Κάποιον μου θυμίζεις

IMG_20200209_193028
Ένα απ’τα πιο συχνά ερωτήματα -που το ακούμε και σε διάφορες παραλλαγές- είναι το “πώς γίνεται αυτοί/ες που επιλέγω να μου συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο;”
Θεωρητικά είμαστε ελεύθεροι να επιλέξουμε το είδος ανθρώπου που θα αγαπήσουμε αλλά στην πραγματικότητα η επιλογή μας είναι μάλλον πολύ λιγότερο ελεύθερη από ό,τι φανταζόμαστε. Οι περιορισμοί γύρω απ’τους οποίους μπορούμε να αγαπάμε και να νιώθουμε καλά προέρχονται από ένα μέρος που όλοι οι ψυχοθεραπευτές αρέσκονται να πηγαίνουν. Στην παιδική ηλικία. Η ψυχολογική ιστορία του καθενός μας προδιαθέτει να επιλέγουμε ορισμένους τύπους ανθρώπων.

Ψάχνουμε εκείνους που από πολλές απόψεις αναβιώνουν τα συναισθήματα αγάπης που γνωρίζαμε όταν ήμασταν μικροί. Το θέμα είναι ότι η αγάπη που πήραμε κατά την παιδική μας ηλικία δεν φτιάχτηκε μόνο από γενναιοδωρία, ευαισθησία και καλοσύνη. Δεδομένου το ότι οι γονείς είναι άνθρωποι και κάνουν λάθη -παρ’όλη την αδιαμφισβήτητα καλή πρόθεσή τους- κάποιες φορές η αγάπη συνοδεύεται και με οδυνηρές πτυχές: την αίσθηση πως δεν είμαι αρκετά καλός, μια αγάπη για έναν γονέα νάρκισσο ή καταθλιπτικό ή εύθραυστο ή η αίσθηση πως ποτέ κανείς δεν μπορεί να είναι πλήρως ευάλωτος γύρω από έναν φροντιστή.

Έτσι, στην ενήλικη ζωή μας θα βρούμε συντρόφους που κάτι στην συμπεριφορά τους θα μας είναι οικείο και θα το έχουμε ξαναζήσει.  Δεν δίνουμε σημασία και ευκαιρία σε ανθρώπους οι οποίοι δεν είναι διατεθειμένοι να ικανοποιήσουν τη λαχτάρα μας για πολυπλοκότητες που έχουμε συνδέσει με την αγάπη. Μπορεί να περιγράψουμε κάποιον ως “βαρετό” όταν στην πραγματικότητα εννοούμε: είναι απίθανο να με κάνει να υποφέρω με τον τρόπο που πρέπει να υποφέρω για να αισθανθώ ότι η αγάπη είναι πραγματική.

Πολλοί λένε πως η λύση είναι απλά να προσπερνάμε αυτούς που έχουν ιδιόμορφη συμπεριφορά και μας ελκύουν και να βρούμε κάποιον με πιο υγιή συμπεριφορά. Θεωρητικά είναι μια καλή λύση και συχνά πρακτικά αδύνατη. Αντί να επιδιώκουμε να αλλάξουμε προτιμήσεις θα ήταν καλύτερο να προσαρμόσουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιδρούμε σε συμπεριφορές οικείες που στο τώρα, αν και ενήλικοι μας καθηλώνουν.

Κάτι που επαναλαμβάνω πολύ συχνά γιατί γνωρίζω τη χρησιμότητα της ψυχοεκπαίδευσης είναι πως πολλές φορές τα συναισθήματά μας δεν γεννιούνται από την τρέχουσα κατάσταση και δεν αφορούν στην πραγματικότητα το εν λόγω πρόσωπο, αλλά μια συμπεριφορά τους αναπαράγει-πυροδοτεί κάτι που μας συνέβη πριν πολύ καιρό.  Στο τότε, το είχαμε βιώσει πραγματικά τραυματικά γιατί ένα παιδί δεν μπορεί να εξηγήσει γνωστικά αυτά που του συμβαίνουν και δεν έχει και επιλογές. Στο σήμερα, εάν κάποια συμπεριφορά επαναληφθεί, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να γυρίσω πάλι πίσω στο παλιό, παρόλο που γνωστικά θα λέω “μα δεν είναι δυνατόν”.  Σ’αυτό ακριβώς το σημείο θα γίνει η παρέμβασή μου και πλέον θα αντιδράσω ως ενήλικας  και όχι ως το παιδί που ήμουν τότε. Για παράδειγμα εάν ως παιδί δεν έπαιρνα την προσοχή που ήθελα και δεν ήξερα τον τρόπο να τη ζητήσω, τότε θα έβρισκα έμμεσους τρόπους για να πάρω αυτό που είχα ανάγκη.

Στο σήμερα, εάν ο/η σύντροφός μου είναι απορροφημένος με τη δουλειά του και εγώ αντιδράσω όπως παλιά, τότε είτε θα το μεταφράσω “δεν νοιάζεται αρκετά, δεν είμαι αρκετά σημαντικός/ή” ή θα αντιδράσω χειριστικά για να πάρω αυτό που χρειάζομαι. Ένας ενήλικας, που γνωρίζει και έχει δουλέψει τα θέματά του, έστω και αν πυροδοτηθεί ένα παλιό συναίσθημα θα έχει τη δυνατότητα να σκεφτεί κάτι όπως: “έχει δουλειά, έχω και εγώ δουλειά και είναι εντάξει”.  Γιατί θα γνωρίζει πως στο σήμερα έχει πάντα επιλογές.

Δεν προτρέπω, ούτε υπονοώ να μένουμε σε καταστάσεις δύσκολες και ταλαιπωρητικές για να δούμε και να επιλύσουμε τα παλιά μας τραύματα.  Όμως, ως ενήλικες μπορούμε να αποκτήσουμε τις ικανότητες που θα μας επιτρέψουν να πειραματιστούμε με τις προκλήσεις του “εδώ και τώρα” που ως παιδιά στο “εκεί και τότε” δεν μπορούσαμε.

Συνεξάρτηση (ή όταν η Ηχώ ερωτεύτηκε τον Νάρκισσο) Μέρος II

Οι αναφορές στη θεραπευτική αντιμετώπιση της συνεξάρτησης ακολουθούν διάφορες προσεγγίσεις όπως ατομική ή ομαδική ψυχοθεραπεία, τα 12 βήματα των Ανώνυμων Συνεξαρτημένων ή μια πιο συνθετική θεραπευτική προσέγγιση.  Το τι βοηθάει τον καθένα είναι καθαρά προσωπική επιλογή και όταν με ρωτάνε ποια προσέγγιση να επιλέξουν, απαντάω τι έχει βοηθήσει εμένα μέχρι τώρα στο να δω και να αντιμετωπίσω τα θέματά μου και πως βίωσα και βιώνω εγώ τη θεραπεία μου γενικά.

Το σημαντικό είναι να ζητήσει κάποιος βοήθεια και κυρίως να καταλάβει πως η ανάρρωση από τη συνεξάρτηση δεν βρίσκεται στο άλλο άτομο, ανεξάρτητα από το πόσο μπορεί να πιστεύει το αντίθετο.  Βρίσκεται στον εαυτό του και στους τρόπους με τους οποίους έχει προσπαθήσει να επηρεάσει τους άλλους. Βρίσκεται στην εμμονή, στον έλεγχο, στο θυμό και τις ενοχές, στην εξάρτηση από ιδιόμορφα άτομα, στην προσέλκυση από το ακατανόητο και την ανοχή σ’αυτό, που καταλήγουν σε εγκατάλειψη του εαυτού μας, σε προβλήματα επικοινωνίας και οικειότητας.

Κάποιος θα πει πως είναι φυσικό να θέλουμε να προστατεύσουμε και να βοηθήσουμε τους ανθρώπους για τους οποίους ενδιαφερόμαστε.  Είναι φυσικό να επηρεαζόμαστε και να αντιδράμε στα προβλήματα των άλλων. Η λέξη ‘αντιδρώ’ έχει ιδιαίτερη σημασία από την άποψη πως η συνεξάρτηση έχει έντονα το στοιχείο της αντίδρασης αφού οι συνεξαρτώμενοι αντιδρούν συνέχεια είτε υπερβολικά, είτε υποτονικά αλλά σπανίως δρουν.

Δεν είναι αφύσικο στο να αντιδρά κάποιος, αλλά το να μάθει πως να μην αντιδρά και να δρα με πιο υγιείς τρόπους είναι ένας σίγουρος τρόπος για να προστατεύσει τον εαυτό του. Δεν σημαίνει πως γινόμαστε απόμακροι ή σταματάμε να ενδιαφερόμαστε. Σημαίνει πως αγαπάμε και δημιουργούμε δεσμούς, χωρίς όμως να τρελαινόμαστε. Μαθαίνουμε πως κάθε άτομο είναι υπεύθυνο για τον εαυτό του και υιοθετούμε μια στάση που λέει ότι πρέπει να κρατιόμαστε μακριά από τις ευθύνες των άλλων και να φροντίσουμε για τις δικές μας. Παραχωρούμε στους άλλους και στον εαυτό μας την ελευθερία να είμαστε υπεύθυνοι και να εξελισσόμαστε.

Δεν είναι υποχρεωτικό να παίρνουμε τα πάντα προσωπικά και κατάκαρδα. Το να πω σε κάποιον “Αν μ’αγαπούσες/αν ήμουν σημαντική για σένα, δεν θα μ’αφηνες να περιμένω/θα απαντούσες στο μήνυμά μου/θα μίλαγες ειλικρινά” έχει νόημα όσο και το να πω σε κάποιον που έχει πνευμονία “Αν μ’αγαπούσες δεν θα έβηχες”.

Συνήθως, τα πράγματα έχουν να κάνουν μ’εμάς πολύ λιγότερο απ’ό,τι νομίζουμε. Εάν κάποιος π.χ. συνηθίζει σε μια σχέση όταν έρθει κοντά με τον άλλον ξαφνικά ν’απομακρύνεται, με τον ίδιο τρόπο θα σχετιστεί και στην επόμενη σχέση.  Το δικό του θέμα πιθανόν να έχει να κάνει με το πως κόβει την επαφή ή θέματα οικειότητας. Εάν εγώ στο σήμερα, νιώθω υπερβολικό πόνο ή καθήλωση για μια τέτοια αλλόκοτη συμπεριφορά, αυτό είναι το δικό μου θέμα. Αυτό που θα βοηθήσει είναι να μείνω λίγο σε μένα και να σκεφτώ, τί μου θυμίζει αυτή η συμπεριφορά που με καθηλώνει; από πού την ξέρω; Πολλές φορές τα συναισθήματά μας δεν γεννιούνται από την τρέχουσα κατάσταση και δεν αφορούν στην πραγματικότητα το εν λόγω πρόσωπο, αλλά πυροδοτούν κάτι που μας συνέβη πριν πολύ καιρό.

Μέσα στη θεραπεία αναγνωρίζεται το βασικό τραύμα ή τραύματα και μπορεί ο άνθρωπος να κατανοήσει το ρόλο που διαδραμάτισε τόσο αυτό όσο και οι άλλοι σε αυτό το τραύμα. Μ’αυτό τον τρόπο θα σταματήσω να προσπαθώ να κάνω κάποιον άλλον ν’αλλάξει, θα σταματήσω να προσπαθώ με τη συμπεριφορά μου να ελέγξω, θα μάθω να διαχωρίζω τον εαυτό μου από τα πράγματα, θα γίνω εγώ γονιός του εαυτού μου και κυρίως θα σταματήσω να ταλαιπωρούμαι.

Δηλαδή, εάν γίνουν όλα αυτά, η σχέση θα καλυτερεύσει;
Όταν κάποιος παύει να καθρεφτίζει το ναρκισσιστή η σχέση τελειώνει.  Ο ναρκισσιστής δεν μπορεί να σχετιστεί μ’ένα αυτόνομο άτομο. Το βασικό εμπόδιο της ανάπτυξης είναι ο φόβος για τον πόνο, η απροθυμία να μπούμε σε μια διαδικασία επίπονη, όπως η ψυχοθεραπεία. Επίπονη και συναρπαστική.

Συνεξάρτηση (ή όταν η Ηχώ ερωτεύτηκε τον Νάρκισσο) Μέρος I

Η συνεξάρτηση πρόκειται για έναν αμφιλεγόμενο όρο ο οποίος προέρχεται από τη φιλοσοφία των ανωνύμων ομάδων αυτοβοήθειας που βασίζονται στο πρόγραμμα των 12 βημάτων. Αναφέρεται σε μια συμπεριφορά “διευκόλυνσης” ενός εξαρτημένου σημαντικού άλλου, σε βάρος του εαυτού.  Με τον όρο “διευκόλυνση” εννοούμε μια τάση για υπερπροστασία και έλεγχο, μια συμπεριφορά που διαιωνίζει την εξάρτηση του άλλου, εμποδίζοντάς τον ν’αναλάβει την ευθύνη του εαυτού του. Η συμπεριφορά “διευκόλυνσης” των συζύγων, ή άλλων μελών της οικογένειας των αλκοολικών αρχικά ονομάστηκε “συν-αλκοολισμός” και στη συνέχεια, καθώς τα προγράμματα των 12 βημάτων επεκτάθηκαν και σε εξαρτήσεις από άλλες ουσίες και άλλες μορφές εξάρτησης (όπως πχ βουλιμία, τζόγος) υιοθετήθηκε ο όρος “συνεξάρτηση”.

Ωστόσο, εκτός απ’τις ομάδες των ανωνύμων, το θέμα της συνεξάρτησης έχει ευρέως μελετηθεί και από το χώρο των επαγγελματιών της ψυχικής υγείας όπου έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες ορισμού της, έχουν αναπτυχθεί διαγνωστικά εργαλεία για την εκτίμησή της (Beck, 1991) και αρκετές υποθέσεις σχετικά με την αιτιολογία της.

Όμως, η συνεξάρτηση δεν προϋποθέτει πάντα την παρουσία ενός αλκοολικού ή γενικότερα εξαρτημένου από ουσίες σημαντικού άλλου, αλλά μπορεί να υπάρχει ανεξάρτητα από τη χημική εξάρτηση. Ο όρος χρησιμοποιείται και για να καθορίσει τις σχέσεις όπου ο ένας σύντροφος εμφανίζει μια χειριστική συμπεριφορά και ο άλλος, φοβούμενος την εγκατάλειψη, συμμορφώνεται. Υπάρχουν άνθρωποι που δυσκολεύονται πολύ να φύγουν από μια άσχημη σχέση και περιγράφουν καταστάσεις όπου όταν έρχονται κοντά στο σύντροφό τους,  εκείνος αρχίζει και απομακρύνεται, και όταν εκείνοι απομακρύνονται με οδύνη, τότε ο σύντροφός τους επιστρέφει.

Σύμφωνα με τους Ανώνυμους Συνεξαρτημένους, ένας άνθρωπος με θέματα συνεξάρτησης, παρουσιάζει συγκεκριμένα μοτίβα συμπεριφοράς όπως στο να αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως ανιδιοτελή και αφιερωμένο στην ευημερία των άλλων, να ζητάει συνεχώς την αναγνώριση, να είναι εξαιρετικά πιστός και να παραμένει σε επιζήμιες καταστάσεις για μεγάλο χρονικό διάστημα, να εκφράζει τον θυμό και την επιθετικότητα με παθητικούς τρόπους, να χρησιμοποιεί το σεξ ενώ θέλει αγάπη, να προσελκύει τους άλλους προς το μέρος του, αλλά όταν έρθουν  κοντά, να τους ωθεί μακριά. http://www.coda.org/tools4recovery/patterns-new.htm

Οι Hughes-Hammer, Martsolf, and Zeller’s (1998a) διαμόρφωσαν ένα μοντέλο για τη συνεξάρτηση.  Το μοντέλο αυτό αποτελείται από μια βασική έννοια: την εστίαση στους άλλους και την παραμέληση του εαυτού, και τέσσερις άλλες υπο-έννοιες: χαμηλή αυτοαξία, απόκρυψη εαυτού, προβλήματα υγείας, θέματα της οικογένειας καταγωγής.
(Με την εστίαση στους άλλους και την παραμέληση του εαυτού θα αναφερθώ στο δεύτερο μέρος του ποστ)

Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; ο Cermak (1991) θεωρεί τα χαρακτηριστικά της συνεξάρτησης συμπληρωματικά του ναρκισσισμού και αναφέρεται στο μύθο του Νάρκισσου και της Ηχούς. Η Ηχώ ελκύεται από το Νάρκισσο γιατί, σύμφωνα με τον Freud, ο ναρκισσισμός ενός ατόμου ασκεί μεγάλη έλξη σ’όσους έχουν απαρνηθεί μέρος του δικού τους ναρκισσισμού. Κατά την περίοδο που τα παιδιά διαφοροποιούνται από τους γονείς τους, αναπτύσσουν δυο συμπληρωματικές ανάγκες. Η πρώτη, μια φυσιολογική ναρκισσιστική ανάγκη όπου αναζητούν την εκτίμηση των άλλων στις ικανότητές τους, και η δεύτερη μια ‘ηχωϊστική’ ανάγκη, η οποία αφορά στην ανάγκη τους να σχηματίσουν μια εξιδανικευμένη εικόνα για τους γονείς τους, με την οποία να συγχωνευθούν.  Όταν η ανάπτυξη είναι φυσιολογική, οι ναρκισσιστικές ανάγκες οδηγούν στην αυτοπεποίθηση, ενώ οι ηχωϊστικές στην ενσυναίσθηση του ενήλικα (Cermak, 1991). Ένας ναρκισσιστής γονιός έχει την τάση να απορρίπτει τις φυσιολογικές ναρκισσιστικές ανάγκες ενός παιδιού, ενώ αντίθετα, ένας γονιός με θέματα συνεξάρτησης, πυροδοτεί τις ναρκισσιστικές ανάγκες. Και στις δυο περιπτώσεις, οι αντίστοιχες ανάγκες παραμένουν στην παιδική τους μορφή και γίνονται ναρκισσισμός και συνεξάρτηση.

Οι ειδικοί λένε πως οι Ναρκισσιστές είναι οι πιο δυνατοί μαγνήτες για έναν άνθρωπο που κάνει σχέσεις εξάρτησης. Στην Αμερική, πάνω από 40 εκατομμύρια άνθρωποι, ειδικά γυναίκες, έχουν την ‘ταμπέλα’ του συνεξαρτώμενου (η συνεξάρτηση δεν έχει συμπεριληφθεί μέχρι τώρα στο DSM και γι αυτό δεν χρησιμοποιώ τη λέξη διάγνωση) Πολλές έρευνες ισχυρίζονται πως η συνεξάρτηση συσχετίζεται με την κατάθλιψη  (Hughes-Hammer, Martsolf & Zeller, 1998; Doheny, 2000) και πως μπορεί να οδηγήσει σε πιο σύνθετα προβλήματα (Sadock & Sadock, 2000)

Το θέμα θα συνεχιστεί σε επόμενο ποστ και θα επικεντρωθεί στο πως μπορεί κάποιος να ζητήσει και να πάρει βοήθεια.