Η Συνεξάρτηση στον χώρο της εργασίας

Πολλοί εργαζόμενοι φτάνουν στα όρια της εξουθένωσης χωρίς να μπορούν να εντοπίσουν με σαφήνεια τι τους έχει οδηγήσει ως εκεί. Κι αυτό γιατί, στην επιφάνεια, τίποτα δεν φαίνεται να έχει αλλάξει. Ούτε ο φόρτος εργασίας, ούτε ο τρόπος τους. Συνεχίζουν να δουλεύουν με συνέπεια, διάθεση, υπευθυνότητα. Δεν πρόκειται για εργαζόμενους που υστερούν σε απόδοση ή έχουν έλλειψη κινήτρων. Αντιθέτως, είναι εκείνοι που επαινούνται για την αφοσίωσή τους, που θεωρούνται «στήριγμα» της ομάδας, που αναλαμβάνουν ευθύνες πέρα από τον ρόλο τους, που σπεύδουν να καλύψουν τα κενά των άλλων. Το παράδοξο είναι πως αυτό το ίδιο μοτίβο συμπεριφοράς -που σε πρώτη ανάγνωση μοιάζει με επαγγελματική αριστεία- μπορεί, στην πραγματικότητα, να αποτελεί έκφραση μιας πιο βαθιάς ψυχοδυναμικής. Μιας ασυνείδητης -τις περισσότερες φορές- εσωτερικής ανάγκης να είμαστε απαραίτητοι, χρήσιμοι, διαρκώς διαθέσιμοι, ακόμα και με τίμημα την προσωπική μας ευημερία.

Η συνεξάρτηση (codependency) δεν είναι επίσημη ψυχιατρική διάγνωση, αλλά είναι ένας τρόπος περιγραφής σχέσεων όπου ο άνθρωπος παίρνει αίσθηση αξίας μέσα από την ικανοποίηση των αναγκών των άλλων. Αν και η έννοια αυτή ξεκίνησε από τη μελέτη οικογενειών με ιστορικό εθισμών, σήμερα αναγνωρίζεται ότι οι συνεξαρτητικές δυναμικές μεταφέρονται και στον επαγγελματικό χώρο και μάλιστα σε περιβάλλοντα που δεν έχουν καμία σχέση με επαγγέλματα φροντίδας ή ψυχικής υγείας.

Στο εργασιακό περιβάλλον, η συνεξάρτηση παίρνει τη μορφή της υπερβολικής ανάληψης ευθυνών, της αδυναμίας να ειπωθεί «όχι», της συνεχούς ανάγκης για επιβεβαίωση και της εσωτερικής πίεσης να «είμαι πάντα χρήσιμος». Ένας εργαζόμενος που αναλαμβάνει συνέχεια επιπλέον αρμοδιότητες -ακόμη και όταν δεν του ζητούνται- μπορεί να το κάνει όχι μόνο από φιλοδοξία, αλλά επειδή βαθιά μέσα του φοβάται πως αν δεν είναι απαραίτητος, θα είναι αόρατος. Ένας διευθυντής που παρεμβαίνει κάθε φορά για να διαχειριστεί τις συγκρούσεις της ομάδας του, ίσως δεν αντέχει το βάρος της έντασης επειδή από πάντα είχε τον ρόλο του «ειρηνοποιού» μέσα στην οικογένεια. Ένας εργαζόμενος που δυσκολεύεται να πάρει άδεια, γιατί νιώθει ενοχές ή φόβο μπορεί να έχει μάθει από νωρίς ότι οι ανάγκες του έρχονται δεύτερες. Ένας υπάλληλος που απαντά σε emails αργά τη νύχτα, όχι επειδή του ζητήθηκε, αλλά επειδή φοβάται μήπως θεωρηθεί λιγότερο αφοσιωμένος, ενδέχεται να λειτουργεί μέσα από ένα εσωτερικευμένο αίσθημα ανασφάλειας και ανάγκης για επιβεβαίωση.

Τα μοτίβα αυτά δεν δημιουργούνται μέσα στην εργασία αλλά εκεί ενεργοποιούνται. Πολλοί άνθρωποι μπαίνουν στον εργασιακό στίβο κουβαλώντας από την παιδική τους ηλικία ρόλους που σχετίζονται με τη φροντίδα των άλλων, την κατευναστική διαχείριση εντάσεων ή την ανάγκη να είναι «καλοί» για να είναι αποδεκτοί. Όταν αυτοί οι ρόλοι μεταφέρονται σε εταιρικά περιβάλλοντα με υψηλές απαιτήσεις, ρευστά όρια και κουλτούρα υπεραπόδοσης, τότε η συνεξάρτηση δεν γίνεται απλώς ατομικό ζήτημα, αλλά μέρος της καθημερινής επαγγελματικής ταυτότητας.

Το πρόβλημα είναι ότι ενώ αυτές οι συμπεριφορές αρχικά επιβραβεύονται -ποιος δεν θέλει τον «απόλυτα πρόθυμο» εργαζόμενο;- μακροπρόθεσμα οδηγούν σε εσωτερική φθορά. Η συνεχής προσαρμογή στις ανάγκες των άλλων, χωρίς σαφή προσωπικά όρια, στερεί από έναν άνθρωπο την αίσθηση αυτονομίας και σταδιακά τον αποσυνδέει από το ίδιο του το κίνητρο. Αντί να εργάζεται με νόημα, εργάζεται για να μη χάσει την αποδοχή.

Αναγνωρίζοντας αυτά τα μοτίβα, τόσο σε ατομικό όσο και σε οργανωσιακό επίπεδο, ίσως ανοίγεται ο δρόμος για μια νέα προσέγγιση. Η συνεργασία, η υπευθυνότητα και η διάθεση προσφοράς παραμένουν θεμελιώδεις αξίες αλλά όχι εις βάρος της εσωτερικής ισορροπίας. Το θέμα δεν είναι να «νοσηροποιηθεί» η προσήλωση ή η διαθεσιμότητα, αλλά να κατανοηθεί το πότε αυτές σταματούν να είναι επιλογή και γίνονται ανάγκη.

Δημοσιεύθηκε στο επιχειρώ στις 25/4/2025

Πόσο εφικτό είναι να ακολουθούμε τα όνειρά μας;

Όταν πρόκειται να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε στη ζωή μας, συχνά βρισκόμαστε
αντιμέτωποι με μια επώδυνη επιλογή: το μονοπάτι της κλίσης μας ή το ασφαλές,
προβλέψιμο μονοπάτι. Το ασφαλές μονοπάτι μας προσφέρει τη σταδιακή κατάκτηση
ενός σταθερού και αξιόπιστου επαγγέλματος, το οποίο μπορεί να μην μας ενθουσιάζει,
αλλά υπόσχεται οικονομική σταθερότητα και ασφάλεια.

Από την άλλη, το μονοπάτι της κλίσης μας είναι πολλές φορές μια ακροβασία σε
τεντωμένο σχοινί, όπου ονειρευόμαστε να βιοποριστούμε από κάτι που αγαπάμε βαθιά,
ενώ παράλληλα παλεύουμε με τον φόβο της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας.

Η επιλογή αυτή μπορεί να φαίνεται επώδυνη, αλλά ίσως να μην είναι τόσο δραματική
όσο νομίζουμε, αν επανεξετάσουμε την έννοια της ασφάλειας. Μπορεί να αισθανόμαστε
«ασφαλείς» σε μια δουλειά που δεν μας εκφράζει, όμως είμαστε πραγματικά ασφαλείς
όταν περνάμε τη ζωή μας κάνοντας κάτι που δεν μας γεμίζει; Σε έναν κόσμο όπου ο
ανταγωνισμός είναι σκληρός, μια καριέρα που επιλέγουμε από φόβο θα είναι το όνειρο,
η επιθυμία κάποιου άλλου. Το δικό μας «σχέδιο Β» θα είναι το «σχέδιο Α» κάποιου
άλλου, πράγμα που τον βάζει σε πλεονεκτική θέση.  Όταν κάποιος κάνει μια δουλειά με
αληθινό ενδιαφέρον και κίνητρο, είναι πολύ πιο πιθανό να διαπρέψει, ενώ εμείς μπορεί
να βαλτώσουμε σε μια επαγγελματική ρουτίνα που θα μας φέρνει διαρκώς
αντιμέτωπους με το υπαρξιακό ερώτημα: «Έτσι θα πάει η ζωή μου;»

Αυτό που αγαπάμε είναι και αυτό που μας απορροφά πλήρως, κάτι που θα κάναμε
ακόμη και δωρεάν. Αυτή η αφοσίωση και το κίνητρο θα μας βοηθήσουν να το
κατακτήσουμε. Η αποτυχία δεν έχει το ίδιο βάρος όταν ασχολούμαστε με κάτι που αγαπάμε, γιατί η ίδια η διαδικασία μάθησης και εξέλιξης είναι από μόνη της ανταποδοτική και ικανοποιητική. Μια δεκαετία μέτριων αποτελεσμάτων σε κάτι που αγαπάμε είναι λιγότερο δυσβάσταχτη από μια ολόκληρη καριέρα με αδιάφορες αποδόσεις σε έναν τομέα που δεν μας αρέσει.

Βεβαίως η πραγματικότητα για τους περισσότερους ανθρώπους είναι πιο σκληρή. Δεν
έχουν όλοι την πολυτέλεια να ακολουθήσουν τα όνειρά τους χωρίς ρίσκο. Η οικονομική
πίεση και οι υποχρεώσεις αναγκάζουν κάποιον να επιλέξει το “ασφαλές” μονοπάτι,
ακόμα και αν δεν το αγαπά. Άραγε πόσο ασφαλές είναι να περάσουμε τη ζωή μας
αναγκάζοντάς μας να κάνει κάτι που γνωρίζουμε εξ αρχής ότι δεν θα ευχαριστηθούμε
απλώς και μόνο να επιβιώσουμε; 

Το να έχει κάποιος ένα αληθινό πάθος δεν είναι δεδομένο. Οι περισσότεροι άνθρωποι
περνούν τη ζωή τους χωρίς να ανακαλύψουν κάτι που να τους εμπνέει βαθιά. Όμως, αν
σταθούμε αρκετά τυχεροί ώστε να το βρούμε, το να το αγνοήσουμε σημαίνει πως
διακινδυνεύουμε πολύ περισσότερα απ’ όσα φανταζόμαστε. Οφείλουμε στον εαυτό μας
να αναλογιστούμε αν αξίζει να ρισκάρουμε για να κυνηγήσουμε τα όνειρά μας ή αν θα
παραμείνουμε για πάντα παγιδευμένοι σε μια ζωή που δεν μας ικανοποιεί.

Δημοσιεύθηκε στο επιχειρώ την 1/4/2025

Το σκαιώδες βιογραφικό των αποτυχιών μας

Η διαδεδομένη αντίληψη πως η επιτυχία είναι γραμμική, είναι αυτό που μπλοκάρει και παραλύει τους ανθρώπους λέει ο Καθηγητής Στάθης Καλύβας σ’αυτή την παλαιότερη και πολύ ωραία ομιλία του.

Πολύ συχνά μια αποτυχία -και η ενσωμάτωση της στην ιστορία μας- μπορεί να μας βοηθήσει να αντιληφθούμε ποιες είναι οι πραγματικές μας προτιμήσεις και αυτό ακριβώς, είναι το πιο αυθεντικό μέτρο της επιτυχίας: Να καταφέρει κάποιος να κάνει αυτό που θέλει.

Και η αλήθεια είναι ότι όλοι σε κάποιες εξετάσεις που θα χρειαστεί να δώσουμε στη ζωή μας, θα αποτύχουμε.

Γιατί δουλεύουμε τόσο σκληρά;

Δουλεύουμε όπως δουλεύουμε επειδή χρειάζεται να επιβιώσουμε, γιατί αγαπάμε αυτό που κάνουμε, γιατί παίρνουμε ευχαρίστηση και για πολλούς και διάφορους λόγους.  Παράλληλα όμως, αρκετές φορές υπάρχει και κάτι πιο περίπλοκο και χρησιμοποιούμε την έννοια της αναγκαιότητας για να το αποφύγουμε, να μην έρθουμε σε επαφή με αυτό. 

Δουλεύουμε τόσο σκληρά επειδή τρομάζουμε από την ακινησία.

Επειδή το να φοβόμαστε τον κόσμο μας προσφέρει τον πιο αξιοπρεπή αντιπερισπασμό από τον τρόμο του ίδιου μας του μυαλού.

Επειδή δεν έχουμε ιδέα πώς να αφήσουμε κάποιον να μας γνωρίσει έξω από τα επιτεύγματά μας. Μας δυσκολεύει να δούμε ότι έχουμε οποιαδήποτε αξία πέρα από αυτό που κάνουμε.

Επειδή χρησιμοποιούμε το θόρυβο από έξω για να πνίξουμε τους θορύβους μέσα μας.

Επειδή περιφρονούμε οτιδήποτε δεν έχει έναν χαρτογραφημένο σκοπό ή στόχο και η πιθανότητα να συγκρουστούμε με το απροσδόκητο είναι απειλή.

Επειδή δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να γνωρίσει το σκοτάδι.

Γιατί αν ξεκινήσουμε με ερωτήσεις, δεν έχουμε ιδέα πού μπορεί να χρειαστεί να πάμε – και τι μπορεί να χρειαστεί να απορρίψουμε.

Επειδή θέλουμε να τραπούμε σε φυγή από τη θλίψη και τη λύπη.

Επειδή δεν έχουμε πολλούς πραγματικούς φίλους.

Επειδή λίγοι άνθρωποι μάς αγκάλιασαν.

Επειδή δεν έχουμε ιδέα τι να κάνουμε με τον εαυτό μας εκτός από το να τρέχουμε.

Επειδή βρίσκουμε την ειρήνη πολύ πιο δύσκολη από τον πόλεμο.

Επειδή η πραγματική δουλειά μπορεί να βρίσκεται αλλού.

Η μελαγχολία της Κυριακής

Η μελαγχολία της Κυριακής όταν αρχίζει και σουρουπώνει συνδέεται συνήθως με την εργασία και την ιδέα της επιστροφής στο γραφείο μετά από ένα  μικρό διάλειμμα. Βέβαια, δεν είναι μόνο ότι έχουμε κάποιου είδους δουλειά να κάνουμε που συμπαρασύρει τη διάθεσή μας, αλλά ότι επιστρέφουμε στη λάθος δουλειά, ακόμη και αν δεν γνωρίζουμε για το ποια θα μπορούσε να είναι η σωστή για εμάς. 

Το να νιώθουμε πως είμαστε σε λάθος δουλειά και ότι η αληθινή μας κλίση παραμένει ανεξερεύνητη, δεν είναι μικρή δυσφορία. μπορεί να είναι η κεντρική υπαρξιακή κρίση της ζωής μας. 

Συνήθως καταφέρνουμε να κρατάμε μακριά τη φωνή αυτού που πραγματικά θα θέλαμε να κάνουμε κατά τη διάρκεια της εβδομάδας μιας που είμαστε πολύ απασχολημένοι και έχουμε άμεση ανάγκη τα χρήματα. Η φωνή όμως αυτή έρχεται τα βράδια της Κυριακής. Όπως ένα φάντασμα που αιωρείται μεταξύ δύο κόσμων, δεν του επιτρέπεται να ζήσει ή να πεθάνει, και έτσι χτυπά την πόρτα της συνείδησης, απαιτώντας επίλυση.

Είμαστε λυπημένοι, ή πανικοβλημένοι, επειδή μια πλευρά μας αναγνωρίζει ότι ο χρόνος τελειώνει και ότι δεν κάνουμε προς το παρόν αυτό που πρέπει με ό,τι μας έχει απομείνει από τη ζωή μας. Η αγωνία του Κυριακάτικου απογεύματος είναι η συνείδησή μας που προσπαθεί να μας παρακινήσει άναρθρα να κάνουμε περισσότερα από τον εαυτό μας.

Γνωρίζουμε – επειδή υπάρχουν αρκετά παραδείγματα ανθρώπων που το έκαναν – ότι θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε τα ταλέντα μας, ότι δεν χρειάζεται να είμαστε δυστυχισμένοι σε αυτόν τον τομέα, γεγονός που προσθέτει ένα αίσθημα ντροπής αν εξακολουθούμε να είμαστε.

Δεν χρειάζεται να είμαστε τόσο σκληροί με τον εαυτό μας. Όχι γιατί δεν πρέπει, αλλά γιατί δεν βοηθάει.  Μπορούμε να είμαστε απόλυτα σίγουροι ότι δεν κάνουμε αυτό που θα θέλαμε, ενώ ταυτόχρονα είμαστε αβέβαιοι για τον πραγματικό μας σκοπό.

Η απάντηση είναι η υπομονή, η δομή και η σταθερή πρόθεση. Χρειαζόμαστε λίγη από την πειθαρχία του ντετέκτιβ ή του αρχαιολόγου που συναρμολογεί τα κομμάτια ενός σπασμένου βάζου. Δεν θα πρέπει να απορρίπτουμε την αγωνία μας αδιαμαρτύρητα ως “την κυριακάτικη μελαγχολία”, που μπορεί να καταπραϋνθεί με ένα ποτό και μια ταινία. Ίσως να τη βλέπουμε  σαν μια συγκεχυμένη αλλά κεντρική αναζήτηση ενός πραγματικού εαυτού που έχει καλυφθεί κάτω από την ανάγκη να ευχαριστήσουμε τους άλλους και να φροντίσουμε τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες για κύρος και χρήματα.

Με άλλα λόγια, δεν θα βοηθήσει να κρατάμε τα κυριακάτικα απογευματινά μας συναισθήματα μόνο για τα κυριακάτικα βράδια. Αλλά ίσως να τοποθετήσουμε αυτά τα συναισθήματα στο κέντρο της ζωής μας και να τα αφήσουμε για μια διαρκή εξερεύνηση που συνεχίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας, για μήνες και πιθανώς για χρόνια, και που δημιουργεί συζητήσεις με τον εαυτό μας, με φίλους, με μέντορες και με επαγγελματίες. 

Το βίντεο αυτό έχει γυριστεί 6 χρόνια πριν.

Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας

Βρισκόμαστε στο 1946. Ο γιατρός Paul Brand εργάζεται σε ένα λεπροκομείο και ανακαλύπτει ότι οι παραμορφώσεις που δημιουργούνται από τη λέπρα δεν οφείλονται στην αρρώστια αυτή καθεαυτή, αλλά στην προοδευτική φθορά που προκαλούν οι μολύνσεις και οι τραυματισμοί μιας που οι ασθενείς δεν νιώθουν πόνο.

Το 1972 γράφει: “Αν μπορούσα, θα χάριζα στους ανθρώπους που υποφέρουν από λέπρα το δώρο του πόνου”. Κάποιες φορές μπορεί να υποφέρουμε από ένα είδος ψυχολογικής λέπρας, ανίκανοι να αισθανθούμε τον συναισθηματικό πόνο μας, κινδυνεύουμε να προκαλέσουμε στον εαυτό μας ανεπανόρθωτη ζημιά.

Όλοι μας κάποια στιγμή προσπαθούμε να καταπνίξουμε επώδυνα συναισθήματα. Όταν επιτυγχάνουμε να μη νιώθουμε τίποτα, χάνουμε το μοναδικό μέσο που διαθέτουμε για να αντιλαμβανόμαστε τι μας πληγώνει και γιατί. Όλα είναι διαχειρίσιμα και πολλές από τις καταστάσεις που μας φαίνονται αξεπέραστες αντιμετωπίζονται. Σήμερα δεν υπάρχει λόγος για κανένα να υποφέρει σιωπηλά.

Τρόποι να σταματήσετε τις συνεχόμενες σκέψεις για τη δουλειά

“Όταν ξυπνάω κατά τη διάρκεια της νύχτας, προσπαθώ να εφαρμόσω κάθε τρικ που ξέρω για να σταματήσω να σκέφτομαι τη δουλειά μου γιατί εάν δεν σταματήσω και οι σκέψεις μου τρέχουν σε προθεσμίες, εκκρεμότητες ή το αστείο που έκανα σε μια συνάντηση και δεν γέλασε κανείς, θα μείνω ξύπνιος για ώρες”  

Αυτό είναι ένα γνώριμο σενάριο για τον Dr. Guy Winch, ψυχοθεραπευτή, συγγραφέα και συνεργάτη του γνωστού podcast “Dear Therapist” ο οποίος έχει διαπιστώσει πως οι άνθρωποι το μεγαλύτερο στρες που σχετίζεται με τη δουλειά τους, το βιώνουν στις μετακινήσεις τους, όταν είναι με την οικογένειά τους ή τους φίλους τους ή κατά τη διάρκεια της νύχτας. 

Στο παρακάτω άρθρο ο Dr. Winch μοιράζεται τις στρατηγικές που προτείνει στους θεραπευόμενούς του  για να βοηθήσουν τον εαυτό τους όταν οι σκέψεις για τη δουλειά τους ταλαιπωρούν. 

  • Κρατήστε ημερολόγιο: Κυρίως των αρνητικών σκέψεων-σεναρίων για να καταγράφετε τις ώρες που αφιερώνετε να σκέφτεστε τα θέματα που προκύπτουν στη δουλειά μέσα στην εβδομάδα. Ο ίδιος λέει πως στο πρώτο έτος της πρακτικής του, έκανε ακριβώς αυτό και σοκαρίστηκε όταν ανακάλυψε πως μέσα σε μια εβδομάδα είχε σκεφτεί τη δουλειά για 14 ώρες. Λέει πως οι θεραπευόμενοί του σκέφτονται τα της δουλειάς από 10 έως 20 ώρες εβδομαδιαίως. Μας προτρέπει να σκεφτούμε αυτές τις ώρες ως υπερωρίες τις οποίες δεν πληρωνόμαστε.
  • Βάλτε περιορισμούς-όριο: Καθορίστε έναν σαφή χρονικό περιορισμό όταν τελειώνει η εργάσιμη ημέρα και να είστε αυστηροί στην τήρησή του. Δείτε τη μετάβαση από τη δουλειά στο σπίτι ως τελετουργία. Αλλάξτε ρούχα, βάλτε μουσική ή κάντε μια βόλτα. Αυτό, θα σας βοηθήσει στο να βάλετε ένα όριο και κατά κάποιο τρόπο θα σας “αναγκάσει” να περάσετε αυτή την ώρα για να ξεκουραστείτε ή να επικοινωνήσετε με κάποιον φίλο. Εάν είναι εφικτό, μετά την εργασία απενεργοποιήστε τις ειδοποιήσεις των email και μηνυμάτων που έχουν να κάνουν με τη δουλειά. Εάν πρέπει οπωσδήποτε να ελεγχετε κάντε το σε μια συγκεκριμένη ώρα και όχι όλο το βράδυ.
  • Μετατρέψτε τις αρνητικές σκέψεις σε παραγωγικές: Υπάρχουν ενδείξεις ότι η ασταμάτητη γκρίνια για τη δουλειά και στον ελεύθερό μας χρόνο επηρεάζει τη συναισθηματική μας ευεξία, σε αντίθεση με την προσπάθεια εύρεσης δημιουργικών λύσεων στα προβλήματα. Για παράδειγμα αναρωτηθείτε: «Μπορώ να κάνω κάτι για αυτήν την κατάσταση; Και αν ναι, τι;». Επίσης, δείτε συγκεκριμένες ανησυχίες που έχετε ως προβλήματα προς επίλυση. Εάν ανησυχείτε πως ο καινούργιος συνάδελφος είναι καλύτερος σκεφτείτε “τι είναι αυτό που κάνει καλά αλλά και τι είναι αυτό που κάνω εγώ καλύτερα από εκείνον” και πιο σημαντικό “τι μπορώ να μάθω από εκείνον;”
  • Μάθετε τη διαφορά μεταξύ αποσύνδεσης και επαναφόρτισης: Η αποσύνδεση στο τέλος της ημέρας δεν θα σταματήσει τον μηρυκασμό, αλλά η επαναφόρτιση θα το κάνει. Μια δραστηριότητα επαναφόρτισης -όπως άσκηση, χειροτεχνία ή διαλογισμός- μπορεί να μας βοηθήσει να νιώσουμε ευχαριστημένοι με τον εαυτό μας
  • Αποσπάστε την προσοχή σας: Τέτοιες τεχνικές έχουν αποδειχθεί ότι σπάνε τον κύκλο του μηρυκασμού. Εάν δεν μπορείτε να βρείτε έναν τρόπο να λύσετε ένα πρόβλημα, ο Dr. Winch προτείνει να κάνετε κάτι που απαιτεί εστίαση, όπως ένα σταυρόλεξο ή ένα παιχνίδι λέξεων. Ή, αν είναι μεσάνυχτα, προτείνει μια άσκηση μνήμης, όπως να ονομάσουμε κάθε δασκάλα μας από το νηπιαγωγείο και μετά. Ισχυρίζεται πως ένα βράδυ όταν έμεινε ξάγρυπνος σκεπτόμενος τη δουλειά, μέχρι να φτάσει στη δασκάλα των μαθηματικών στο γυμνάσιο, είχε βαρεθεί και κοιμήθηκε. 

Σχέσεις στο γραφείο

Η στήλη Work Friend στους The New York Times απαντάει σε ερωτήσεις αναγνωστών για εργασιακά θέματα. Σε αυτό το άρθρο δίνει συμβουλή/γνώμη σε αναγνώστρια/στη για το πώς να διαχειριστεί τα αισθήματα που έχει για έναν συνάδελφο και θυμήθηκα την απάντηση σε ερώτηση που είχα δώσει εγώ για το πώς διαχειριζόμαστε το τέλος μιας σχέσης μ’έναν συνάδελφο 🙂

Επαγγελματική μονογαμία

Επαγγελματικά οι περισσότεροι άνθρωποι είναι αναγκαστικά πιστοί παρόλο που υπάρχουν περίοδοι που όλοι φανταζόμαστε εναλλακτικές επιλογές όπως για παράδειγμα πως είμαστε ιδιοκτήτες ενός ταξιδιωτικού γραφείου, πως κάνουμε έρευνα για τον καρκίνο σε ένα από τα μεγαλύτερα ερευνητικά εργαστήρια της Γαλλίας, είμαστε ιδιωτικοί ντετέκτιβ, ζωγράφοι, νευροχειρουργοί, κατάσκοποι,  μπαλαρίνες. 

Η αλήθεια είναι πως έχουμε κλίση σε περισσότερους τομείς από όσους θα έχουμε ποτέ την ευκαιρία να εξερευνήσουμε. Πλευρές της επαγγελματικής μας προσωπικότητας θα πρέπει να τις ξεχάσουμε και απλά να τις θυμόμαστε μελαγχολικά σε διάφορες φάσεις της ζωής μας.

Ως παιδιά μπορούσαμε μέσα σ ένα Σαββατοκύριακο να έχουμε φτιάξει ένα μαγαζί και να πουλάμε πράγματα, για λίγα λεπτά να είμαστε μέλη ομάδας διάσωσης, να κάνουμε επιτυχημένες επεμβάσεις στα λούτρινα ζωάκια μας, να είμαστε διάσημοι ντετέκτιβ. Κάθε ένα από αυτά τα παιχνίδια θα μπορούσε να ήταν η αρχή μιας καριέρας. Όμως, η επιλογή είναι μια, και πρέπει επαναλαμβάνεται κάθε μέρα για 50 τουλάχιστον χρόνια. Είμαστε περισσότερα από αυτά που μας επιτρέπει ο κόσμος της εργασίας να είμαστε. Είμαστε πολυμορφικοί.

Βεβαίως δεν είναι δικό μας λάθος που δεν έχουμε καταφέρει να εκφράσουμε τις ‘πολλαπλότητές’ μας. Η αγορά εργασίας δεν μας δίνει άλλη επιλογή από το να εξειδικευόμαστε. Όσο ωραίο και αν ακούγεται, δεν γίνεται δύο Δευτέρες το μήνα να έχουμε κατάστημα, τις Τρίτες να είμαστε δικαστές, Τετάρτες  ιδιωτικοί ντετέκτιβ και Πέμπτη, Παρασκευή ψυχοθεραπευτές.

Αυτή η σύγκρουση μεταξύ των απαιτήσεων της αγοράς εργασίας και της ελευθερίας των επιλογών έχει μια θλίψη που θα μας υπενθυμίζει πως πάντα θα υπάρχουν πτυχές μας που δεν θα ικανοποιηθούν ποτέ και η λύση σίγουρα δεν είναι να αλλάζουμε συνέχεια δουλειές. Είναι όπως στις σχέσεις. Αν σκεφτούμε πόσοι άνθρωποι υπάρχουν στον κόσμο που θα μπορούσαμε -όχι επειδή δεν θα ήμασταν ευχαριστημένοι από τον σύντροφό μας- να έχουμε ταυτόχρονα σχέση γιατί θα εκδηλώναμε διαφορετικά στοιχεία της προσωπικότητάς μας, θα μας ευχαριστούσαν -και θα μας εκνεύριζαν- με διαφορετικούς τρόπους. Παρόλα αυτά, όπως με τη δουλειά, η εξειδίκευση, η μονογαμία, η πίστη έχει και πλεονεκτήματα όπως σταθερότητα και πειθαρχία. 

Ακούγεται ψυχρό και σκοτεινό αλλά είναι κάτι που δεν επηρεάζει μόνο έναν. Ισχύει για όλους. Τόσο για έναν CEO όσο και για έναν βιολόγο, ζωγράφο, λογιστή. Θα βρούμε πολλές εκδοχές της ευτυχίας που θα μείνουν για πάντα ανικανοποίητες και παρόλο που δεν έχουμε άλλη επιλογή, μπορούμε να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να αποδεχτεί και να “θρηνήσει” ότι πάντα θα υπάρχουν πτυχές μας που δεν θα ικανοποιηθούν ποτέ. 

Ημέρα της Γυναίκας

Η φετινή Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας βρίσκει το γυναικείο ζήτημα στο κέντρο της δημόσιας συζήτησης διεθνώς. Το κίνημα #MeToo, οι προσπάθειες περιορισμού δικαιωμάτων όπως η πρόσβαση στην άμβλωση, οι γυναίκες του Ιράν και της Ουκρανίας αλλά και οι συμπολίτισσές μας που δεν έχουν πολλές επιλογές λόγω οικονομικών προβλημάτων, είναι θέματα για τα οποία τα τελευταία δύο χρόνια μιλάμε καθημερινά.

Αυτό είναι πολύ θετικό γιατί για να επιλύσουμε ένα πρόβλημα πρέπει πρώτα να το έχουμε περιγράψει και στη συνέχεια να το έχουμε συζητήσει διεξοδικά.

Όμως, ενώ οι γυναίκες προστατεύονται θεσμικά σε χώρους όπως η εργασία περισσότερο από ποτέ, την ίδια στιγμή υπάρχουν και εκείνοι που έχουν γίνει καλύτεροι στο να διατηρούν και να αναπαράγουν τις ανισότητες.

Αυτό, απαιτεί μεγαλύτερη και επί της ουσίας αλληλεγγύη αλλά και εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Σε όποιες επιχειρήσεις δημόσιες και ιδιωτικές υπάρχουν ειδικοί δεν πρέπει να διστάζουμε να τους συμβουλευόμαστε ενώ η σημασία του να συνεργάζονται οι επιχειρήσεις και οι οργανισμοί με ειδικούς θα πρέπει να θεωρείται σήμερα αυτονόητη.