Η άδεια καρέκλα

Μία από τις πιο γνωστές ψυχοθεραπευτικές ασκήσεις είναι αυτή της άδειας καρέκλας. Είναι μια άσκηση αυτοέκφρασης που μας βοηθά να δώσουμε φωνή σε σκέψεις και συναισθήματα που έχουν μείνει σιωπηλά μέσα μας και δεν έχουμε καταφέρει να εκφράσουμε.

Η άδεια καρέκλα λειτουργεί σαν καθρέφτης ή σαν δίαυλος επικοινωνίας με όποιον θέλουμε να μιλήσουμε. Μπορεί να είναι ένας άνθρωπος που μας πλήγωσε, κάποιος που μας λείπει, ή ακόμα κ μια πλευρά του εαυτού μας – ο φοβισμένος εαυτός μας, ο θυμωμένος, ο ανασφαλής-. Καθόμαστε απέναντί της και μιλάμε χωρίς φίλτρα και μετά, αλλάζουμε θέση. Γινόμαστε το πρόσωπο ή το συναίσθημα που έχουμε απέναντί μας και απαντάμε.

Μόλις ξεπεράσουμε την αμηχανία που προκαλεί η περίεργη εμπειρία του να μιλάμε σε μια καρέκλα, ίσως διαπιστώσουμε ότι είμαστε πιο εύγλωττοι από ό,τι νομίζαμε, ίσως πιο σίγουροι για όσα χρειαζόμασταν να πούμε. Σε αρκετές περιπτώσεις δεν έχει τόση σημασία αν μας ακούσει το πρόσωπο στο οποίο απευθυνόμαστε, αλλά αυτό που μετράει περισσότερο είναι να καταφέρουμε να μιλήσουμε, να ακούσουμε εμείς οι ίδιοι τη φωνή μας, να αναγνωρίσουμε τα συναισθήματά μας και να δώσουμε σε αυτά χώρο. 

Μπορεί να είναι ένας βοηθητικός τρόπος για όσους αναγκάστηκαν να μεγαλώσουν ως καλά παιδιά, χωρίς να ξέρουν τον τρόπο να πουν όχι, δεν θέλω, δεν μου αρέσει μιας που η επιβίωση εξαρτιόταν από τη συμμόρφωση και την καλή διάθεση. Η σιωπή μπορεί να εξασφάλισε μια ασφαλή διαδρομή προς την ενηλικίωση η συνέχισή της, όμως, δεν βοηθάει να αφήσουμε πίσω ό,τι μας βαραίνει και να κάνουμε ένα βήμα προς την εσωτερική ηρεμία. 

Νέο έτος, νέα ματιά

Συνήθως  ξεκινάμε κάθε νέα χρονιά παίρνοντας αποφάσεις, θέτοντας στόχους και σχέδια για τους μήνες που έρχονται. Όποια μορφή και αν έχουν, προέρχονται από μια παρόμοια αίσθηση. Ότι δεν είμαστε ακριβώς εκεί που θέλουμε να βρισκόμαστε και μια έντονη επιθυμία ή ανάγκη να κάνουμε μια αλλαγή. 

Ίσως αυτό που μας λείπει είναι μια βαθύτερη κατανόηση του τι πραγματικά σημαίνει μια «καλή» ζωή. Αυτό που ονομάζουμε καλή και ουσιαστική ζωή δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα περιστασιακών στιγμών ευτυχίας, αλλά και μια δέσμευση σε αξίες που δίνουν νόημα. 

Η αυτογνωσία, η ικανότητα να κατανοούμε τις πραγματικές μας ανάγκες, τις επιθυμίες και τα όριά μας. Χωρίς αυτή την εσωτερική κατανόηση, είναι εύκολο να παρασυρθούμε από εξωτερικές πιέσεις και επιφανειακούς στόχους. Η επίγνωση μας βοηθά να ζούμε μια ζωή που αντικατοπτρίζει τις πιο βαθιές μας αξίες και φιλοδοξίες.

Η σύνδεση, η επαφή με τους άλλους. Μια ουσιαστική ζωή χαρακτηρίζεται από σχέσεις που βασίζονται στην ειλικρίνεια, την εμπιστοσύνη και την αμοιβαία υποστήριξη. Όταν επενδύουμε σε αυθεντικές σχέσεις, βρίσκουμε τη δύναμη να αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις της ζωής και να μοιραζόμαστε τις χαρές της.

Η αποδοχή της αλλαγής και η ικανότητα να προσαρμοζόμαστε σε νέες καταστάσεις μας επιτρέπουν να εξελισσόμαστε διαρκώς, διατηρώντας την περιέργεια και τη διάθεση για μάθηση. Η αποδοχή του ότι δεν είμαστε τέλειοι. Το να αναγνωρίζουμε τις αδυναμίες και τις ατέλειές μας δεν είναι ένδειξη αποτυχίας, αλλά πράξη ενηλικίωσης και συμπόνιας για τον εαυτό μας. 

Η αποδοχή της ευαλωτότητάς μας. Συχνά, οι άλλοι μας προτρέπουν να δείχνουμε δυνατοί, ακλόνητοι και αυτάρκεις. Όμως, η ευαλωτότητα δεν είναι αδυναμία. Όταν αποδεχόμαστε την ανθρώπινη φύση μας, μαθαίνουμε να ζητάμε βοήθεια, να μοιραζόμαστε τις ανησυχίες μας και να ανοίγουμε την καρδιά μας. Αυτό μας φέρνει πιο κοντά στη συμπόνια, τόσο για εμάς όσο και για τους γύρω μας, και μας διδάσκει ότι δεν είμαστε μόνοι στις δυσκολίες μας.

Μια ουσιαστική ζωή δεν περιορίζεται μόνο στην προσωπική μας ανάπτυξη, αλλά περιλαμβάνει και την ικανότητα να υπερβούμε τον εαυτό μας. Η υπέρβαση αυτή σημαίνει να στρέψουμε την προσοχή μας από τις δικές μας ανησυχίες προς κάτι μεγαλύτερο.  Όταν καταφέρνουμε να δούμε πέρα από τα στενά όρια του εγώ μας, ανακαλύπτουμε μια βαθύτερη αίσθηση σκοπού και πληρότητας. Η υπέρβαση του εαυτού δεν είναι η άρνηση της ατομικότητάς μας, αλλά μια πράξη που μας συνδέει με το συλλογικό, με την ανθρωπότητα και με ό,τι μας ενώνει σε ένα ευρύτερο, πιο ουσιαστικό πλαίσιο.

Η ζωή φέρνει στιγμές απογοήτευσης και θλίψης που δύσκολα μπορούμε να αποφύγουμε. Όμως, υπάρχει ένας ιδιαίτερος τρόπος να αγκαλιάζουμε την απελπισία μας με αισιοδοξία, να την αποδεχόμαστε χωρίς να την αφήνουμε να μας κατακλύζει. Το να απελπιζόμαστε με αισιοδοξία σημαίνει να αναγνωρίζουμε τη σκοτεινή πλευρά της ζωής, αλλά ταυτόχρονα να θυμόμαστε πως υπάρχει πάντα περιθώριο για φως και αλλαγή. Είναι μια στάση που μας επιτρέπει να βλέπουμε τις δυσκολίες ως προσωρινές, να γελάμε με την ανθρώπινη ατέλεια και να συνεχίζουμε με ελπίδα για το μέλλον.
Καλή Χρονιά.

Μια ενδιαφέρουσα ή μια ευτυχισμένη ζωή;

Τις περισσότερες φορές υποθέτουμε ότι ο απώτερος στόχος όλων των προσπαθειών μας είναι μια ευτυχισμένη ζωή. Όμως πολύ συχνά η καθημερινότητα μας απομακρύνει από αυτή την προσδοκία. Μπορεί να μας κουράζουν οι αποτυχίες μας, να μας απογοητεύουν οι επιλογές μας, να μας συνθλίβει η αίσθηση ότι οι ζωές μας δεν ευθυγραμμίζονται με αυτό που φανταζόμασταν ως ευτυχία. 

Οι δυσκολίες μας δημιουργούν ένα βασικό επίπεδο δυστυχίας, αλλά σύντομα προστίθεται και ένα δεύτερο επίπεδο που προκαλείται από την αίσθηση ότι η δυστυχία μας αντιπροσωπεύει μια θεμελιώδη παραβίαση του αληθινού σκοπού της ζωής μας. Δεν είμαστε μόνο δυστυχισμένοι, είμαστε δυστυχισμένοι επειδή είμαστε δυστυχισμένοι. Είμαστε και λυπημένοι και καταβεβλημένοι από το γεγονός ότι αποτύχαμε στον πιο σημαντικό στόχο. 

Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές, μπορεί να βρούμε ανακούφιση επαναπροσδιορίζοντας την κατάστασή μας. Μπορεί να μην μπορούμε να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες, μπορούμε όμως να αλλάξουμε το πώς τις νοηματοδοτούμε. Οι δυσκολίες δεν είναι απαραίτητα ενδείξεις αποτυχίας. Είναι αποδείξεις ότι δοκιμάσαμε, ότι παλέψαμε να φτιάξουμε κάτι ουσιαστικό. Δεν χρειάζεται να βλέπουμε τις προσπάθειές μας ως αποτυχίες αλλά ως φυσικά επακόλουθα του χαρακτήρα μας, της προσπάθειάς μας να συνδυάσουμε την περίπλοκη φύση μας με τις ακόμα πιο περίπλοκες πραγματικότητες της ζωής. Αυτό που μας λείπει σε επίπεδο ικανοποίησης, μπορεί να το αναπληρώσουμε σε επίπεδο διορατικότητας και εμπειρίας.

Οι καθημερινές μας δυσκολίες δεν χρειάζεται να αποτελούν το κριτήριο με το οποίο κρίνουμε την αξία της ζωής μας.

Και όταν φτάσουμε στο τέλος της διαδρομής μας, ίσως να μην μετρήσουμε τη ζωή μας με το πόσο ευτυχισμένοι υπήρξαμε. Ίσως να χαμογελάσουμε για την ένταση, την πολυπλοκότητα και τις ανατροπές που ζήσαμε. Μια ζωή δεν χρειάζεται να είναι ήρεμη ή τέλεια για να είναι αξέχαστη. Μπορεί απλώς να είναι ενδιαφέρουσα – και αυτό τελικά να είναι αρκετό.

Πάλι απ’την αρχή

“Αν μπορούσες να ξαναζήσεις τη ζωή σου –να βιώσεις ολόκληρη τη ζωή σου από την αρχή, καρέ καρέ, χωρίς όμως επίγνωση του μέλλοντος, χωρίς κανένα απολύτως περιθώριο παρέμβασης ή αλλαγής σ’ αυτά που θα έμελλε να σου συμβούν, παρά μόνο με τη γνώση ότι την έχεις ξαναζήσει–, θα το έκανες;” αναρωτιέται ο Ρωμανός Γεροδήμος. 

Μια ερώτηση βαθιά και ενδοσκοπική που μας καλεί να σκεφτούμε τις εμπειρίες μας, τις επιλογές μας και την ουσία της ύπαρξής μας. Να σταθούμε και να κάνουμε μια ανασκόπηση όχι μόνο για τις χαρές που μάλλον θα έχουμε ζήσει, αλλά και τις προσπάθειες που έχουμε καταβάλει, τις ματαιώσεις και τις απογοητεύσεις που έχουμε αισθανθεί και όλα αυτά που έχουμε μάθει. Για  κάποιους, αυτή η προοπτική μπορεί να είναι ελκυστική μιας που έχουν πολύτιμες αναμνήσεις και χαρούμενες στιγμές που έχουν διαμορφώσει την ταυτότητά τους. 

Φανταστείτε πώς θα ήταν να ξαναζήσουμε την πρώτη φορά που ερωτευτήκαμε κεραυνοβόλα και μέναμε ξάγρυπνοι για βράδια. Τη χαρά, την αδρεναλίνη όταν καταφέραμε να εκπληρώσουμε ένα στόχο. Η ιδέα να βιώσουμε αυτές τις χαρές ξανά μας προκαλεί μια αίσθηση νοσταλγίας και επιθυμίας. 

Ωστόσο, η ιδέα να ξαναζήσουμε τη ζωή μας φέρνει πάλι στο φως τα λάθη -όχι μόνο τα δικά μας αλλά και των άλλων- που κουβαλάμε. Αποφάσεις που πάρθηκαν γιατί δεν είχαμε άλλη επιλογή, σχέσεις που δεν ευδοκίμησαν, ευκαιρίες που χάθηκαν, θυμός που δεν εκφράστηκε.  Η ζωή ξανά -όχι όμως χωρίς περιθώριο παρέμβασης και γνωρίζοντας έστω και κάτι λίγο για το μέλλον μας- θα ήταν νομίζω ένα όνειρο ζωής για αρκετό κόσμο που θα έδινε τα πάντα για να το καταφέρει. 

Όμως κανένα από τα δύο σενάρια δεν θα συμβούν και όπως πολύ ωραία καταλήγει ο Ρωμανός Γεροδήμος, “η ερώτηση είναι λάθος, είναι ερώτηση παγίδα, στάχτη στα μάτια”. Η ζωή δεν είναι μια σειρά από γεγονότα που πρέπει να αξιολογηθούν ή να κριθούν. Στον γεμάτο αβεβαιότητες και μεταβολές κόσμο, η ικανότητα να εστιάζουμε και να στεκόμαστε στο τώρα, μας προσφέρει μια αίσθηση σταθερότητας και γαλήνης.

Η συνειδητή παρουσία στο παρόν μας επιτρέπει να κάνουμε σχέσεις με τους άλλους, να φτιάξουμε νέες αναμνήσεις και να ζήσουμε τη ζωή με αυθεντικότητα και νόημα. Και το νόημα -όπως λέει και ο Ρωμανός- δεν μπορεί να δημιουργηθεί από μια ζωή αυτο-ικανοποίησης, αλλά από μια ζωή σε σχέση με τους άλλους.

Ζώντας σιωπηλά

Αρκετοί υποθέτουμε ότι ένας άνθρωπος γεννιέται είτε εσωστρεφής είτε εξωστρεφής, σαν να πρόκειται για βιολογικές κατηγορίες, όπως το χρώμα των ματιών ή των μαλλιών. Μάλλον όμως μια πιθανότερη εξήγηση είναι ότι γινόμαστε εσωστρεφείς ή εξωστρεφείς ως αποτέλεσμα συγκεκριμένων εμπειριών της παιδικής μας ηλικίας. 

Ίσως να είναι άνθρωποι που αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν στις ανάγκες εκείνων που τους φρόντιζαν. Αρκετά νωρίς ίσως να χρειάστηκε να αναρωτηθούν “τι χρειάζονται οι κάπως ασταθείς ή δύσκολοι άνθρωποι που ζούμε μαζί;” Αντί να έχουν τον χώρο να σκεφτούν με περισσότερη ελευθερία και αυθεντικότητα -όπως αρμόζει σ’ένα μικρό παιδί- “τι θέλω εγώ; πώς νιώθω εγώ;”

Θα μεγαλώσει ως ειδικός στο πώς να διαχειρίζεται δύσκολους χαρακτήρες και να τους δίνει αυτό που χρειάζονται. Βέβαια αυτό το “ταλέντο” δεν θα έρθει χωρίς κόστος για τη δική του ζωή. Άραγε πόσο εξαντλητικό μπορεί να είναι όταν προσαρμοζόμαστε σε όλους όσους συναντάμε και πόσο μεγάλη θα είναι η ανάγκη μας να περνάμε χρόνο μόνοι μας, επειδή η συντροφιά θα μας επηρεάζει και θα απαιτεί από εμάς -ή μάλλον θα νομίζουμε πως απαιτεί- ενέργεια που θα μας αποκόπτει από τον αληθινό μας εαυτό; Θα λαχταράμε τη μοναξιά επειδή η συνύπαρξη μας απομακρύνει από αυτό που πραγματικά είμαστε. 

Οι εσωστρεφείς στερούνται της εμπειρίας ότι μπορούν να είναι με άλλους ανθρώπους και να ικανοποιούνται οι ανάγκες τους. Το παρελθόν τους τούς έχει διδάξει ότι το μόνο άτομο που μπορεί ενδεχομένως να κατανοήσει τις ανάγκες τους είναι οι ίδιοι.

Όλα αυτά μπορούν να κάνουν τις σχέσεις τους δύσκολες. Μπορεί να είναι εξαιρετικοί στο να κατανοούν τις ανάγκες του συντρόφου τους. Αλλά, μετά από λίγο, θα νιώσουν μια έντονη επιθυμία να είναι μόνοι.  Αυτό που ξέρουν είναι “είτε οι ανάγκες του άλλου, είτε οι δικές μου”. Ποτέ όμως και οι δυο. 

Αυτό ακριβώς το σημείο μπορεί να είναι η αρχή για μια παρέμβαση: να δοκιμάσει να πειραματιστεί και να αρχίσει να μην κάνει τόσο έντονη διάκριση ανάμεσα στο τι μπορεί να συμβεί στις ανάγκες του όταν βρίσκεται με άλλους και στο τι μπορεί να καταφέρει όταν είναι μόνος. Θα ήταν βοηθητικό να αποκτήσει επίγνωση και να καταλάβει την απαισιόδοξη αντίληψη για τις σχέσεις και να μην προσεγγίζει κάθε νέα επαφή με την πεποίθηση ότι θα χρειαστεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες κάποιου άλλου. Δεν χρειάζεται να πιστεύει πως η μοναξιά είναι ο μόνος τρόπος για να βρει ένα ακροατήριο. Μπορεί να δει πως μια πραγματική σχέση είναι αυτή που επιτρέπει και στους δυο ανθρώπους να ακούγονται και να βλέπονται ταυτόχρονα. 

Ένας χώρος για την απόγνωση

Σήμερα περηφανευόμαστε αρκετά για το πόσο ανοιχτόμυαλοι είμαστε, τουλάχιστον σε σύγκριση με τις προηγούμενες γενιές. Κι όμως, παραμένουμε πεισματικά ανεκτικοί απέναντι στην απόγνωση που είναι κλειδωμένη μέσα μας και που παλεύει να γίνει αντιληπτή, να ακουστεί και να εξερευνηθεί, καθώς συγκρούεται τόσο έντονα με τη στοχοπροσήλωση, τη ζωτικότητα και τη δραστηριότητα των καιρών μας.

Προσπαθούμε πάρα πολύ να πολεμήσουμε αυτή την απόγνωση. Προσπαθούμε ξανά και ξανά να είμαστε αισιόδοξοι, να βλέπουμε τα πράγματα θετικά και να προσμένουμε καλύτερες μέρες. Όμως κάποιες φορές, ειδικά όταν είμαστε κουρασμένοι, όταν ταλαιπωρούμαστε από κάποιο θέμα υγείας, ή ένα ήσυχο κυριακάτικο απόγευμα, μπορεί να νιώσουμε ανημπόρια όταν μας επιτρέψουμε και έρθουμε σε επαφή με αυτή την απόγνωση. 

Οι άμυνές μας υποχωρούν και ερχόμαστε αντιμέτωποι με την πιο βαθιά θλίψη για το πόσο τα έχουμε κάνει όλα λάθος, το πόσες ευκαιρίες έχουμε χάσει, το πόσο δειλοί είμαστε, πόσα έχουμε ανεχτεί και δεν έχουμε εκφράσει αυτά που είχαν σημασία για εμάς. 

Πού θα μπορούσε να πάει όλο αυτό το συναισθηματικό βάρος; Κάποιος αρκετά μεγαλύτερός μας ίσως να έβρισκε παρηγοριά σε κάποια θρησκεία, όμως μάλλον έχουμε αποχαιρετήσει τέτοιες πηγές στήριξης εδώ και καιρό.  Έχουμε δηλώσει πως δεν πιστεύουμε και πως μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα μόνοι μας με τις βεβαιότητες της επιστήμης και την -κάποιες φορές- ακατανόητη τέχνη. 

Πολύ δύσκολα θα καταφέρναμε να τα πούμε αυτά στους φίλους μας, στους γονείς μας, στον σύντροφό μας. Πόσο δύσκολο είναι να βρεις κάποιον που μπορεί να δεχτεί την απόγνωσή σου χωρίς να παρασυρθεί από τον πειρασμό να πει κάτι ενθαρρυντικό, κάποιον που έχει συμβιβαστεί αρκετά με το δικό του σκοτάδι ώστε να ανταποκριθεί απλά με κατανόηση και συμπάθεια στο δικό μας;.

Όμως, δεν χρειάζεται, δεν μας βοηθάει να επιδεινώνουμε αυτό το βάρος νομίζοντας ότι δεν μας επιτρέπεται να πηγαίνουμε στην ιδιωτικότητα του μυαλού μας. Έχουμε το δικαίωμα να απελπιζόμαστε, ακόμα και αν κανείς άλλος δίπλα μας δεν μπορεί να αντέξει τη θλίψη μας, ακόμα και αν είμαστε ικανοί σε πολλά, ακόμα και αν υπάρχουν άλλοι που εξαρτώνται από εμάς, ακόμα και αν μας είναι σημαντικό να είμαστε θαρραλέοι. Το δικαίωμα στην απόγνωση είναι παγκόσμιο και αναφαίρετο. 

Θα μας βοηθήσει να βρούμε ένα χώρο όπου θα μπορούμε να είμαστε αυθεντικοί, θα αναγνωρίσουμε τις δυσκολίες μας χωρίς την πίεση να είμαστε πάντα αισιόδοξοι, ότι μερικές φορές η ελπίδα δεν είναι εφικτή και θα χρειαστεί ρεαλισμός. Ένας χώρος που θα είναι εκεί για να μας ακούσει, να μας κατανοήσει και να καθίσει δίπλα μας. 

  • Before it’s Ruined (or an Unrealized Mean Side) – Rebecca Orcutt Oil on canvas, 2020
    National Portrait Gallery

Συμπόνια για τον εαυτό μας

Συμπόνια προς τον εαυτό μας σημαίνει ευγένεια σε εμάς, να έχουμε την αίσθηση της ανθρωπιάς και επίγνωση, ενσυνειδητότητα (Neff, 2011).

Όταν είμαστε συμπονετικοί βλέπουμε τον εαυτό μας με πιο θετικό και πιο κοντά στην πραγματικότητα τρόπο και πιστεύουμε περισσότερο στις δυνατότητές μας. Μπορούμε να αντιμετωπίζουμε πιο αποτελεσματικά και βοηθητικά προς εμάς τις αποτυχίες και τις αναποδιές. Όταν είμαστε σε θέση να αποδεχόμαστε τα λάθη μας χωρίς να κατηγορούμε συνέχεια τον εαυτό μας, είναι πιο πιθανό να μάθουμε από αυτά και να προχωρήσουμε παρακάτω.
Μια άσκηση σκέψης που μπορεί να μας βοηθήσει να έρθουμε σε επαφή με τη συμπόνια προς τον εαυτό μας, όπως ακριβώς θα αντιμετωπίζαμε έναν αγαπημένο μας φίλο, θα ήταν να σκεφτούμε πώς θα αντιδρούσαμε σε μια από τις παρακάτω καταστάσεις:

  • Σκεφτείτε μια φορά που ένας στενός φίλος ή ένα αγαπημένο πρόσωπο σας εξομολογήθηκε ένα πρόβλημα που αντιμετώπιζε.  Πώς αντιδράσατε; Αν δεν θυμάστε τι ακριβώς είπατε ή αισθανθήκατε, δεν πειράζει. Σε αυτή την περίπτωση, φανταστείτε αν σας έλεγε σήμερα για πρώτη φορά ένα παρόμοιο πρόβλημα πώς θα αντιδρούσατε και τι θα κάνατε για να τον κάνετε να νιώσει καλύτερα. Θα του λέγατε πόσο λάθος και άχρηστος είναι; 
  • Φανταστείτε τώρα μια φορά που βιώσατε ένα παρόμοιο πρόβλημα.  Πώς φερθήκατε στον εαυτό σας; Παρατηρείτε διαφορές στη στάση και τη συμπόνια με την οποία προσεγγίζετε τις δυο καταστάσεις;
  • Αν συνειδητοποιήσετε ότι φερόσασταν στο φίλο σας πιο ευγενικά, αυτή είναι η ευκαιρία σας να γίνετε πιο συμπονετικοί και με τον εαυτό σας. 
  • Τέλος, φανταστείτε να αντιμετωπίζετε ένα πρόβλημα στο μέλλον. Μπορεί να είναι ένα παρόμοιο πρόβλημα ή ένα εντελώς διαφορετικό.  Πώς μπορείτε να είστε πιο συμπονετικοί απέναντι στον εαυτό σας σε αυτή την κατάσταση;

Είναι πολύ σημαντικό να φέρνουμε στο συνειδητό τις πηγές στήριξής μας και ένας εύκολος τρόπος είναι να κάνουμε υποθετικά σενάρια, όπως τα παραπάνω. Με τον ίδιο ευγενικό, στηρικτικό και συμπονετικό τρόπο που θα μιλάγαμε σ’έναν άνθρωπο που αγαπάμε, έτσι θα μιλάμε και θα φερόμαστε στον εαυτό μας.  

Όταν γινόμαστε σκληροί και επικριτικοι με εμάς, μας υπενθυμίζουμε πως είμαστε φίλοι μας και ότι αξίζουμε τη συμπόνια προς τον εαυτό μας. 

* Το mindfulness μεταφράζεται ως «ενσυνειδητότητα» και σημαίνει η επίγνωση που αποκτάμε όταν επικεντρώνουμε την προσοχή μας σε μια κατάσταση, ένα αντικείμενο με επιτρεπτική διάθεση, χωρίς δηλαδή να έχουμε την πρόθεση να το αλλάξουμε.

Παθητική επιθετικότητα

Η παθητικο επιθετική συμπεριφορά είναι μια έμμεση μορφή έκφρασης θυμού και δυσαρέσκειας, συχνά μέσω της ειρωνείας, της αδιαφορίας ή της σκόπιμης αναβλητικότητας. Έχουμε αυτή τη συμπεριφορά όταν δυσκολευόμαστε να εκφράσουμε τον θυμό μας άμεσα και με ειλικρίνεια τις περισσότερες φορές γιατί φοβόμαστε τη σύγκρουση ή έχουμε μεγαλώσει σε περιβάλλοντα που η έκφραση θυμού δεν ήταν αποδεκτή. Η έμμεση επιθετικότητα μας επιτρέπει να εκφράζουμε την αγανάκτησή μας χωρίς να εμπλεκόμαστε σε άμεσες αντιπαραθέσεις παρόλο που με αυτή ακριβώς τη συμπεριφορά οδηγούμαστε σε εντάσεις και παρανοήσεις. 

Παθητικοεπιθετική συμπεριφορά είναι και όταν 

Αποφεύγουμε την επικοινωνία
Αναβάλλουμε σκόπιμα
Κρύβουμε την κριτική πίσω από κοπλιμέντα
Εκφράζουμε με έμμεσο τρόπο τα θέλω μας
Υπονομεύουμε τις προσπάθειες των άλλων
Κάνουμε ερωτήσεις με προκλητικό τρόπο
Αποκλείουμε κάποιον
Κρατάμε λογαριασμό, καταγράφουμε για το ποιος κάνει τι μέσα σε μια σχέση

Ανακτώντας την πλοκή

Αρκετά συχνά, άλλοι λιγότερο άλλοι περισσότερο, χάνουμε την επαφή με την πλοκή της ζωής μας. Ξεχνάμε γιατί ακριβώς κάνουμε αυτό που κάνουμε, τι έχει σημασία για εμάς, πού πηγαίνουμε και ποιοι είμαστε. Είναι τόσο έντονοι οι ρυθμοί της καθημερινότητας που απαιτούν από εμάς προσοχή σε κάθε μας βήμα, που όμως μπορεί να μας αποσπά από το μεγαλύτερο και σπουδαιότερο “ταξίδι”. Προσέχουμε κάθε πέτρα και λακκούβα και δεν έχουμε χρόνο να παρατηρήσουμε και να περιηγηθούμε στο τοπίο. Μπορεί να περάσουν μήνες, χρόνια χωρίς να μας δίνουμε την ευκαιρία να μας παρατηρήσουμε γιατί στεκόμαστε πολύ κοντά. 

Εάν το θέλουμε, μπορούμε και πρέπει να μας επιτρέπουμε να έχουμε το δικαίωμα και να χάνουμε την πλοκή και τον χρόνο να την ξαναβρούμε. Θα βοηθήσει εάν σταθούμε και απαντήσουμε σε κάποιες ερωτήσεις. Τι μου αρέσει ακόμα; Τι μπορώ να ξεχάσω; Τι έχει για μένα σημασία στο τώρα; ποιος εξακολουθεί να μετράει για μένα; γιατί δεν υπάρχει πλέον χρόνος; τι είναι για μένα μια καλή ζωή; αν δεν φοβόμουν τι θα έκανα; αν είχα τρεις μήνες ζωής τι θα έκανα; υπάρχει κάτι που να με ενθουσιάζει;

Κάποιος θα σκεφτεί πως αυτά είναι πολύ στοιχειώδη και πως θα “έπρεπε” ήδη να τα έχουμε απαντήσει. Κάποιες απαντήσεις έχουν ήδη διαμορφωθεί και περιμένουν πίσω από μια κουρτίνα και άλλες χρειάζεται να συναρμολογηθούν εκ νέου. 

Υπάρχει ένα είδος αγχώδους εξάντλησης που δεν είναι απλά κούραση, αλλά μια συσσωρευμένη αγχώδης σύγχυση για όλη την πορεία της ζωής μας. Είναι αναμενόμενο γιατί είμαστε όντα που συχνά χάνουμε, ξεχνάμε το νήμα της ύπαρξής μας. Το να ξεχνάμε τι ακριβώς κάνουμε είναι σημάδι ανώτερης λογικής και μιας ζωής που ίσως και να ακολουθήσει ενδιαφέρουσες πορείες. 

Το μικρό μαύρο φόρεμα

Οι αληθινές πολυτέλειες της ζωής εκδηλώνονται συχνά στις πιο απλές μορφές. Βρίσκονται στην ανεμελιά των ήρεμων πρωινών, όπου ο χρόνος κυλάει αργά.  Στην ελευθερία να επιλέγουμε και να σχεδιάζουμε τη δική μας πορεία, σ’έναν ήρεμο, ξεκούραστο και αναζωογονητικό βραδυνό ύπνο, στην ψυχική και πνευματική ηρεμία. Βρίσκονται στις ήρεμες και “βαρετές” ημέρες όπου η απλότητα και η ικανοποίηση ευδοκιμούν. Βρίσκονται όταν είμαστε παρόντες, σε αυτό  που συμβαίνει στο “εδώ” και “τώρα”. Στην παρουσία και την επαφή των  ανθρώπων που αγαπάμε και που ξέρουμε πως μας αγαπούν και αυτοί.