Είσαι ή μαζί μου ή εχθρός μου

IMG_20200301_212117.png

“Όσοι πολίτες ήσαν μετριοπαθείς θανατώνονταν από την μια ή την άλλη παράταξη, είτε επειδή είχαν αρνηθεί να πάρουν μέρος στον αγώνα είτε επειδή η ιδέα και μόνο ότι θα μπορούσαν να επιζήσουν προκαλούσε εναντίον τους τον φθόνο”.

Έτσι εξιστορεί ο Θουκυδίδης στην Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου τα γεγονότα του εμφυλίου στη Κέρκυρα μεταξύ Δημοκρατικών και Ολιγαρχικών.

Τον τελευταίο καιρό στο διαδίκτυο παρατηρώ όλο και πιο συχνά τον τρόπο που αντιμετώπιζεται η επιλογή κάποιων ανθρώπων να μην τοποθετούνται, να μην παίρνουν θέση για διάφορα θέματα της επικαιρότητας, τουλάχιστο όχι με τον τρόπο που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε.

Γεμάτη έκπληξη, αμηχανία, απογοήτευση και πολλές φορές φόβο από τον βίαιο τρόπο, διαβάζω την απαίτηση κάποιων σε βάρος άλλων, να πάρουν θέση. Άλλοι το κάνουν με τρόπο επιθετικά ευθύ, αυστηρό, υποτιμητικό, κάνοντας μάλιστα και αναλύσεις για το τι κρύβεται πίσω απ’αυτή τη στάση, όπως η επιλογή να μη χαλάσει κάποιος το προφίλ του, επαγγελματικοί λόγοι κλπ. Άλλοι πάλι, το κάνουν με τρόπο παθητικά επιθετικό. Επιφανειακά ευγενικά, politically correct σχόλια, με υπονοούμενα που από κάτω, εάν παρατηρήσεις με προσοχή, θα δεις καθαρά το θυμό.

Είμαι σχεδόν σίγουρη ότι αυτό συμβαίνει γιατί δεν έχουμε μάθει ή συμφωνήσει μεταξύ μας για το τι σημαίνει παίρνω θέση για κάποιο θέμα, πώς τοποθετούμαι σε μια σχέση. Έτσι λοιπόν, παίρνω θέση για κάποιο θέμα σημαίνει πώς αισθάνομαι μ’αυτό που ακούω απ’τον άλλον. Στέκομαι λίγο σε μένα, στον εαυτό μου να δω τι νιώθω μ’αυτό που άκουσα, τι σκέψεις κάνω, τι συμβαίνει στο σώμα μου. Με παρατηρώ. Και όταν μου είναι καθαρό αυτό που αισθάνομαι και θέλω, μπορώ να πω στον άλλον πως είμαι μ’αυτό που άκουσα. Αυτό σημαίνει παίρνω καθαρή θέση. Μιλάω για τον εαυτό μου. Χωρίς να γίνομαι επιθετικός, χωρίς να κακοποιώ, χωρίς να κρίνω και να υποτιμώ τον απέναντι. Παίρνω θέση δεν σημαίνει πως είμαι υπέρ ή κατά κάποιου.

Ας μη φτάσουμε στο σημείο όπου η παράλογη τόλμη θεωρείται ανδρεία, η παραφορά αρετή, η προσωπική διστακτικότητα δειλία που κρύβεται πίσω από εύλογες προφάσεις και η τάση να εξετάζονται όλες οι απόψεις ενός ζητήματος υπεκφυγή.

Γιατί τόση επιθετικότητα στο διαδίκτυο;

Η πρώτη βιωματική άσκηση που μας ζητήθηκε να κάνουμε την περίοδο που ήμασταν εκπαιδευόμενοι θεραπευτές ακούστηκε πανεύκολη. Αφού είχαμε χωριστεί σε δυάδες, ο ένας ξεκινούσε με μια δήλωση-πρόταση που αφορούσε τον άλλον και εκείνος, έπρεπε να επαναλάβει αυτή τη δήλωση και να πει πως ένιωθε μ’αυτό που άκουσε. Στη συνέχεια, ο πρώτος που είχε κάνει το αρχικό σχόλιο, έπρεπε να επαναλάβει το συναίσθημα και να πει εκείνος πως νιώθει.
π.χ. –Είσαι αναιδής. -Σ’ακούω να λες πως είμαι αναιδής και νιώθω θυμό. -Σ’ακούω να λες πως νιώθεις θυμό και γίνομαι αμυντικός. -Σ’ακούω να λες πως γίνεσαι αμυντικός και νιώθω ένταση. -Σ’ακούω να λες πως νιώθεις ένταση και φοβάμαι κλπ.

Αυτό θα το κάναμε για τρία με τέσσερα λεπτά.Ο κανόνας ήταν να μιλάμε μόνο για εμάς χωρίς να ζητάμε εξηγήσεις τύπου “γιατί το είπες αυτό ή γιατί τώρα νιώθεις έτσι”. Η άσκηση αυτή συνήθως κατέληγε με κάποια ‘επίλυση’ ή όταν υπήρξε ‘αδιέξοδο’ τότε απλά αρκούσε το “ακούω πως για σένα είναι έτσι και είμαι εντάξει μ’αυτό”. Έτσι λοιπόν, το πρώτο και πιο δύσκολο πράγμα που μάθαμε ήταν να ακούμε. Ν’ακούμε, και να στεκόμαστε λίγο για να δούμε πως είμαστε μ’αυτό που ακούμε. Πολλές φορές, όταν διαβάζω στο διαδίκτυο ασύλληπτα επιθετικά σχόλια για σοβαρά ή μη θέματα ή για πρόσωπα, από τη μια απογοητεύομαι, φοβάμαι, νιώθω φοβερή ένταση και από την άλλη σκέφτομαι πως το να μη γίνομαι επιθετικός και κακοποιητικός είναι κάτι που μαθαίνεται, όπως το έμαθα και γω και τόσοι άλλοι άνθρωποι.

Το άρθρο προσπαθεί να εξηγήσει γιατί υπάρχει τόση επιθετικότητα και θυμός στο διαδίκτυο. Πρώτον, οι σχολιαστές πολλές φορές είναι ανώνυμοι ή χρησιμοποιούν ψευδώνυμο, και ως εκ τούτου, δεν λογοδοτούν για την αγένεια τους. Δεύτερον, βρίσκονται σε απόσταση από το στόχο του θυμού τους και είναι πιο εύκολο να ανταγωνίζονται από απόσταση και τρίτον, μάλλον είναι πιο εύκολο να είσαι βιτριολικός όταν γράφεις παρά όταν είσαι με τον άλλον κοντά.

Επειδή οι συζητήσεις δεν συμβαίνουν σε πραγματικό χρόνο, οι σχολιαστές έχουν τη δυνατότητα να γράφουν μακροσκελείς μονολόγους, πράγμα το οποίο δεν θα γινόταν στη πραγματικότητα. Σημαντικό στοιχείο ο τόνος της φωνής ή κάποια χειρονομία που μπορεί να έχουν μεγάλη επίδραση στην ικανότητά μας να καταλάβουμε τι λέει κάποιος. Όσο πιο μακριά από τον άνθρωπο που κάνουμε διάλογο είμαστε, τόσο πιο δύσκολο είναι να επικοινωνήσουμε.

Ο Edward Wasserman, Καθηγητής Ηθικής Δημοσιογραφίας, σημείωσε μια άλλη αιτία αυτής της εθιστικής βιτριολικής συμπεριφοράς: κακά παραδείγματα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τα οποία θα πρέπει να περικόψουν το μίσος και το θυμό που έχουν γίνει ο κανόνας στα σχόλια μεταξύ των αναγνωστών. Είναι χρήσιμο και πολύτιμο να ακούγονται όλες οι απόψεις ενός θέματος, αλλά δεν είναι πολύτιμο να υπάρχουν προσωπικές επιθέσεις ή να υπάρχουν μηνύματα με εξαιρετικά θυμωμένο ύφος. Ακόμα και κάποιος που κάνει κάποιο νόμιμο σχόλιο αλλά με θυμωμένο ύφος, βλάπτει τη φύση του επιχειρήματος, γιατί παροτρύνει και τους υπόλοιπους να ανταποκριθούν με τον ίδιο τρόπο.

Ο Καθηγητής συμπληρώνει: “Εάν σε κάποια ιστοσελίδα μένουν σχόλια τα οποία κάνουν προσωπικές επιθέσεις με τον χειρότερο τρόπο, τότε, στέλνετε το μήνυμα πως αυτή είναι μια αποδεκτή ανθρώπινη συμπεριφορά”

Πολλές φορές είναι δύσκολο να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας και όλοι μας κάποιες φορές έχουμε ξεφύγει και έχουμε κάνει κάποιο σχόλιο που ίσως το έχουμε μετανιώσει. Ίσως να είναι μια ευκαιρία να δούμε τι σημαίνει για εμάς το διαφορετικό, πότε αισθανομάστε απειλή από κάποια διαφορετική άποψη. Απλά να το παρατηρήσουμε. Αυτό θα μας δώσει τη δυνατότητα της αλλαγής καθώς και τη δυνατότητα ανάληψης της ευθύνης των επιλογών.