμε καν σε θεραπευτική διαδικασία εάν το κίνητρο του θεραπευόμενου δεν ήταν σαφές και συγκεκριμένο.

Μια απ’τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την επίτευξη οποιουδήποτε στόχου, είτε αυτός σχετίζεται με το πόσο παραγωγικοί είμαστε, είτε με το να ξυπνάμε νωρίς το πρωί, να ασκούμαστε καθημερινά, να μεταβάλλούμε μια συνήθεια ή απλά να θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι, είναι να βρούμε το κίνητρο το οποίο θα μας βοηθήσει να πετύχουμε αυτό που θέλουμε. Το κίνητρο είναι αυτό που μας οδηγεί προς ένα στόχο, αυτό που μας κρατάει όταν τα πράγματα αρχίζουν και δυσκολεύουν. Υπάρχουν όλα τα είδη κινήτρων, από θετικά μέχρι αρνητικά. Δουλεύοντας για κάποιον που απειλεί με απόλυση ίσως είναι ένα κίνητρο για να εργαστεί κάποιος σκληρότερα. Προσωπικά, πιστεύω πως τα θετικά κίνητρα λειτουργούν καλύτερα. Αν κάνετε κάτι που εσείς θέλετε να κάνετε, θα έχετε καλύτερο αποτέλεσμα από το να αποφύγετε κάτι που δεν θέλετε (π.χ. να απολυθείτε). Ο φόβος είναι ένα πολύ ισχυρό κίνητρο για αρκετούς ανθρώπους. π.χ. πονάνε τα γόνατά μου απ’το βάρος που έχω πάρει και αυτό από μόνο του μπορεί να είναι ισχυρό κίνητρο για να θέλω να χάσω βάρος.

Τις περισσότερες φορές θα διαβάσετε ή θα σας πουν πως για να πετύχετε ένα στόχο θα πρέπει να έχετε επιμονή. Υπάρχουν άλλοι που λένε πως για να πετύχετε θα πρέπει να είστε αφοσιωμένοι σ’αυτό και άλλοι που θα σας πουν πως επιβάλλεται να είστε πειθαρχημένοι.

Η αλήθεια είναι πως ένα πράγμα χρειάζεται για να πετύχεις ένα στόχο.  Η επιθυμία, το κίνητρο. Όταν επιθυμείς κάτι, θα γίνεις επίμονος. Όταν επιθυμείς κάτι, θα είσαι αφοσιωμένος. Όταν επιθυμείς κάτι, θα είσαι πειθαρχημένος.

Η επίτευξη ενός στόχου είναι μια διαδικασία. Η επιτυχία δεν είναι κάτι αυτονόητο. Αλλά ούτε και η αποτυχία. Αυτό που χρειάζεται για να ξεκινήσετε είναι το κίνητρο, η επιθυμία. Μια επιθυμία που να είναι αρκετά ειλικρινής και που θα αφορά εσάς ώστε να αποκρυσταλλωθεί σε μια απόφαση για την επίτευξη του στόχου που θέσατε για τον εαυτό σας.

Αυτή τη χρονιά, θα τα καταφέρω-Μέρος V

Για πάρα πολλά χρόνια πολλοί επικαλούνταν μια έρευνα που είχε γίνει στο Yale για τη σχέση που έχει η καταγραφή των στόχων με την μετέπειτα επιτυχία στη ζωή.  Σύμφωνα με αυτή την έρευνα, μόνο το 3% των αποφοίτων είχε γράψει συγκεκριμένους στόχους για το μέλλον του.  Είκοσι χρόνια αργότερα, αποκαλύφθηκε πως  αυτό το 3% κέρδιζε δέκα φορές περισσότερα χρήματα συγκριτικά μ’αυτούς που δεν το έκαναν.

Η έρευνα αποδείχθηκε πως ήταν απλά ένας αστικός μύθος καθώς δυο Καθηγητές Πανεπιστημίου μετά από εκτεταμένες αξιολογήσεις των διαθέσιμων απ’την βιβλιογραφία ερευνών, αποκάλυψαν πως τέτοια έρευνα ουδέποτε είχε διεξαχθεί. Παρόλα αυτά, η μία εκ των δυο Καθηγητών αποφάσισε να κάνει μια έρευνα για το πως η επίτευξη στόχων επηρεάζεται από την καταγραφή τους, από την προσήλωση σε πράξεις που τους προάγουν καθώς κι από τη δέσμευση που θα δώσουμε σε κάποιον τρίτο (σύμβουλο ή φίλο) για την επίτευξη των στόχων μας.

Στην έρευνα έλαβαν μέρος 267 συμμετέχοντες διαφόρων ηλικιών, από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη, την Αυστραλία και την Ασία. Μεταξύ των συμμετεχόντων ήταν επαγγελματίες απ’τον κλάδο της υγείας, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες, δικηγόροι οι οποίοι χωρίστηκαν τυχαία σε πέντε ομάδες.

Απ’ την ομάδα 1 το μόνο που ζητήθηκε ήταν να σκεφτούν έντονα τους στόχους που επιθυμούσαν να πετύχουν μέσα στις επόμενες τέσσερις εβδομάδες χωρίς να τους καταγράψουν.  Απ’ τις ομάδες 2, 3, 4 και 5 ζητήθηκε να γράψουν τους στόχους τους.
Απ’ την ομάδα 3 συμπληρωματικά ζητήθηκε να φτιάξουν μια λίστα με τις ενέργειες που έπρεπε να ακολουθήσουν.  Απ’ την ομάδα 4 ζητήθηκε να φτιάξουν μια λίστα με ενέργειες που έπρεπε να κάνουν και να τη στείλουν σ’ έναν φίλο τους.  Απ’ την ομάδα 5 ζητήθηκαν όλα τα παραπάνω και να δίνουν εβδομαδιαία αναφορά προόδου σ’ ένα φίλο τους.

Μετά το πέρας των 4 εβδομάδων, ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να βαθμολογήσουν την πρόοδό τους και τον βαθμό στον οποίο είχαν επιτύχει τους στόχους τους. Όσοι βρίσκονταν στην Ομάδα 1 είχαν επιτύχει το 43%, ενώ όσοι βρίσκονταν στην ομάδα 5 είχαν πετύχει το 76%.

Αρκετές φορές μεγάλοι στόχοι που έχουμε μας προκαλούν δέος. Σπάνια τους αντιλαμβανόμαστε ως μια σειρά από μικρά βήματα ενώ στην πραγματικότητα ο τρόπος για να επιτευχθεί ένας μεγάλος στόχος είναι να τον διαχωρίσουμε σε μικρότερες διεργασίες οι οποίες θα επιτευχθούν σταδιακά. Υπάρχουν αρκετοί τρόποι για να βρείτε τα βήματα που πρέπει να κάνετε προκειμένου να επιτύχετε αυτό που θέλετε. Ένας είναι να συμβουλευτείτε ανθρώπους που έχουν ήδη κάνει αυτό που προσπαθείτε και να τους ρωτήσετε ποια βήματα ακολούθησαν. Από την εμπειρία τους, μπορούν να σας πουν ποια είναι τα απαραίτητα και να σας δώσουν συμβουλές για το πώς να αποφύγετε τις παγίδες. Ένας άλλος τρόπος είναι να ξεκινήσετε από το τέλος και να κοιτάξετε προς τα πίσω. Φανταστείτε τον εαυτό σας στο μέλλον ενώ έχετε πετύχει τον στόχο σας. Σκεφτείτε τα βήματα που χρειάστηκε να κάνετε για να φτάσετε ως εδώ. Ποιο ήταν το τελευταίο πράγμα που κάνατε; στη συνέχεια το προηγούμενο και έπειτα το προηγούμενο μέχρι να φτάσετε στο πρώτο βήμα από το οποίο ξεκινήσατε.

Μια άλλη τεχνική για να δημιουργήσετε ένα σχέδιο δράσης είναι η νοητική χαρτογράφηση, το mind mapping. Πρόκειται για μια απλή διεργασία για να φτιάξετε μια λεπτομερή λίστα βημάτων που πρέπει να ολοκληρώσετε προκειμένου να πετύχετε έναν στόχο. Το mind mapping θα σας βοηθήσει να καθορίσετε τις πληροφορίες που θα συλλέξετε, σε ποιους θα πρέπει να μιλήσετε, τις προθεσμίες που θα χρειαστεί να τηρήσετε, πόσα χρήματα θα χρειαστεί να βρείτε κλπ.

Για να το περιγράψω όσο καλύτερα γίνεται θα φέρω ένα παράδειγμα και πιο κάτω θα δείτε το σχήμα που έφτιαξα εγώ. Ας υποθέσουμε πως ο στόχος σας είναι να χάσετε 12 κιλά μέχρι τέλη Ιουνίου.

Κεντρικός κύκλος: Στον κεντρικό κύκλο σημειώστε το όνομα του στόχου σας.

Δευτερεύοντες κύκλοι: Διαιρέστε τον στόχο σας στις κυριότερες κατηγορίες διεργασιών που θα πρέπει να ολοκληρώσετε για να τον πετύχετε (γιατρός, ιατρικές εξετάσεις, γυμναστήριο, διατροφή)

Ακτίνες: Σχεδιάστε ακτίνες γύρω από κάθε μικρό κύκλο και ονομάστε τις (π.χ. ειδικότητα γιατρού)

Σε μια ξεχωριστή γραμμή που συνδέεται με την ακτίνα που έχετε σχεδιάσει, γράψτε κάθε βήμα που πρέπει να ακολουθήσετε (θα ρωτήσω τη φίλη μου που έχει χάσει πρόσφατα πολλά κιλά να με παραπέμψει σε γιατρό, θα ψάξω απ το ίντερνετ να βρω γιατρό)

Τέλος, ανάλογα με το πόσο πολύπλοκος ή μεγάλος είναι ένα στόχος, μπορείτε να χωρίστε καθεμία από τις με τις αναγκαίες διεργασίες σε ενέργειες που πρέπει να κάνετε, κάτι που θα σας βοηθήσει να δημιουργήσετε την κύρια λίστα με τα απαραίτητα βήματα (να πάρω τηλέφωνο για ραντεβού, μα μάθω το κόστος της επίσκεψης, να ρωτήσω εάν χρειάζεται να πάρω βιταμίνες, εάν ο χρονικός στόχος που έχω θέσει είναι εφικτός  κλπ)
cof

Όταν ξεκινήσετε να γράφετε θα σας έρχονται στο μυαλό διάφορες συμπληρωματικές ιδέες και  εναλλακτικές που μέχρι πριν δεν είχατε σκεφτεί.  Όταν τελειώσετε με τον χάρτη σας τα βήματα που έχετε γράψει σημειώστε τα στο ημερολόγιό σας ορίζοντας και μια προθεσμία ολοκλήρωσης την οποία θα δεσμευθείτε να τηρήσετε.

Κάθε φορά που έγραφα ένα κείμενο μ’αυτή τη θεματολογία είχα στο μυαλό μου μια παροιμία που μου λέει μια φίλη τους τελευταίους μήνες: «Γιατί είναι χοντρό το σβέρκο του λύκου; Επειδή κάνει τις δουλειές μόνος του».  Δεν γίνεται να θέλετε να αποκτήσετε καλύτερη φυσική κατάσταση και να ζητάτε από κάποιον άλλον να πηγαίνει γυμναστήριο. Εάν θέλετε αποτέλεσμα πρέπει να το κάνετε εσείς. Είτε πρόκειται για προπόνηση, για διάβασμα, γράψιμο, περισσότερους πελάτες ή οτιδήποτε άλλο, εσείς πρέπει να το κάνετε. Κανείς δεν θα το κάνει για εσάς. Βεβαίως, μπορεί καποιος να σας δώσει έναν χάρτη για να φτάσετε στον προορισμό σας, αλλά εσείς θα πρέπει να οδηγήσετε.

 

 

Αυτή τη χρονιά, θα το καταφέρω! – Μέρος IV

Ο αισιόδοξος και ο απαισιόδοξος πεθαίνουν με τον ίδιο τρόπο. Ζουν όμως μια εντελώς διαφορετική ζωή. Κάθε τι που βιώνουμε είναι το αποτέλεσμα του πώς είχαμε αντιδράσει σε ένα ή περισσότερα γεγονότα στη ζωή μας. Για να φτάσουμε όμως στη δράση, έχουν προηγηθεί διάφορα άλλα στάδια με πρώτο αυτό της αρχικής μας σκέψης.

Εάν δεν σας αρέσουν αυτά που συμβαίνουν στη ζωή σας έχετε δυο επιλογές. Η μια είναι να ρίχνετε το φταίξιμο στο γεγονός, στην κακή οικονομία, στην έλλειψη χρημάτων, στους γονείς σας, στο σύστημα κλπ. Φυσικά και όλα αυτά παίζουν ρόλο αλλά εάν ήταν καθοριστικοί παράγοντες κανείς άλλος δεν θα είχε πετύχει μέχρι τώρα.  Πολλοί άνθρωποι ξεπερνούν αυτά τα εμπόδια, οπότε δεν είναι οι εξωτερικές συνθήκες και οι περιστάσεις που σας σταματούν. Εμείς σταματάμε τον εαυτό μας με τρόπους μη υποστηρικτικούς και μετά αναρωτιόμαστε γιατί δεν είμαστε ικανοποιημένοι απ’τη ζωή μας.

Η άλλη επιλογή που έχετε χρειάζεται εξάσκηση και η καθημερινότητά σας θα βελτιωθεί σημαντικά. Θα χρειαστεί να αλλάξετε τον τρόπο που σκέφτεστε, τον τρόπο που ερμηνεύετε ένα γεγονός, ακόμα και τις εικόνες που φτιάχνετε για εσάς και τους άλλους στο μυαλό σας.

Το παρακάτω πινακάκι το χρησιμοποιώ πάντα όταν θέλω να εξηγήσω τον τρόπο με τον οποίο αλλάζω στάση στα πράγματα.
unnamed

Συμβαίνει κάποιο γεγονός σημαντικό ή ασήμαντο. Στο ερέθισμα που έρχεται απ’το περιβάλλον δεν έχουμε κάποιο έλεγχο ούτε μπορούμε να το αλλάξουμε. Το να προσπαθούμε να ελέγχουμε ή να αλλάξουμε το ερέθισμα -το οποίο μπορεί να είναι οτιδήποτε- είναι κουραστικό και μάταιο.

Αυτό που μπορούμε να αλλάξουμε, να έχουμε έλεγχο είναι μόνο στον εαυτό μας και συγκεκριμένα στην αρχική μας σκέψη. Γιατί είναι τόσο σημαντική η αρχική μας σκέψη; γιατί αυτή θα καθορίσει το συναίσθημα που θα προκύψει, το σωματικό σύμπτωμα και τη δράση μας, τη συμπεριφορά μας. Εάν η αρχική μας σκέψη δεν είναι υποστηρικτική προς εμάς, ή διαστρεβλωμένη τότε το συναίσθημα που θα έχουμε να διαχειριστούμε θα είναι δύσκολο, το πιθανότερο είναι να μην αισθανόμαστε καλά στο σώμα και η δράση-συμπεριφορά δεν θα είναι σε καμία περίπτωση βοηθητική.

Για αρχή, αυτό που θα σας πρότεινα να κάνετε όταν καταλαβαίνετε πως η αρχική σας σκέψη δεν είναι βοηθητική -θα το αναγνωρίζετε απ’όλα τα υπόλοιπα και κυρίως απ’την αίσθηση στο σώμα και τη δράση- είναι να στέκεστε λίγο σε εσάς και να λέτε “υπάρχει κάποιος άλλος τρόπος να σκεφτώ και να ερμηνεύσω το αρχικό ερέθισμα;” Εάν αυτό σας δυσκολεύει τότε σκεφτείτε ή ρωτήστε κάποιον που σκέφτεται και αντιδρά διαφορετικά από εσάς.  Να θυμάστε πως μόνο τρία πράγματα μπορούμε να ελέγξουμε: τις σκέψεις μας, τις εικόνες που φτιάχνουμε στο μυαλό μας και τη συμπεριφορά μας.

Σε όσες ομάδες αυτοβοήθειας δουλεύουν τα δώδεκα βήματα, η παραφροσύνη ορίζεται ως η συνεχής επανάληψη μιας συμπεριφοράς με την προσδοκία ενός διαφορετικού αποτελέσματος. Εάν συνεχίζετε να συμπεριφέρεστε με τους ίδιους τρόπους και περιμένετε διαφορετικά αποτελέσματα, τότε κάτι κάνετε λάθος. Πάρτε την ευθύνη των επιλογών σας, των συναισθημάτων σας και σταματήστε να κατηγορείτε τους άλλους. Δοκιμάστε να αλλάξετε τις σκέψεις σας, τις συνήθειές σας, τον τρόπο που νοηματοδοτείτε αυτά που σας συμβαίνουν, αυτά που διαβάζετε, τους ανθρώπους που συναναστρέφεστε και κυρίως τον τρόπο που μιλάτε για τον εαυτό σας και τους άλλους.

Έχω παρατηρήσει πως ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων στεναχωριέται και μένει στο γεγονός πως κάποια πράγματα τα έμαθε σε μεγάλη ηλικία και ότι θα πρέπει να καταβάλει προσπάθεια για να καταφέρει να σκέφτεται υποστηρικτικά προς τον εαυτό του.  Το καταλαβαίνω πάρα πολύ και ως θεραπευόμενη τα πρώτα χρόνια της θεραπείας έχω λυπηθεί και έχω θυμώσει που κάποια πράγματα έπρεπε να μάθω να τα κάνω “manually”.  Να χαίρεστε που έχετε τη δυνατότητα να μαθαίνετε καινούργιους τρόπους -και ας μην τους χρησιμοποιήσετε ποτέ- γιατί αυτό σας δίνει επιλογές.

Στο επόμενο και μάλλον τελευταίο ποστ θα μιλήσουμε για το mind mapping.

Αυτή τη χρονιά, θα το καταφέρω – Μέρος ΙΙΙ

Ένα απ’τα μεγαλύτερα cliche που έχουν ειπωθεί είναι το “πρέπει να πιστεύεις στον εαυτό σου γιατί εάν δεν το κάνεις εσύ δεν θα το κάνει κανένας”.   Η αλήθεια είναι πως εάν θέλετε να πετύχετε τους στόχους σας θα πρέπει να πιστεύετε πως είστε ικανοί να τα καταφέρετε. Πρέπει να πιστεύετε πως έχετε αυτό που χρειάζεται.  Δεν έχει τόση σημασία αν θα το πείτε αυτοεκτίμηση, αυτοπεποίθηση ή πιστεύω σε μένα. Σημασία έχει να ξέρετε πως έχετε τις ικανότητες, τo ταλέντο και τις δεξιότητες για να φτάσετε στο επιθυμητό αποτέλεσμα.

Η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας είναι επιλογή, είναι στάση ζωής. Μια συνήθεια που μαθαίνεται και αναπτύσσεται με την πάροδο του χρόνου. Αν οι γονείς σας ήταν ενθαρρυντικοί σίγουρα έχετε ένα πλεονέκτημα.  Εάν όχι, η ψυχοθεραπεία και η ψυχοτραυματολογία βοηθάνε πάρα πολύ. Αυτό που δεν βοηθάει καθόλου είναι το ασταμάτητο “δριμύ κατηγορώ” και η συνεχής ενασχόληση με το παρελθόν. Στην παρούσα φάση, δηλαδή στο να επιτύχετε συγκεκριμένους στόχους, δεν θα κερδίσετε κάτι με το να κατηγορείτε τους γονείς σας για τη χαμηλή σας αυτοεκτίμηση. Στο τώρα, ως ενήλικες, η ευθύνη για να αλλάξετε τρόπο σκέψης ευτυχώς είναι αποκλειστικά δική σας. Είναι δική σας επιλογή να πιστέψετε πως μπορείτε να καταφέρετε αυτό που θέλετε. Σταματήστε να σκέφτεστε ή να χρησιμοποιείτε φράσεις όπως “δεν μπορώ, μακάρι να μπορούσα”. Η αρχική μας σκέψη είναι πάρα πολύ σημαντική γιατί αυτή θα καθορίσει το συναίσθημα που θα προκύψει, το σωματικό σύμπτωμα και τη δράση μας. Η προσωπική μας ανάπτυξη χρειάζεται δουλειά, πειθαρχία και κυρίως θέληση για αλλαγή.

Οι άνθρωποι που δεν πιστεύουν στον εαυτό τους έχουν ανάγκη τη συνεχή αποδοχή των άλλων, την επικύρωση των συναισθημάτων τους, των σκέψεων και των πράξεών τους. Εάν η αποδοχή των άλλων ή το τι σκέφτονται οι άλλοι για τους στόχους μας ήταν προϋπόθεση για να πετύχουμε, οι περισσότεροι δεν θα είχαμε καταφέρει τίποτα.

Η προϋπόθεση είναι να παίρνουμε αποφάσεις που θα μας οδηγήσουν στο να είμαστε ευτυχισμένοι. Υπάρχει ο γνωστός “κανόνας” 18/40/60: όταν είμαστε 18 ανησυχούμε για το τι σκέφτεται όλος ο υπόλοιπος κόσμος για εμάς. Στα 40, αδιαφορούμε για το τι σκέφτονται οι άλλοι και στα 60 συνειδητοποιούμε πως κανένας δεν ασχολιόταν μαζί μας.  Συνήθως, τα πράγματα έχουν να κάνουν μ’εμάς πολύ λιγότερο απ’ό,τι νομίζουμε. Οι άλλοι άνθρωποι -και ειδικά αυτή την εποχή- έχουν δικά τους θέματα να επιλύσουν, τις δικές τους ζωές να διαχειριστούν και εάν σκέφτονται εσάς και το τι κάνετε, μάλλον αναρωτιούνται τι σκέφτεστε εσείς για εκείνους.  Στο μεταξύ, όσο χάνετε χρόνο και ενέργεια ανησυχώντας εάν οι άλλοι εγκρίνουν τις ιδέες σας, τους στόχους σας, τα ρούχα σας, τα μαλλιά σας κλπ, θα ήταν πιο εποικοδομητικό να ασχολείστε με τους εαυτούς σας και τους τρόπους που θα καταφέρετε να υλοποιήσετε τα σχέδιά σας.  Αυτά που σκέφτονται οι άλλοι για εμάς δεν είναι δικό μας θέμα.

Στο επόμενο ποστ θα δούμε τον τρόπο να αλλάζω τη σκέψη μου όταν ένα εξωτερικό ερέθισμα-γεγονός με δυσκολεύει.

Αυτή τη χρονιά, θα το καταφέρω! – Μέρος ΙΙ

Το πρώτο βήμα για να πετύχετε έναν ή περισσότερους στόχους είναι να αποφασίσετε τι ακριβώς θέλετε. Να αποφασίσετε τι θέλετε να κάνετε, τι άνθρωπος θέλετε να είστε, τι θέλετε να καταφέρετε και πού θέλετε να φτάσετε για να νιώσετε ευτυχισμένοι.   Ένας από τους κύριους λόγους που οι άνθρωποι δεν παίρνουν αυτό που θέλουν είναι γιατί δεν έχουν αποφασίσει τι θέλουν. Δεν έχουν καθορίσει τις επιθυμίες τους με τρόπο σαφή και λεπτομερή.  Οι περισσότεροι γνωρίζουν αυτό που δεν θέλουν, αλλά έχουν δυσκολία να περιγράψουν με λεπτομέρεια αυτό που πραγματικά θέλουν.

Αυτό συμβαίνει όταν έχουμε χάσει την επαφή με τον πραγματικό μας εαυτό.  Τα “πρέπει” ξεκινούν πολύ νωρίς στη ζωή ενός ανθρώπου. Γεγονότα, ιδέες, ηθική, αξίες, όλα αυτά καταπίνονται χωρίς τη διαδικασία της αφομοίωσης, εμποδίζοντάς τον να αναπτύξει τη δική του προσωπικότητα. Έτσι, ξεκινάει η διαμάχη μεταξύ αυτού που είμαι και αυτού που νομίζω ότι πρέπει να είμαι.  Κάποια στιγμή χάσαμε την επαφή με τις ανάγκες του σώματός μας και τις πραγματικές μας επιθυμίες και είχε γίνει πιο σημαντικό να προσπαθούμε να καταλάβουμε τι ήθελαν οι άλλοι άνθρωποι από εμάς να κάνουμε. Μάθαμε να κάνουμε πράγματα για να πάρουμε την έγκριση των σημαντικών άλλων και φτάσαμε να κάνουμε πράγματα που δεν σήμαιναν τίποτα για εμάς. Υπάρχουν μέσα μας τόσα “πρέπει”, τόσες πεποιθήσεις που δεν είναι δικές μας, που πλέον δεν υπάρχει χώρος για τα δικά μας θέλω.

Πώς θα “διεκδικήσετε” πίσω τον αυθεντικό σας εαυτό και τις πραγματικές σας ανάγκες και επιθυμίες χωρίς φόβο, ντροπή, και απαγορεύσεις; Δώστε αξία στις επιθυμίες σας, στις ανάγκες σας και στις προτιμήσεις σας. Δεν έχει σημασία πόσο μικρές ή μεγάλες είναι αυτές.  Μην σκεφτείτε ποτέ πως η δική σας επιθυμία είναι ασήμαντη ή λιγότερο σημαντική από κάποιου άλλου. Όταν έρχεστε αντιμέτωποι με μια επιλογή -δεν έχει σημασία πόσο μικρή ή ασήμαντη- ενεργείτε πάντα σαν να έχετε προτίμηση. “εάν με ενδιέφερε, τι θα επέλεγα; εάν ήταν σημαντική για μένα αυτή η απόφαση τι θα προτιμούσα να κάνω;” Σταματήστε να λέτε: “δεν με πειράζει, δεν με νοιάζει, το ίδιο μου είναι”.
Η ασάφεια ή το μπέρδεμα για το ποιες είναι οι επιθυμίες σας και η πεποίθηση πως εκείνες των άλλων είναι πιο σημαντικές, είναι μια συνήθεια που ξεμαθαίνεται.

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να αρχίσει κάποιος να ανακαλύπτει  τις επιθυμίες, τους στόχους, τις ανάγκες του. Ο πιο γρήγορος που χρησιμοποιώ εγώ είναι η ερώτηση: “εάν υποθέσουμε πως εμφανιζόταν ένα τζίνι και σου έλεγε πως μπορεί να πραγματοποιήσει τώρα τρεις ευχές σου, ποιες θα ήταν αυτές;”  Άλλοι, προτιμούν λίστες, οι οποίες όντως είναι πολύ βοηθητικές.  Γράψτε 30 πράγματα που θέλετε να κάνετε, 30 πράγματα που θέλετε να αποκτήσετε και 30 ιδιότητες, χαρακτηριστικά που θέλετε να έχετε πριν πεθάνετε. Αυτός είναι ένας ωραίος τρόπος για να ξεκινήσετε. Συνήθως, τα πρώτα που γράφει κάποιος είναι υλικά αγαθά. Όσο προχωράτε θα εκπλαγείτε μ’αυτά που θα γράφετε και  πόσο συγκεκριμένοι έχετε τη δυνατότητα να γίνετε.

Να θυμάστε πως δεν έχει σημασία αν ο στόχος είναι μεγάλος ή μικρός. Σημασία έχει να είναι συγκεκριμένος. Ασαφής στόχος, ασαφή αποτελέσματα. Εάν περιορίσετε τις επιλογές σας μόνο σ’αυτό που φαίνεται λογικό ή πιθανό, αποσυνδέεστε πάλι απ’τον εαυτό σας και τα θέλω σας.
Στο τρίτο μέρος, το επόμενο βήμα.