Τα όρια με την οικογένεια -Μέρος Β

Το να βάζω όρια στη σχέση με τους γονείς μου μπορεί να σημαίνει πως

  • θα εκφράζω τα συναισθήματά μου ανοιχτά
  • θα διαχειρίζομαι τον χρόνο με τρόπο που εξυπηρετεί πρώτα το δικό μου πρόγραμμα και τον τρόπο ζωής μου
  • δεν θα πιέζομαι να παρευρίσκομαι σε κάθε οικογενειακή μάζωξη εάν δεν έχω διάθεση
  • θα φροντίζω να ενημερώνω για τις συνήθειές μου όταν με επισκέπτονται
  • θα έχω κάνει σαφές ότι με ενοχλούν οι απροειδοποίητες εμφανίσεις στο σπίτι μου
  • θα μοιράζομαι λεπτομέρειες της προσωπικής μου ζωής όταν και εάν θέλω
  • εάν έχω διαφορές ή συγκρούσεις με άλλα μέλη της οικογένειας θα το λύνουμε μεταξύ μας χωρίς την παρέμβασή τους
  • έχω δικαίωμα να μη θέλω να ακούω για τις σχέσεις τους ή τις συγκρούσεις τους με άλλα μέλη της οικογένειας

Ο τρόπος για να επικοινωνήσω τα παραπάνω μπορεί να είναι κάπως έτσι:

  • θέλω να μπορώ να εκφράζω όλα μου τα συναισθήματά, όχι μόνο όταν είμαι καλά
  • δεν θα έρθω στο τραπέζι τα Χριστούγεννα/Πάσχα κλπ γιατί έχω κανονίσει κάτι άλλο για εκείνη τη μέρα. θα έρθω να σας δω όταν επιστρέψω.
  • έχω τσακωθεί με την/τον αδερφό μου και δεν θέλω σε παρακαλώ να ανακατευτείς με οποιοδήποτε τρόπο. θα το τακτοποιήσουμε μόνοι μας
  • Πριν περάσεις απ’το σπίτι στείλε μου ένα μήνυμα γιατί εκείνη την ώρα μπορεί να έχω δουλειά και να μην μπορώ να διακόψω
  • δεν τρώω κρέας οπότε εάν δεν έχεις χρόνο ή είναι κόπος να φτιάξεις και κάτι άλλο για μένα, πες μου να φροντίσω να φέρω το δικό μου φαγητό.
  • ξέρω πως ρωτάς από ενδιαφέρον αλλά δεν θέλω να πω κάτι τώρα
  • καταλαβαίνω πόσο σημαντικό είναι για σένα να διατηρούνται οι οικογενειακές σχέσεις, απλά εγώ το κάνω με άλλους τρόπους

Οι πρώτες φορές που θα προσπαθήσουμε να οριοθετηθούμε ίσως να μας ζορίσουν όλους γιατί είναι κάτι καινούργιο. Οι αντιστάσεις αργά ή γρήγορα θα καμφθούν και θα βοηθήσει πολύ εάν το όριο είναι σαφές, σταθερό και συνεπές. Θα είμαστε πάντα τα παιδιά των γονιών μας. Ως ενήλικες που εξελίσσονται συνέχεια επιλέγοντας εμείς τον τρόπο που θέλουμε να ζούμε. 

Τα όρια με την οικογένεια – Μέρος Α

Όλοι οι άνθρωποι μετά τα δεκαοκτώ ενηλικιωνόμαστε. Ακόμα και αν εξακολουθούμε να ζούμε με τους γονείς μας, νομικά, είμαστε ενήλικες και φυσικά η πρόσβασή τους στη ζωή μας αλλάζει. Βεβαίως ίσως να χρειάζεται να τηρούμε κάποιες συνήθειες και κανόνες όταν ακόμα ζούμε στο σπίτι τους, αλλά ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, μπορούμε και είναι απαραίτητο να βάζουμε κάποια απαραβίαστα όρια έστω και σε μικρότερη κλίμακα.

Όχι γιατί απλά “έτσι είναι το σωστό” αλλά μέρος της ενηλικίωσης είναι να αποφασίζουμε οι ίδιοι για εμάς. Πολύ συχνά την οριοθέτηση οι γονείς τη μεταφράζουν ως έλλειψη σεβασμού ίσως γιατί δυσκολεύονται να αποδεχθούν πως πλέον δεν έχουν την ίδια επίδραση στη ζωή μας, παρόλο που ξέρουν τι θα πουν για να μας πυροδοτήσουν και να πάρουν αυτό που θέλουν.

Είναι πολύ δύσκολο να οριοθετούμαστε και να ξεχνάμε τις ανάγκες και τα θέλω μας όταν καταλαβαίνουμε τη δυσαρέσκειά τους απλώς διαβάζοντας τη γλώσσα του σώματός τους ή παρατηρώντας και την πιο ανεπαίσθητη αλλαγή στη διάθεσή τους. Αυτό όμως που συμβαίνει όταν δεν οριοθετούμαστε, είναι να καταλήγουμε απογοητευμένοι και θυμωμένοι με τον εαυτό μας γι’αυτό και είναι σημαντικό κάποια στιγμή να αναρωτιόμαστε “εγώ τι θέλω;”

Κάποιες ενδείξεις που θα σας βοηθήσουν να καταλάβετε πότε παραβιάζεται το όριό σας είναι οι παρακάτω

– γνωρίζουν αρκετά πράγματα και λεπτομέρειες της σχέσης σας
– παρεμβαίνουν στις διαφωνίες που έχετε με άλλους ανθρώπους
– δεν σέβονται και δεν ρωτάνε τη γνώμη σας
– μπαίνουν στο δωμάτιό σας χωρίς να χτυπάνε την πόρτα
– έχετε την τάση να τους λέτε εύκολα ναι ακόμα και αν δεν θέλετε επειδή νιώθετε υποχρεωμένοι που σας φιλοξενούν

Το να οριοθετούμαστε είναι δύσκολο και το κάνει ακόμα πιο δύσκολο με τους κοντινούς μας ανθρώπους γιατί τους είναι δύσκολο να αποδεχθούν πως έχουμε αλλάξει. Να θυμάστε πάντα πως το όριο δεν πάμε να το βάλουμε ποτέ στον άλλον. Το όριο το βάζουμε στον εαυτό μας. Με το να τοποθετούμαστε, με το να επικοινωνούμε το πώς νιώθουμε με κάποια συμπεριφορά, με το τι δεχόμαστε-επιτρέπουμε και τι όχι.

Όρια στην εργασία – Μέρος Α 

Οι κρίσεις που αντιμετωπίζουμε στη σταδιοδρομία μας τείνουν να μας συναντούν σε συγκεκριμένες περιόδους που πολλές φορές δυσκολευόμαστε και οι ίδιοι να καταλάβουμε και να εντοπίσουμε τι είναι αυτό που μας κάνει να θέλουμε να πάρουμε μια διαφορετική πορεία. Όσο σημαντικό είναι να ακούμε τον εαυτό μας, να καλύπτουμε τις ανάγκες και να κυνηγάμε τα όνειρά μας, άλλο τόσο σημαντικό είναι να στεκόμαστε λίγο και να αναρωτιόμαστε για ποιο λόγο νιώθουμε δυσαρέσκεια τη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία.

Η ισχυρή μας επιθυμία να βρούμε μια νέα επαγγελματική ταυτότητα ή μια καινούργια δουλειά θα μπορούσε να συνδέεται -μαζί με άλλες αιτίες- με ένα τοξικό εργασιακό περιβάλλον, όπου η κατάσταση της συναισθηματικής και ψυχικής μας υγείας επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό.

Πριν σιγουρευτούμε πως η μόνη λύση είναι να αποχωρήσουμε από έναν εργασιακό χώρο, ίσως θα μας βοηθήσει να αναρωτηθούμε τα εξής: α) έχω προσπαθήσει να οριοθετηθώ;
β) με τι τρόπο συμβάλλω σε αυτή την κατάσταση; γ) υπάρχει κάτι που μπορώ να κάνω για να βελτιώσω τις συνθήκες;  

Κάποιες φορές, όσο δύσκολο και αν είναι, η καινούργια αρχή που χρειαζόμαστε είναι με τον εαυτό μας. Τι σημαίνει όμως όταν λέμε πως δυσκολευόμαστε να οριοθετηθούμε στον εργασιακό μας χώρο; Εννοούμε ότι

  • Κάνουμε τη δουλειά και των άλλων συναδέλφων
  • δεχόμαστε πολύ συχνά ερωτήσεις για την προσωπική μας ζωή
  • αναλαμβάνουμε περισσότερα από όσα μπορούμε με αποτέλεσμα να επιβαρυνόμαστε
  • δυσκολευόμαστε να αναθέτουμε τη δουλειά και σε άλλους 
  • υπάρχει ερωτική διεκδίκηση που δεν θέλουμε 
  • δεν αμοιβόμαστε για το έργο που παρέχουμε
  • δεν παίρνουμε την άδειά μας 
  • δεν μπορούμε να πούμε όχι σε κάτι και ας ξέρουμε πως δεν θα ανταπεξέλθουμε 
  • εργαζόμαστε και στην άδειά μας

Αυτό που κάνει ακόμα πιο δύσκολη την οριοθέτηση στο χώρο εργασίας είναι ο φόβος των υπαλλήλων ότι θα χάσουν τη δουλειά τους.  

Υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που δεν καταλαβαίνουν πως η συμπεριφορά τους είναι προσβλητική, ανορίοτη και ανάρμοστη. Τα όρια δεν είναι κοινή λογική. Τα όρια μαθαίνονται. Στους εργασιακούς χώρους, τα όρια επικοινωνούνται -ή θα έπρεπε να επικοινωνούνται- με τρόπο σαφή και ξεκάθαρο, από το τμήμα ανθρώπινου δυναμικού και φυσικά από τη συμπεριφορά των Διευθυντών-Προϊσταμένων η οποία είναι και αυτή που θέτει όρους και δημιουργεί κλίμα. 

Όρια – Μέρος Στ

Πράγματα που μπορεί να συμβούν όταν αποφεύγουμε να βάζουμε όρια: Υπερκόπωση

Υπερκόπωση παθαίνουμε όταν εξαντλουμαστε συναισθηματικά, διανοητικά και σωματικά. Αρκετές φορές μπορεί να καταλήξει σε χρόνια απογοήτευση με τον εαυτό μας και τους άλλους, σε συχνές εναλλαγές διάθεσης, στη λήψη λανθασμένων αποφάσεων, σε τάσεις φυγής. Η υπερκόπωση οφείλεται και στη δυσκολία οριοθέτησης, όπως π.χ.

– Δεν γνωρίζουμε πότε να λέμε όχι. (εάν εμπίπτετε σ’αυτή την κατηγορία, ο πιο εύκολος τρόπος για να καταλάβετε πως έχει έρθει η στιγμή να πείτε “όχι” είναι να αρχίσετε να σας παρατηρείτε. εάν θυμώνετε ή πιέζεστε κάθε φορά που σας ζητάνε κάτι, να σας ακούσετε)
– Δεν ξέρουμε τον τρόπο να πούμε όχι (μπορείτε να δείτε προηγούμενες αναρτήσεις που γράφουμε ενδεικτικούς τρόπους να λέμε όχι. Επίσης, να θυμάστε πως είναι κάτι που μαθαίνεται.)
– Όταν βάζουμε τις ανάγκες των άλλων πάνω από τις δικές μας. (Δεν υπάρχει περίπτωση να μην βρίσκουμε έστω και πέντε λεπτά μέσα στην ημέρα να κάνουμε κάτι πουι θα μας βοηθήσει να αποφορτιστούμε)
– Όταν θέλουμε πάντα να ευχαριστούμε τους άλλους (κάντε στον εαυτό σας την ερώτηση “γιατί μου είναι τόσο σημαντικό να ευχαριστώ συνέχεια τους άλλους;”)
– Όταν πιστεύουμε πως μπορούμε να κάνουμε τα πάντα (εδώ παίζουν τεράστιο ρόλο τα κοινωνικά δίκτυα. ποτέ μη μπαίνετε σε σύγκριση με άλλους ανθρώπους. δεν έχει κανένα νόημα. ακόμα και αν δεχτούμε πως υπάρχουν άνθρωποι ‘υπερήρωες’ εμείς βλέπουμε το αποτέλεσμα, όχι τη διαδικασία-τι συνεπάγεται όλη αυτή η εικόνα)
– Όταν έχουμε μη ρεαλιστικές προσδοκίες (δεν μπορούμε να κάνουμε τα πάντα μόνοι μας. ζητάτε βοήθεια, αναθέστε και σε άλλους πράγματα)
– Όταν δεν αναγνωρίζονται -πρώτα από εμάς- όλα αυτά που κάνουμε (ξεκινήστε από τα βασικά. πείτε και ένα μπράβο στον εαυτό σας)

Άλλες συμπεριφορές ή καταστάσεις που οδηγούν στην εξάντληση και έχουν να κάνουν με τη δυσκολία οριοθέτησης μπορεί να είναι όταν επιτρέπουμε στους άλλους να παραπονιούνται συνέχεια για τα ίδια πράγματα. Όταν κάνουμε πράγματα που δεν μας δίνουν χαρά. Όταν προσπαθούμε να ελέγξουμε καταστάσεις που δεν μπορούμε. Όταν δίνουμε χρόνο και συμβουλές σε ανθρώπους που μας θεωρούν δεδομένους.

Όρια – Μέρος Ε

Τις περισσότερες φορές που θα αρχίσουμε να οριοθετούμαστε οι άλλοι με κάποιον από τους παρακάτω πιο συνηθισμένους τρόπους θα απαντούν.

– Με το να αντιδρούν. Η αντίδραση μπορεί να σημαίνει κάτι του τύπου “Δεν νομίζω πως μπορώ να το κάνω αυτό” ή “Δεν το βρίσκω δίκαιο”. Ένας σχετικά εύκολος τρόπος να απαντάμε σε μια τέτοια αντίδραση θα μπορούσε να είναι “Το ακούω ότι σε δυσκολεύει/δεν σου αρέσει ο καινούργιος μου τρόπος, αλλά και για μένα είναι σημαντικό να αισθάνομαι ασφαλής στις σχέσεις μου. Τα όρια είναι ένας από τους τρόπους που θα με βοηθήσουν να το κάνω”.

– Με το να δοκιμάζουν κατά πόσο το εννοούμε αυτό που λέμε. Αυτή τη συμπεριφορά -το να δοκιμάζουν τα όριά μας- συνήθως την έχουν τα παιδιά αλλά και αρκετοί ενήλικοι. Το ακούνε αυτό που έχουμε πει, αλλά θέλουν να επιβεβαιώσουν κατά πόσο είμαστε σταθεροί σ’αυτό. Όταν έχουμε ήδη πει όχι σε κάτι που μας έχουν ζητήσει, προσπαθούν να το διαπραγματευτούν. π.χ. “Θα επανέλθω την επόμενη εβδομάδα μήπως τότε μπορέσεις να με βοηθήσεις.” Σε μια τέτοια περίπτωση το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να είμαστε σταθεροί.

– Με αδιαφορία. Με το να συνεχίζουν να έχουν την ίδια συμπεριφορά με πριν. Είναι σαν να μην έχουν ακούσει τίποτα από αυτά που έχουμε πει. Πάλι, αυτό που έχουμε να κάνουμε είναι να επαναλάβουμε το όριο και να είμαστε σταθεροί και συνεπείς σ’αυτά που έχουμε επικοινωνήσει.

– Με αμφισβήτηση. Σε αυτή την περίπτωση ο άλλος θα αρχίσει τις ερωτήσεις. “γιατί αποφάσισες να το κάνεις τώρα αυτό; παλιά δεν ήσουν έτσι”. Σε τέτοιες περιπτώσεις συνήθως μπαίνουμε στη διαδικασία να εξηγούμε και να προσπαθούμε να δώσουμε απαντήσεις σε ερωτήσεις που ούτε νόημα έχουν και κυρίως δεν είμαστε υποχρεωμένοι. Η απάντηση είναι “γιατί άλλαξα γνώμη”. Δεν έχουμε κανένα λόγο να μπαίνουμε σε διαπραγμάτευση για κάτι τέτοιο.

– Με εξαφάνιση. Αντί να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους λεκτικά το δείχνουν με αυτή τη συμπεριφορά. Δεν απαντάνε στα μηνύματα ή στις κλήσεις μας, ακυρώνουν σχέδια, διατηρούν την επαφή με τους κοινούς φίλους χωρίς να μας συμπεριλαμβάνουν. Η απάντηση σε μια τέτοια συμπεριφορά είναι να στείλουμε ένα μήνυμα με το να περιγράφουμε ακριβώς αυτό που παρατηρούμε. Τις περισσότερες φορές θα απαντήσουν γιατί οι άνθρωποι δεν θέλουμε να δείχνουμε ενοχλημένοι όταν είμαστε. Στο μήνυμα που θα στείλουμε θα πούμε -μιλώντας πάντα στο πρώτο πρόσωπο- πώς αισθανόμαστε με αυτή τη συμπεριφορά. Εκεί πρέπει να επιμείνουμε. Στο πώς εμείς αισθανόμαστε με αυτή τη συμπεριφορά. Εάν δεν πάρουμε καμία απάντηση, τότε καλό θα είναι να θυμόμαστε πως η συμπεριφορά τους δεν έχει να κάνει με εμάς αλλά με εκείνους και το πώς ερμήνευσαν το γεγονός.

– Με αποδοχή. Εκεί φαίνεται και μια υγιής, λειτουργική, σημαντική και για τους δυο σχέση. Η πιο συνηθισμένη απάντηση σε αυτή την περίπτωση είναι “Σ ευχαριστώ που μου το λες. δεν ήξερα πως για σένα είναι έτσι.”

Όρια – Μέρος Δ

Η αλήθεια είναι πως το να οριοθετούμαστε δεν είναι τόσο εύκολο όσο ακούγεται καθώς ο φόβος για το πώς μπορεί να αντιδράσει ο άλλος μπορεί να μας κάνει να το ξανασκεφτούμε. Συνήθως κάνουμε φανταστικούς διαλόγους οι οποίοι πάντα καταλήγουν με τη διάλυση της σχέσης και αυτό μας είναι αρκετά αποτρεπτικό. Βέβαια, το τίμημα γι’ αυτή τη βραχυπρόθεσμη δυσφορία που θα αισθανθούμε για χάρη μιας μακροπρόθεσμα υγιούς σχέσης, είναι πολύ μικρό. Κάθε φορά που θα αποφασίσουμε να οριοθετηθούμε τα βήματα για να το πετύχουμε είναι δυο. Η επικοινωνία και η δράση.

Η επικοινωνία των αναγκών μας είναι το πρώτο βήμα. Οι άλλοι δεν μπορούν να υποθέσουν με ακρίβεια τα όριά μας με βάση τη γλώσσα του σώματός μας ή τις ανείπωτες προσδοκίες μας. Όταν λέμε καθαρά τι περιμένουμε, δεν υπάρχει χώρος παρερμηνείας. π.χ. “Όταν έχουμε μια διαφωνία, θα ήθελα ο τόνος της φωνής σου να είναι πιο χαμηλός γιατί απομακρύνομαι/φοβάμαι/δεν θέλω (ή οτιδήποτε αισθάνεται ο καθένας) και αν αυτό σε δυσκολεύει θα ήθελα να σταματάμε και να συνεχίζουμε τη συζήτηση αργότερα. Όταν αισθάνομαι άβολα με τον τόνο της φωνής θα στο λέω”.

“Είναι πολύ σημαντικό για μένα να υπάρχει συνέπεια όταν έχουμε κανονίσει να κάνουμε κάτι μαζί. Εάν κάτι συμβεί και πρέπει να ακυρώσεις, σε παρακαλώ στείλε μου ένα μήνυμα λίγες ώρες πριν”.

Το επόμενο που θα χρειαστεί να κάνουμε είναι η δράση. Οι άνθρωποι καταλαβαίνουμε τη συμπεριφορά, όχι τα λόγια. Αυτό που επικοινωνούμε καλό θα είναι να συνάδει με τη συμπεριφορά μας. Παρόλο που μπορεί να έχουμε πει κάτι με σαφήνεια, εάν η άλλη πλευρά δεν το έχει ακούσει, θα βοηθήσει και η δράση. Στο παραπάνω παράδειγμα με την ακύρωση του ραντεβού, αν ξανασυμβεί, θα πρέπει να ενημερώσετε πως δεν μπορείτε να ανταποκριθείτε επειδή δεν ενημερωθήκατε νωρίτερα. πχ. “Θα ήθελα πολύ να βρεθούμε, αλλά τελευταία στιγμή δεν μπορώ να προσαρμόσω το πρόγραμμά μου. Ας κανονίσουμε μια ώρα για την επόμενη εβδομάδα.”

Το να είμαστε πρώτα εμείς συνεπείς με τα όριά μας μέσω της δράσης-συμπεριφοράς, είναι ο μόνος τρόπος για να καταλάβει ο απέναντι ότι είμαστε σοβαροί, κάτι που θα βοηθήσει και εκείνους να σεβαστούν τα όριά μας.

Πολλοί πιστεύουμε πως από τη στιγμή που επικοινωνήσαμε το όριο, οι άλλοι θα το σεβαστούν. Οπότε δεν είμαστε σταθεροί και συνεπείς σ’αυτό που έχουμε πει.

Αυτή η ασυνέπεια στη συμπεριφορά μας είναι σαν να προσκαλούμε τους άλλους να συνεχίζουν να μην μας ακούνε και να μην μας βλέπουν. Το να σέβονται τα όριά μας είναι δική μας ευθύνη και όχι του άλλου.

Όρια – Μέρος Β

Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις που θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε ότι χρειάζεται να μάθουμε ή να θυμηθούμε τον τρόπο που οριοθετούμαστε. Θα δώσω λίγο περισσότερο χώρο στις πιο σημαντικές για μένα ενδείξεις που με βοηθάνε να καταλάβω πως έχω παραβιάσει το όριό μου.

– Όταν αισθανόμαστε πελαγωμένοι και συναισθηματικά φορτισμένοι. Από τις πιο χαρακτηριστικές ενδείξεις όταν έχουμε να κάνουμε περισσότερα από τον χρόνο που απαιτείται για τα καθημερινά μας καθήκοντα. Πιέζουμε τον εαυτό μας και προσπαθούμε να βρούμε τρόπο να στριμώξουμε όλο και περισσότερα πράγματα σ’ένα ήδη γεμάτο πρόγραμμα. Το να είμαστε συνέχεια απασχολημένοι τα τελευταία χρόνια είναι κάτι σαν πανδημία. Προσπαθούμε να κάνουμε όλο και περισσότερα και μετά σκεφτόμαστε εάν όντως έχουμε τον χρόνο αλλά και αν θέλουμε.

– Όταν κάνουμε σχόλια για το πόσο είμαστε για όλους εκεί αλλά όταν εμείς χρειαζόμαστε κάτι δεν είναι κανένας δίπλα μας
– Όταν γινόμαστε πικρόχολοι με όσους ζητάνε τη βοήθειά μας
– Όταν αισθανόμαστε εξαντλημένοι
– Όταν δεν βρίσκουμε χρόνο για εμάς
– Όταν αποφεύγουμε να απαντάμε στο τηλέφωνο, όταν αποφεύγουμε τη συναναστροφή με ανθρώπους που πιστεύουμε πως θα μας ζητήσουν έστω και το παραμικρό. Το να εξαφανιζόμαστε, το να μην απαντάμε ή να καθυστερούμε είναι αποφυγή. Η αποφυγή είναι ένας παθητικο επιθετικός τρόπος έκφρασης πως έχουμε κουραστεί και δεν θέλουμε άλλο να είμαστε κάπου. Νομίζουμε και ελπίζουμε πως το θέμα θα τακτοποιηθεί από μόνο του αλλά ουσιαστικά η αποφυγή έχει από πίσω φόβο. Το να παρατείνουμε κάτι αποφευγοντας το, το ίδιο θέμα θα εμφανίζεται ξανά και ξανά ακολουθώντας μας από σχέση σε σχέση. H αποφυγή δεν αποτρέπει τη σύγκρουση. Απλά παρατείνει το αναπόφευκτο: την οριοθέτηση
– Όταν πολύ συχνά κάνουμε σκέψεις πως τα παρατάμε όλα και εξαφανιζόμαστε. Πάλι πρόκειται για ένδειξη ακραίας αποφυγής. Φαντασιονόμαστε πως περνάμε τις μέρες μας μακριά από όλους, αγνοώντας κλήσεις και μέιλ, πιστεύοντας πως όλα θα λυθούν.

Έχω ξεχάσει να αναφέρω κάτι πολύ σημαντικό για την οριοθέτηση. Το όριο δεν πάμε να το βάλουμε ποτέ στον άλλον. Το όριο το βάζουμε στον εαυτό μας. Με το να τοποθετούμαστε, με το να επικοινωνούμε το πώς νιώθουμε με κάποια συμπεριφορά, με το τι δεχόμαστε-επιτρέπουμε και τι όχι.

Anne and Harry

Μια οδυνηρή συνέπεια της έλλειψης εσωτερικών ορίων είναι ότι όταν ακούμε σκέψεις και απόψεις κάποιου άλλου, νομίζουμε πως ή θα πρέπει να συμφωνήσουμε μαζί του -αγνοώντας τη δική μας θέση- ή θα πρέπει να υποστηρίξουμε με σθένος τη δική μας άποψη. Έχοντας μάθει να βάζουμε εσωτερικά όρια, δεν έχουμε την ανάγκη να προσπαθούμε να πείσουμε τους άλλους για την εγκυρότητα της πραγματικότητάς μας.

Όταν μας συμβαίνει κάτι, νοηματοδοτούμε το γεγονός μέσω των σκέψεων που κάνουμε.
Το νόημα που δίνω στην εμπερία και οι σκέψεις που κάνω πυροδοτούν κάποια συναισθήματα.
Τα συναισθήματα θα με οδηγήσουν σε μια συμπεριφορά. Συνήθως οι διαστρεβλωμένες σκέψεις –που έχουν να κάνουν με την ιστορία μας- είναι αυτές που μας οδηγούν σε συμπεριφορές μη βοηθητικές.

Όταν αρχίζουμε να βάζουμε εσωτερικά όρια αισθανόμαστε περίεργα και σχεδόν ποτέ δεν τα καταφέρνουμε με την πρώτη. Ίσως βοηθήσει εάν φανταστείτε τα εσωτερικά σας όρια σαν ένα αλεξίσφαιρο γιλέκο από μια πλάκα σκληρού μετάλλου κάτω από το δέρμα στο στήθος σας. Άλλοι κάνουν εικόνα το εσωτερικό όριο ως μικρή πόρτα η οποία ανοίγει μόνο από μέσα και το κλειδί το έχει μόνο ο ιδιοκτήτης. Κάθε φορά που ακούτε κάτι αξιολογείστε το πρώτα και μετά αντιδράστε. Πείτε στον εαυτό σας πως αυτό που ακούω απ’τον απέναντι αφορά τις δικές του σκέψεις, συναισθήματα και όχι αυτά που είπα ή έκανα εγώ.

 

codependence

Η εικόνα είναι του κ. Δημήτρη Τζάνη για το μπλογκ και τον ευχαριστώ πολύ

Anne and Harry

Στην Αμερική, πάνω από 40 εκατομμύρια άνθρωποι, ειδικά γυναίκες, έχουν την ‘ταμπέλα’ του συνεξαρτώμενου. Ένα απ’τα θέματα που αντιμετωπίζουν όσοι ταλαιπωρούνται από σχέσεις εξάρτησης, είναι τα περίφημα όρια. Τα όρια είναι εξωτερικά και εσωτερικά. Το να μάθω να βάζω εξωτερικά όρια με βοηθάει να φροντίζω για τη σωματική μου ακεραιότητα, να κρατάω μια σωματική απόσταση από τους άλλους και φυσικά να σέβομαι και το όριο των άλλων ανθρώπων.
Τα εσωτερικά όρια έχουν να κάνουν με τη σκέψη, τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά. Στη φωτογραφία βλέπουμε τον άνθρωπο που έχει σταθερά εσωτερικά και εξωτερικά όρια, ότι μπορεί να σχετίζεται χωρίς να προβάλλει στον άλλον δικές του ερμηνείες, ενώ ταυτόχρονα δεν παίρνει προσωπικά τα συναισθήματα του άλλου. Το να διατηρώ ανέπαφα τα εσωτερικά μου όρια είναι πολύ βοηθητικό και απαραίτητο ειδικά σε περιπτώσεις που νιώθω πως παίρνω επίθεση.

boundaries

Μη φοβού τους Δαναούς

Έχουν γραφτεί πολλά για τη θεραπευτική σχέση αλλά και για το τι επιτρέπει η δεοντολογία ως προς το ζήτημα των προσωπικών σχέσεων. Έχει υποστηριχθεί η άποψη πως στη σχέση θεραπευτή-θεραπευόμενου υπάρχουν κάποια ευρέως αποδεκτά όρια επιτρεπόμενων ενεργειών και πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ διάβασης (crossing) και παραβίασης (violation) των ορίων αυτών. Ενίοτε η διάβαση των ορίων μπορεί να είναι αποδεκτή ή και χρήσιμη για τον θεραπευόμενο  π.χ. αποκαλύψεις του θεραπευτή για τον εαυτό του, τη ζωή του ή τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, αστεία, φυσική επαφή, προσφορά και αποδοχή δώρων μικρής αξίας. Το κείμενο μιλάει για το πως το δώρο του θεραπευόμενου πήγε τη θεραπεία παρακάτω, πόσο βοήθησε τη σχέση, πως ο θεραπευτής δεν φοβήθηκε, δεν “κρύφτηκε” πίσω απ’τη δεοντολογία και πόσο σημαντικό είναι το χτίσιμο της εμπιστοσύνης με ανθρώπους που έχουν κακοποιηθεί.

http://opinionator.blogs.nytimes.com/2015/09/29/would-i-accept-my-patients-gift/?smid=fb-share&_r=0