Το δίλημμα του σκαντζόχοιρου

hedgehogs
Λένε, ότι η οικειότητα γεννά περιφρόνηση και ενώ φράσεις αυτού του ύφους πολλές φορές γίνονται στερεότυπες, η συγκεκριμένη, υποστηρίζεται από την καθημερινή εμπειρία εάν σκεφτούμε τις δυσκολίες που περνάνε οι φιλικές, οι επαγγελματικές, οι οικογενειακές και οι ερωτικές σχέσεις. Στην αρχή μιας σχέσης, συνήθως, κυριαρχούν συναισθήματα αγάπης, στοργής, έλξης, ο ενθουσιαμός και η ανάλαφρη διάθεση.  Όπως είναι φυσικό, αυτή η στάση έχει σαν αποτέλεσμα την επιλεκτική προσοχή των χαρακτηριστικών και συμπεριφορών του άλλου.  Επιλέγουμε να βλέπουμε τη φωτεινή πλευρά όμως, η καθημερινή επαφή κάποιες φορές καταστρέφει το μαγευτικό αυτό τοπίο.  Αρχίζουμε και γνωριζόμαστε καλύτερα και κάποια χαρακτηριστικά που προηγουμένως μας γοήτευαν, τώρα μας απογοητεύουν. Γρήγορα, έρχεται και η απομυθοποίηση.

Στο άρθρο τους “Less is more: The Lure of Ambiguity, or why Familiarity Breeds Contempt” οι Norton, Frost and Ariely (2007) ισχυρίστηκαν ότι όντως η οικειότητα γεννά περιφρόνηση, αμφισβητώντας την αντίληψη ότι όσο περισσότερο γνωρίζουμε έναν άνθρωπο, τόσο περισσότερο τον συμπαθούμε. Σε μια σειρά πειραμάτων που έλαβαν χώρα τόσο σε online dating ιστοσελίδα όσο και στο ΜΙΤ, η έρευνά τους έδειξε ότι όσο περισσότερες πληροφορίες αποκτούμε σχετικά με τους άλλους, τόσο μικρότερη είναι και η προτίμηση.

Έτσι, η ασάφεια -η οποία στην έρευνα ορίστηκε ως έλλειψη πληροφοριών- έχει περισσότερες πιθανότητες να μας κάνει να συμπαθήσουμε κάποιον, γιατί έχουμε την τάση να μας αρέσουν άνθρωποι που υποθέτουμε ότι έχουν χαρακτηριστικά παρόμοια με τα δικά μας. Δηλαδή προβάλουμε στους άλλους χαρακτηριστικά που δεν έχουν.  Αυτό που οδηγεί τη σύνδεση μεταξύ γνώσης και αντιπάθειας, είναι η έλλειψη ομοιότητας.

Οι περισσότεροι συμμετέχοντες οι οποίοι γνώριζαν χαρακτηριστικά ενός άλλου, βρήκαν διαφορές με τον εαυτό τους και έτσι, από τη στιγμή που αντιλήφθησαν την αναμοιότητα, επηρεάστηκαν αρνητικά και επηρεάστηκε η άποψή τους ακόμα και για χαρακτηριστικά τα οποία πριν θα έβρισκαν ουδέτερα.

Οι περισσότεροι θέλουμε και έχουμε ανάγκη από αγάπη και κοντινότητα.  Ο φόβος, όμως, είναι εξίσου ισχυρή δύναμη και ανταγωνίζεται αυτή μας την ανάγκη. Παρόλο που οι ανάγκες μένουν ακάλυπτες όταν δεν ερχόμαστε κοντά, μπορεί να νιώθουμε μεγαλύτερη ασφάλεια όταν δεν το κάνουμε. Με τον τρόπο αυτό, δεν διακινδυνεύουμε την αβεβαιότητα που προκύπτει από τη στενή συναισθηματική σχέση με έναν άλλον άνθρωπο. Δεν διακινδυνεύουμε να πρέπει να δείξουμε ότι είμαστε αυτό που είμαστε, κάτι που περικλείει τη συναισθηματική ειλικρίνεια, αλλά και την πιθανή απόρριψη των συναισθημάτων μας. Δεν διακινδυνεύουμε την εγκατάλειψή μας από τους άλλους. Δεν βιώνουμε την αμηχανία που συνεπάγεται η αρχή μιας σχέσης που για πολλούς είναι πραγματικά αφόρητη.

Όταν δεν πλησιάζουμε στενά κάποιους ανθρώπους, ξέρουμε τι να περιμένουμε: τίποτα.
Η στενή επαφή-η οικειότητα έχουν συχνά ως συνέπεια την αίσθηση της απώλειας του ελέγχου. Η οικειότητα θέτει σε δοκιμασία τους βαθύτερους φόβους μας για το ποιοι είμαστε και για το εάν είναι αποδεκτό να είμαστε ο εαυτός μας, για το ποιοί είναι οι άλλοι και εάν είναι αποδεκτό να είναι εκείνοι αυτό που είναι. Απαιτείται ειλικρίνεια, αυθορμητισμός, εμπιστοσύνη, αποδοχή του εαυτού μας και αποδοχή των άλλων.

Η προσέγγιση μπορεί να μας προκαλεί φόβο αλλά δεν είναι και απαραίτητο να είναι έτσι.  Μπορούμε να είμαστε ο πραγματικός μας εαυτός όταν είμαστε με άλλους ανθρώπους και αξίζει να το διακινδυνεύουμε. Μπορούμε να εμπιστευτούμε τον εαυτό μας και έχουμε τη δυνατότητα να αντεπεξέλθουμε στην αμηχανία που υπάρχει στο ξεκίνημα μιας σχέσης, έστω και αν στην αρχή το κάνουμε όπως οι σκαντζόχοιροι. Προσεκτικά.

ΥΓ: Το δίλημμα του ακανθόχοιρου πρωτοεμφανίζεται στο έργο του Schopenhauer
‘Parerga und Paralipomena’ και το 1921 στο ‘Group Psychology and the Analysis of the Ego’ του Freud.  Μια ομάδα σκαντζόχοιρων στην προσπάθειά τους να έρθουν κοντά για να ζεσταθούν μια χειμωνιάτικη μέρα, έπρεπε να καταβάλουν προσπάθεια για να βρουν την ισορροπία έτσι ώστε και να πάρουν τη ζεστασιά αλλά και να μην τραυματιστούν μεταξύ τους με τα αιχμηρά τους αγκάθια.  Πρόκειται για μια αναλογία των προκλήσεων που προκαλεί η ανθρώπινη οικειότητα και το τι μπορεί να συμβεί κατά τη διαδικασία της δημιουργίας μιας σχέσης.Όσο πιο κοντά έρχονται δυο άνθρωποι μεταξύ τους, τόσο πιο πιθανό είναι να πληγωθούν. Όμως, αν παραμείνουν χώρια, θα συνεχίσουν να έχουν τον πόνο της μοναξιάς
.

 

Κάθε μέρα λίγο πιο κοντά

shameΠριν λίγο καιρό γνώρισα κάποιον. Ενώ θέλω πολύ να αφεθώ και να πάω πιο κοντά δυσκολεύομαι, έχω πολύ άγχος που ευτυχώς όμως κρύβω. Για να καταλάβεις, είναι σαν να έχω μια εσωτερική φωνή που μου λέει συνέχεια όλα όσα πρέπει να κάνω για να τα καταφέρω όμως εξωτερικά παγώνω και δεν κάνω τίποτα. Θέλω να μου πεις συγκεκριμένα βήματα που πρέπει να ακολουθήσω.  καταλαβαίνω πως μάλλον έχω θέμα όμως μπορείς να μου δώσεις μερικές γρήγορες και εύκολες συμβουλές χωρίς αναφορές στο παρελθόν κλπ; τώρα τι κάνουμε!”.

Ένας συντριπτικά μεγάλος αριθμός προβλημάτων στις σχέσεις συνοψίζεται σε δυο φράσεις: Κάποιος στέκεται πολύ μακριά. Κάποιος στέκεται πολύ κοντά. Το να καταφέρεις να έχεις τη σωστή απόσταση από έναν άνθρωπο πρόκειται για ένα κατόρθωμα εφικτό μόνο όταν μάθεις τον τρόπο να αναγνωρίσεις ότι χρειάζεσαι την αγάπη του, όταν εμπιστευτείς πως και εκείνος θα σε χρειαστεί και βεβαίως να πιστεύεις πως θα μπορέσεις να ζήσεις και χωρίς αυτόν.

Αυτές οι δυο τάσεις -τώρα θα σταθώ σ’αυτή που σε αφορά- προέρχονται από εκεί που θα προτιμούσες να μην αναφερθώ, πράγμα δύσκολο γιατί τα τραυματικά γεγονότα που έχουμε βιώσει στην παιδική μας ηλικία έχουν δημιουργήσει μοτίβα και συνήθειες αρνητικών σκέψεων, συναισθημάτων και συμπεριφορών, οι οποίες με τη σειρά τους γίνονται αυτοεκπληρούμενες προφητείες. Γινόμαστε εκείνοι που νιώθουμε ασφαλείς όταν είμαστε μακριά, γιατί η αρχική μας απόπειρα προσέγγισης έληξε μάλλον άδοξα. Για ένα παιδί αυτό μεταφράστηκε ως απόρριψη, ντροπή, μπέρδεμα, αβεβαιότητα, κυρίως όμως ήταν κάτι που δεν ήξερε να το αντιμετωπίσει. Ασυνείδητα αποφάσισε πως τέτοια μορφή έκθεσης δεν θα ξανασυμβεί ποτέ. Έτσι λοιπόν στο τώρα, στην παραμικρή υπόνοια απογοήτευσης ή απόρριψης -ή για να είμαι πιο ακριβής αυτό που ερμηνεύει ως απόρριψη- για να αποφύγει τον πόνο θα σηκώσει τοίχους για να αποφευχθεί η οικειότητα που στο τότε δεν του παρείχε ασφάλεια. Ο μεγαλύτερος φόβος που βιώνει είναι αυτός της οικειότητας, με δευτερεύοντα φόβο αυτόν της εγκατάλειψης.

Οι περισσότεροι θέλουμε και έχουμε ανάγκη από αγάπη και εγγύτητα.  Ο φόβος, όμως, είναι εξίσου ισχυρή δύναμη και ανταγωνίζεται αυτή μας την ανάγκη. Παρόλο που οι ανάγκες μένουν ακάλυπτες όταν δεν ερχόμαστε κοντά, μπορεί να νιώθουμε μεγαλύτερη ασφάλεια όταν δεν το κάνουμε. Με τον τρόπο αυτό, δεν διακινδυνεύουμε την αβεβαιότητα που προκύπτει από τη στενή συναισθηματική σχέση με έναν άλλον άνθρωπο. Δεν διακινδυνεύουμε να πρέπει να δείξουμε αυτό που είμαστε, κάτι που περικλείει τη συναισθηματική ειλικρίνεια, αλλά και την πιθανή απόρριψη των συναισθημάτων μας. Δεν διακινδυνεύουμε την εγκατάλειψή μας από τους άλλους. Δεν βιώνουμε την αμηχανία που συνεπάγεται η αρχή μιας σχέσης που για πολλούς είναι πραγματικά αφόρητη.

Η στενή επαφή, η οικειότητα έχουν συχνά ως συνέπεια την αίσθηση της απώλειας του ελέγχου. Η οικειότητα θέτει σε δοκιμασία τους βαθύτερους φόβους μας για το ποιοι είμαστε και για το εάν είναι αποδεκτό να είμαστε ο εαυτός μας. Απαιτείται ειλικρίνεια, αυθορμητισμός, εμπιστοσύνη, αποδοχή του εαυτού μας και αποδοχή των άλλων.

Ζητάς γρήγορη λύση σε κάτι που σε ταλαιπωρεί και το καταλαβαίνω. Ξέρεις, η αντίσταση στην επιθυμία να βρισκόμαστε μακριά ή κοντά, για κάποιους είναι δουλειά χρόνων. Δεν είναι πάντα εύκολο να περιγράψεις στον άλλον αυτό που σου συμβαίνει, να μην έχεις την ανάγκη να κρύβεσαι στην παραμικρή υπόνοια απόρριψης. Δεν είναι εύκολο να αφήνεις χώρο στον άλλον ελπίζοντας πως θα επιστρέψει και ταυτόχρονα να έχεις και τη σιγουριά πως και να μην επιστρέψει, θα επιβιώσεις.

Η προσέγγιση μπορεί να φαίνεται τρομακτική αλλά δεν είναι και απαραίτητο να είναι έτσι.  Μπορείς να είσαι ο πραγματικός σου εαυτός όταν είσαι με άλλους ανθρώπους και αξίζει να το διακινδυνεύσεις. Μπορείς να εμπιστευτείς τον εαυτό σου και έχεις τη δυνατότητα να αντεπεξέλθεις στην αμηχανία που υπάρχει στο ξεκίνημα μιας σχέσης, έστω και αν στην αρχή το κάνεις όπως οι σκαντζόχοιροι. Προσεκτικά.

 

Ό,τι αξίζει πονάει κι είναι δύσκολο;

love avoidants love addicts

«Βάλε με σ’ένα δωμάτιο γεμάτο γυναίκες, και θα ερωτευτώ αυτή με τα περισσότερα προβλήματα, αυτή που θα μου συμπεριφέρεται χειρότερα. Η αλήθεια είναι πως πάντα
μου άρεσαν οι προκλήσεις. Αν μια γυναίκα μου φέρεται πολύ καλά με απωθεί
” είπε το αγόρι με το γκρι κασκόλ στο διπλανό τραπέζι. “εμένα πάλι όλοι όσοι γνωρίζω και καταλάβουν πως ενδιαφέρομαι πραγματικά για εκείνους εξαφανίζονται. Δεν καταλαβαίνω γιατί γίνεται αυτό. Μαγνήτη έχω; γιατί να είμαι τόσο άτυχη;“.

Πολλοί άνθρωποι επιθυμούν μια στενή σχέση, όμως, εξαιτίας κάποιων τραυματικών γεγονότων ή δυσκολιών της παιδικής τους ηλικίας, βρίσκουν δύσκολο και πολλές φορές τρομακτικό το “project” σχέση. Κάποιοι, βίωσαν εγκατάλειψη -φυσική ή συναισθηματική- ενώ άλλοι, κάποιου είδους παραμέληση με αποτέλεσμα να έχουν την τάση να επιλέγουν ανθρώπους οι οποίοι δεν είναι διαθέσιμοι. Άνθρωποι που έχουν κακοποιηθεί είτε σωματικά είτε συναισθηματικά είτε λεκτικά επιλέγουν ανθρώπους που θα τους συμπεριφερθούν αναξιόπιστα όχι επειδή είναι άρρωστοι, ή χαζοί, αλλά επειδή η τάση όλων μας είναι να πηγαίνουμε στο γνώριμο, σ’αυτό που ξέρουμε.  Τα τραυματικά γεγονότα που έχουμε βιώσει στην παιδική μας ηλικία έχουν δημιουργήσει μοτίβα και συνήθειες αρνητικών σκέψεων, συναισθημάτων ακόμα και συμπεριφορών, οι οποίες με τη σειρά τους γίνονται αυτοεκπληρούμενες προφητείες.

Ένα ακραίο -αλλά πολύ συνηθισμένο- αποτέλεσμα που μπορεί να προκύψει από την εγκατάλειψη ή την παραμέληση είναι η εξάρτηση από την αγάπη. Οι εξαρτώμενοι από την αγάπη (love addicts), έχοντας ακάλυπτες συναισθηματικές ανάγκες, επιδιώκουν να γεμίσουν αυτό το κενό.  Όπως είναι φυσικό, θα πάνε σ’αυτό που ξέρουν καλά απ’την ιστορία τους. Θα πάνε σ’αυτούς που αποφεύγουν την αγάπη (love avoidants) και θα τους ζητήσουν επίμονα, χειριστικά, να τους ταϊσουν τη “μπεμπελάκ” που δεν είχαν φάει πίσω στο χρόνο. Ο φόβος της εγκατάλειψης που βιώνουν είναι τόσο μεγάλος, που μπαίνουν σ’ένα κύκλο εμμονής και κυνηγητού του άλλου, ο οποίος φυσικά πιέζεται και φεύγει, το αντίθετο δηλαδή απ’αυτό που ήθελε ο εξαρτημένος, αλλά αυτό που υποσυνείδητα περίμενε. Αυτός ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται και βιώνονται από την αρχή τα ίδια ακριβώς οδυνηρά συναισθήματα που βιώνονταν και στο παρελθόν: εγκατάλειψη, φόβος, θυμός, πόνος, κενό και κυρίως λαχτάρα.

Απ’την άλλη πλευρά, αυτοί που αποφεύγουν την αγάπη, το κάνουν σηκώνοντας συστηματικά τοίχους για να αποφευχθεί η οικειότητα. Αποφεύγουν την οικειότητα δημιουργώντας ένταση έξω απ’τη σχέση. Μπαίνουν στη σχέση από καθήκον και όχι από αγάπη και αυτό συμβαίνει γιατί στο παρελθόν χρειάστηκε να φροντίσουν εκείνοι τον –αντίθετου φύλου- γονιό τους όπως π.χ. να ακούνε τα προβλήματά του. Από τότε λοιπόν που ανέλαβαν τέτοιο δυσβάσταχτο για ένα παιδί ρόλο, στο σήμερα, θεωρούν τις σχέσεις ασφυκτικές. Η αίσθηση της αξίας τους πηγάζει από το να φροντίζουν αυτούς που έχουν ανάγκη. Αυτό ορίζουν ως “δουλειά” σε μια σχέση και νιώθουν ένοχοι αν δεν το κάνουν.

Αυτό που ακολουθεί είναι μια τοξική σχέση όπου ο μεγαλύτερος φόβος του ενός είναι αυτός της εγκατάλειψης, με δευτερεύοντα φόβο αυτόν της στενής επαφής, και ο μεγαλύτερος φόβος του άλλου είναι αυτός της οικειότητας, με δευτερεύοντα φόβο αυτόν της εγκατάλειψης. Ακόμα κι αν εγκαταλείψει ο ένας τον άλλον, θα ξαναρχίσουν τον κύκλο με τον επόμενο. Και αυτό δεν θα σταματήσει ποτέ; Θα σταματήσει μόνον εάν αντιμετωπιστεί το αρχικό τραύμα. Μέχρι να γίνει αυτό, η επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά κρατάει ζωντανό το θέμα μέχρι να λυθεί ο παλιός λογαριασμός.

Η ζωή θέλει προσοχή. Τα διάφορα τσιτάτα στο στυλ “επειδή ζούμε μια φορά δεν έχω καταλάβει εάν θα πρέπει να τα κάνουμε όλα σωστά ή όλα λίμπα” ή “Ακολούθησε την καρδιά σου και όπου σε βγάλει ή ό,τι είναι δύσκολο αξίζει “ κλπ, είναι για να τα βλέπουμε ως λεζάντες σε φωτογραφίες στα social media ή σε αισθηματικές κομεντί και να χαμογελάμε.  Σίγουρα όχι για να πορευόμαστε μ’αυτά γιατί είναι μαθηματικά βέβαιο πως η ζωή θα μας εκπλήξει μάλλον δυσάρεστα.

Δεν χρειάζεται να υποφέρουμε και να προκαλούμε ένταση για να αισθανόμαστε ότι είμαστε ζωντανοί. Ας μάθουμε να αγαπάμε τον εαυτό μας.  Ναι, είναι το μεγαλύτερο κλισέ που έχει ειπωθεί ποτέ ενώ εξίσου κοινότοπο ακούγεται και το “Χωρίς αυτοσεβασμό είναι σαν να μην υπάρχεις“.  Αυτή όμως είναι η αλήθεια. Ξέρω, πως κάποιοι ενώ διαβάζουν αυτά θα σκέφτονται “Α, δηλαδή μας λες να συμβιβαστούμε; Να ζήσουμε μια ζωή άνοστη, πληκτική με το φόβο μήπως πληγωθούμε;”.  Όχι, δεν λέω αυτό. Λέω να σταματήσουμε να κάνουμε λανθασμένα πράγματα για σωστούς και δικαιολογημένους λόγους.

Ας θρηνήσουμε για όλες τις απώλειες και ας κλείσουμε τους ανοιχτούς λογαριασμούς της παιδικής μας ηλικίας όσο καλύτερα μπορούμε.  Ας διερευνήσουμε πως επηρεάζουν τα “εκεί και τότε” γεγονότα τον τρόπο με τον οποίο ενεργούμε στο “εδώ και τώρα”. Είναι δύσκολο και κάποιες φορές -αν και μπορεί να έχουμε δουλέψει τα θέματά μας- η τάση μας θα είναι να πάμε στο γνώριμο, έστω και αν αυτό είναι άσχημο ή ταλαιπωρητικό γιατί αυτό μας φαίνεται πιο εύκολο.  Ξέρουμε πως να είμαστε μέσα σ’αυτό, ξέρουμε να συμπεριφερθούμε, τι να περιμένουμε, τί δεν θα πάρουμε.  Ο καινούργιος τρόπος έχει φόβο επειδή είναι άγνωστος.

Κι αν κάποια στιγμή η τάση είναι πολύ ισχυρή, ας είμαστε μαλακοί με τον εαυτό μας και ας είμαστε σίγουροι πως θα πάμε για λίγο στην ταλαιπωρία αλλά με πλήρη επίγνωση και υπενθυμίζοντας στον εαυτό μας, πως “εκεί που πάω το μόνο που θα κερδίσω, είναι ένταση“.  Αυτό είναι και η επιτυχία της ψυχοθεραπείας.  Όχι να μην επαναλάβουμε κάποια συμπεριφορά και να γίνουμε κάποιοι άλλοι, αλλά να έχουμε επίγνωση του τί κάνουμε και πώς το κάνουμε. Τότε μόνο θα μπορούμε να πούμε με σιγουριά πως κανείς δεν μπορεί να μπει στο ίδιο ποτάμι δυο φορές.

Πρώτη δημοσίευση στις 23/12/2014 στον Εξώστη Πηγή http://www.exostispress.gr/Article/oti-axizei-ponaei-ki-einai-diskolo-0#ixzz3NTmM2V4r