Δύσκολοι αποχαιρετισμοί

«Θα έχει ενδιαφέρον ένα άρθρο για την απώλεια-τον θάνατο. αν έχεις χρόνο και θέλεις» διάβασα στο μέιλ που έλαβα προχθές. Η πρώτη μου σκέψη ήταν μήπως είναι βαρύ για καλοκαίρι –λες και ο πόνος του θανάτου αλλάζει με τις εποχές – αλλά μετά σκέφτηκα πιο πρακτικά: «έλα το’χεις το θέμα. Σίγουρα θα γράψεις για τα πέντε στάδια του πένθους, θα φυσιολογικοποιήσεις τη θλίψη ως αντίδραση στην απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου από το θάνατο και φυσικά κάποιες «πρακτικές συμβουλές» που ίσως βοηθήσουν».Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν, αυτό το ποστ είναι παραγγελία.

Το επόμενο πρωί ξύπνησα βιαστικά και ενώ ετοιμαζόμουν να φύγω απ’το σπίτι άκουγα στο ραδιόφωνο για τη συντριβή του αεροσκάφους, το Μεσανατολικό και αμέσως μου ήρθαν στο μυαλό δυο άνθρωποι. Ο Τζάφαρ ή Τζέφρυ όπως τον φωνάζουμε, ο οποίος ζει στην Ελλάδα από 18 χρονών και τον ξέρω από τότε. Ο ίδιος είναι απ’ τη Δυτική όχθη, δεν έχει πάει ποτέ στη Λωρίδα της Γάζας, όμως όλοι του οι συγγενείς, φίλοι και συμπατριώτες είναι εκεί. Η Νούριθ που ζει στο Τελ Αβίβ με την οποία δεν έχω κοντινή σχέση όμως είναι ένας άνθρωπος που θαυμάζω απεριόριστα. Τελευταία φορά την είδα το Φεβρουάριο στο πλαίσιο μιας εποπτείας και θυμήθηκα πόσο μ’εντυπωσίασε ο τρόπος που δούλεψε μέσα στην ομάδα ένα θέμα απώλειας. Προσπάθησα να φανταστώ πως θα ένιωθαν αυτοί οι άνθρωποι εάν διάβαζαν το ποστ που σκεφτόμουν να γράψω. Δυο άνθρωποι που ξέρουν καλά τι σημαίνει απώλεια. Ντράπηκα και ένιωσα αμηχανία, όμως, κατάφερα να συνδεθώ και να έρθω σ’επαφή με τον πόνο της δικής μου απώλειας που βίωσα πριν τρια χρόνια. Τότε που εγώ διάβαζα πρακτικά ποστ για να καταφέρω να απαλύνω τον πόνο που ένιωθα. Το γνωστικό μου κομμάτι ηρεμούσε για λίγο όμως ο πόνος ήταν αφόρητος και όσο προσπαθούσα με λογικά επιχειρήματα να τον κατευνάσω χωρίς να του δώσω χώρο –είναι η φύση του ανθρώπου ν’αποφεύγει τον πόνο- τόσο θύμωνα και υπέφερα. Ήθελα απλά να τελειώνει και να είμαι καλά.

Αυτό που ήταν σωτήριο για μένα εκείνη την περίοδο ήταν η παρουσία τριών ανθρώπων. Το λεγόμενο υποστηρικτικό πλαίσιο. Και μόνο η αίσθηση πως δεν ήμουν μόνη μου, ήταν ανακουφιστική. Εγώ βοήθησα με το να ζητάω από εκείνες πράγματα που ήξερα πως θα μπορούσαν να μου δώσουν. Ήξερα πως η μια είναι ακούραστη στο ν’ακούει τα ίδια και τα ίδια και να με δικαιώνει, η άλλη το άντεχε να με ακούει να κλαίω γοερά και απλά να είναι εκεί και με την τρίτη να συζητώ πιο ‘λογικά’ και να μη βυθίζομαι εντελώς στο συναίσθημα. Το να ζητάς απ’τους άλλους αυτό που έχεις ανάγκη όχι μόνο μαθαίνεται αλλά είναι και πολύ βοηθητικό στις σχέσεις.

Προσπάθησα να μην είμαι απαιτητική με μένα. Αποδέχτηκα πως περνάω μεγάλο ζόρι και με το να λέω στον εαύτο μου «άντε Νάσια, ακόμα; Δεν είναι φυσιολογικό τόσο πένθος. Έχεις ξεπεράσει το επιτρεπτό όριο» δεν βοήθησε καθόλου. Ο πόνος δεν είναι ένδειξη αδυναμίας και ο χρόνος επούλωσης ενός τραύματος δεν είναι ίδιος για όλους. Να είστε μαλακοί με τον εαυτό σας. Μιλήστε και φερθείτε στον εαύτο σας όπως θα μιλούσατε σ’ένα παιδάκι που κλαίει και είναι πολύ στεναχωρημένο. Φαντάζομαι πως στο παιδί σας ή στο παιδί ενός φίλου σας δεν θα λέγατε ποτέ «άντε, τελείωνε με τα κλάματα. Δεν είναι φυσιολογικό αυτό». Θα το ακούγατε, θα του λέγατε πως έχει δίκιο που είναι στεναχωρημένο και κλαίει και θα το φροντίζατε όπως μπορούσατε.

Εκείνη την περίοδο δυσκολευόμουν πολύ και να κοιμηθώ. Επειδή δεν μπορούσα με τίποτα να διαβάζω, έβαλα στο υπνοδωμάτιό μου μια τηλεόραση και μετά από ένα τέταρτο μ’έπαιρνε ο ύπνος. Δεν ξέρω εάν ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός, με τον καιρό όμως η πληγή έκλεισε. Η ουλή έμεινε και κάποιες φορές με τις αλλαγές του καιρού πονάει, αλλά η ποιότητα, η ένταση και πόσο μένω στον πόνο δεν είναι η ίδια. Αποδέχτηκα πως κάποιες απώλειες ίσως να μην τις ξεπεράσω και αυτή αποδοχή, εμένα με ηρεμεί.

Θέλω να πω κάτι σ’εκείνους που είναι κοντά σε ανθρώπους που πενθούν. Δεν χρειάζεται να έχετε πάντα κάτι να πείτε. Με το να είστε εκεί να ακούτε είναι πολύ πιο θεραπευτικό και ανακουφιστικό για τον άλλον. Αν θέλετε, αποφύγετε φράσεις «θα περάσει, θα δεις ή τουλάχιστο δεν ταλαιπωρήθηκε» υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ο άλλος να θυμώσει. Είναι πολύ φοβιστικό να μένεις στον πόνο, το ξέρω. Όμως, πολλές φορές, το μόνο που θέλουμε όταν κλαίμε είναι να μην κλαίμε μόνοι μας. Απλά να είναι κάποιος δίπλα μας χωρίς να μιλάει. Απλά, ν’αντέχει τον πόνο μας.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στον Εξώστη 21/7/2014
http://www.exostispress.gr/Article/diskoloi-apoxairetismoi-0#ixzz38HzjDgS8

Eat Me – Μέρος III

Η βιολογική πείνα διαφοροποιείται σε πολλά σημεία από τη συναισθηματική. Η πρώτη συνήθως έρχεται σταδιακά, μέσω μηνυμάτων που στέλνει ο οργανισμός πως χρειάζεται τροφή και η ανάγκη ικανοποίησης παρουσιάζει μεγαλύτερη δυνατότητα αναμονής. Αντίθετα, η συναισθηματική πείνα εμφανίζεται ξαφνικά ως ακατάσχετη επιθυμία λήψης τροφής, με άμεση και επιτακτική ανάγκη ικανοποίησης. Κυριαρχεί ο παρορμητισμός και η κατάποση του φαγητού γίνεται μηχανικά, χωρίς συνειδητοποίηση του ‘τι’ και του ‘πόσο’ τρώμε με αποτέλεσμα το αίσθημα του κορεσμού να μη γίνεται αντιληπτό.

Η σκέψη περιστρέφεται γύρω από το φαγητό ενώ σχεδόν πάντα οι τροφές που προτιμούνται είναι γλυκά (προσωπικά δεν είχα ποτέ υπερφαγικό επεισόδιο με μπρόκολο) και με πολλά λιπαρά. Ξεκινάει σαν αίσθηση από το λαιμό και το στόμα σε αντίθεση με τη βιολογική η οποία ξεκινάει από το στομάχι το οποίο αισθανόμαστε άδειο. Όταν τρώμε ψυχαναγκαστικά, οδηγούμαστε σε αισθήματα ενοχής, ντροπής και τύψεων πράγμα που δεν συμβαίνει όταν ικανοποιούμε τη βιολογική μας πείνα.

Λένε πως η καλύτερη δίαιτα είναι να μην κάνεις δίαιτα. Όταν διαβάζω αυτή τη φράση πάντα θυμάμαι μια φίλη η οποία μου είχε πει πως έχασε πολλά κιλά -τα οποία ποτέ δεν ξαναπήρε- όταν μια μέρα κοιτάχτηκε στον καθρέφτη του ασανσέρ και είπε “κούκλα είσαι σήμερα κοριτσάκι μου” Νάσια, μου είπε, εκείνη τη στιγμή ήταν η μοναδική φορά που πραγματικά αποδέχτηκα αυτό που έβλεπα. Χωρίς να με κρίνω, ούτε να πω πως έγινες έτσι; Από εκείνη τη μέρα άρχισα σιγά σιγά να καταλαβαίνω τι εννοούμε όταν λέμε φροντίδα εαυτού και άρχισα να το κάνω. Η αλήθεια είναι πως η αλλαγή δεν έρχεται μέσα από την προσπάθεια, τον έλεγχο ή την αποφυγή. Υπάρχει ένα υπαρξιακό παράδοξο όπου η αλλαγή συμβαίνει, όταν κάποιος γίνεται αυτό που είναι και όχι όταν προσπαθεί να γίνει αυτό που δεν είναι.

Προσωπικά, θεωρώ τις απαγορεύσεις τροφίμων και τον διαχωρισμό τους σε καλές και κακές μη ρεαλιστικό σενάριο. Στο παρελθόν έχω προσπαθήσει να μπω σε πρόγραμμα αποχής από τροφές με τις οποίες έκανα υπερφαγία και το αποτέλεσμα ήταν να περιμένω πότε θα έρθει η ώρα να τελειώσει το πρόγραμμα για να φάω γλυκά και τυριά που τόσο μου αρέσουν. Ξέρω ανθρώπους που έχουν σωθεί με το πρόγραμμα των Ανώνυμων Υπερφάγων και πραγματικά στέκομαι σ’ αυτό με μεγάλο σεβασμό.
Η προσωπική μου εμπειρία είναι πως και εκεί υπάρχει ένα είδος ψυχαναγκασμού, ελέγχου και διαρκής ενασχόλησης με τη διατροφή (τουλάχιστο στην αρχή). Όπως με δυσκολεύει και ο γνωσιακός τρόπος -ο οποίος πραγματικά έχει αποτελέσματα- το να καταγράφω καθημερινά τι τρώω (αυτό είναι ένα κομμάτι της γνωσιακής θεραπείας). Επαναλαμβάνω, πως αυτή είναι η δική μου εμπειρία. Βοηθήθηκα με δυο τρόπους.

Μου επέτρεψα να τρώω τα πάντα σε μικρές ποσότητες. Από τη στιγμή που έγινε αυτό και ήξερα πως όταν ήθελα να φάω μαρόν γλασέ θα φάω, τότε ‘ησύχασα’. Ίσως και επειδή για μένα είναι σημαντικό να ξέρω πως έχω τη δυνατότητα να κάνω κάτι και ας μην το κάνω ποτέ. Όταν λοιπόν άρχισα να μου επιτρέπω, άρχισα να στέκομαι και
σ’ άλλα πράγματα. Στη προετοιμασία και τον πειραματισμό του φαγητού, στο να τρώω με ηρεμία και όχι με βιασύνη. Άρχισε να γίνεται μορφή και η απόλαυση. Κάποιος ίσως ρωτήσει πως τα κατάφερα με τις μικρές ποσότητες.

Εδώ, βοηθήθηκα με τον δεύτερο τρόπο. Τον πιο δύσκολο και επίπονο. Άρχισα να παρατηρώ πότε τρώω ψυχαναγκαστικά. Χωρίς να κρίνω. Σε μένα συνέβαινε όταν θύμωνα. Άλλες φορές θύμωνα με κάτι που μπορεί να συνέβαινε εκείνη τη στιγμή και άλλες να γινόταν κάτι το οποίο ήταν υπενθυμητής ενός παλιού θυμού ο οποίος δεν είχε εκφραστεί ποτέ και ήταν απλά ένας ανοιχτός λογαριασμός. Και στις δυο περιπτώσεις το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Η δράση μου ήταν να πάω να φάω. Καλά, και γιατί δεν έδειχνες το θυμό σου; τί πιστεύεις πως θα συνέβαινε; είχα μπερδέψει το θυμό με την επιθετικότητα και νόμιζα πως εάν εξέφραζα το θυμό μου η σχέση θα καταστραφεί. Ήταν πολύ απειλητικό αυτό το σενάριο οπότε βρήκα έναν άλλο τρόπο διαχείρισης. Να τρώω το θυμό μου. Το πρώτο βήμα λοιπόν ήταν η επίγνωση του τι κάνω και πως το κάνω. Όταν γίνει η επίγνωση έχει ξεκινήσει και η αλλαγή.

Αρχίζεις και έχεις επίγνωση των αισθήσεων και εκπληρώνεις τις ανάγκες σου καλύτερα, μαθαίνεις να κάνεις νέες συνδέσεις (ο θυμός είναι φυσιολογικό συναίσθημα, η επιθετικότητα είναι συμπεριφορά) και πως έχεις επιλογές δράσης.
Στη διαδρομή δεν περνάμε και πολύ ευχάριστα γιατί βιώνουμε διάφορες απώλειες αλλά σίγουρα το αποτέλεσμα -και δεν εννοώ μόνο τα κιλά- είναι μια διαφορετική ζωή.

Σημείωση: επειδή στο κείμενο αναφέρθηκα στην απόλαυση και τον πειραματισμό  του φαγητού, το μπλογκ της φίλης μου Λ. http://soumada.wordpress.com/  είναι ένα πολύ διαφορετικό και ιδιαίτερο μπλογκ για το φαγητό.

Eat Me – Μέρος II

«Ήταν μια απ’αυτές τις Κυριακές όπου όλη η οικογένεια συγκεντρώνεται για να φάει. Δεν έχει σημασία εάν δεν έχεις όρεξη ή έχεις κανονίσει κάτι άλλο –πράγμα απίθανο- αφού εμείς, τις Κυριακές, τρώμε όλοι μαζί.  Επειδή έτσι πρέπει. Το μενού είχε σούπα. Όμως, ήταν τόσο καυτερή που οι υπόλοιποι έφαγαν μόνο δυο κουταλιές. Εγώ συνέχιζα να την καταπίνω παρόλο που το στόμα μου καιγόταν. Σα να μην μπορούσα να σταματήσω, το καταλαβαίνεις; ήμουνα τόσο συγκεντρωμένη στη σούπα που δεν άκουγα τους υπόλοιπους που μιλάγανε. Τώρα που το λέω, καταλαβαίνω πως ήταν ο τρόπος μου για να μπορώ να αποσυνδέομαι και να μην ακούω. Όταν έφτασα σπίτι μου και είδα στον καθρέφτη τα χείλια μου κόκκινα και πρησμένα, έβαλα τα κλάματα».

Η ψυχαναγκαστική υπερφαγία –ή αλλιώς emotional eating- είναι μια μαθημένη συμπεριφορά. Πολλές φορές, αρκετοί από εμάς, όταν είμαστε στεναχωρημένοι, πιεσμένοι, θυμωμένοι, βαριόμαστε  ή  νιώθουμε ένα απροσδιόριστο κενό ψάχνουμε να βρούμε γρήγορα κάτι να μασουλίσουμε ή να καταπιούμε. Στην αρχή παρορμητικά και αργότερα όλο και πιο ανεξέλεγκτα όλο και πιο πολύ. Με τον καιρό αυτός ο τρόπος γίνεται μια τόσο συνηθισμένη και καθημερινή συμπεριφορά που είναι δύσκολο να κάνουμε την επίγνωση του πως χρησιμοποιούμε το φαγητό για να φάμε συναισθήματα και προβλήματα.

Το «θετικό» στη χρήση του φαγητού για την αντιμετώπιση του στρες ή άλλων μορφών δυσφορίας είναι ότι έχει αποτέλεσμα.  Με ελάχιστη προσπάθεια, η ένταση μειώνεται και μάλιστα αρκετά γρήγορα.  Όμως, αυτό ακριβώς είναι το αρνητικό, τουλάχιστον μακροπρόθεσμα. Αυτό το πρότυπο διαχείρισης των αναγκών ενισχύει την κυριαρχία της μορφής του φαγητού.  Μειώνει την ένταση, ηρεμεί και ναρκώνει τις ανάγκες. Έτσι, μαθαίνει κάποιος ν’αντιμετωπίζει και να διαχειρίζεται ανάγκες και συναισθήματα μέσω του φαγητού.

Πολλοί από εμάς, πιστεύουμε έντονα στον αυτοέλεγχο, τον οποίο συνδέουμε με ισχυρά θετικές αξίες.  Έχουμε την πεποίθηση ότι «θα έπρεπε να μπορώ να ελέγξω τον εαυτό μου» ή πιστεύουμε πως το να έχεις τον έλεγχο είναι καλό, φυσιολογικό και αποδεκτό, ενώ το να είσαι εκτός ελέγχου είναι κακό και αφύσικο. Αυτές οι πεποιθήσεις δεν μας αφήνουν να αναγνωρίσουμε και να αποδεχτούμε ότι πολλά πράγματα ή συνήθειες δεν μπορούμε να τις ελέγξουμε. Έτσι, πολλές φορές, αντί να αναγνωρίσουμε πως έχουμε χάσει τον έλεγχο και ότι είμαστε ανίσχυροι σε ό,τι αφορά το φαγητό, το αλκοόλ ή οποιαδήποτε άλλη ουσία, οδηγούμαστε σε μια παρατεταμένη σειρά συναντήσεων με την ουσία, είτε αυτή λέγεται φαγητό, είτε αλκοόλ, είτε ναρκωτικά, σε μια προσπάθεια να αποδείξουμε πως έχουμε τον έλεγχο.

Με το πέρασμα του χρόνου, αυτή η διαδικασία κλιμακώνεται γι αυτό και πολλές φορές παρατηρούμε πως μπορεί να έχουμε χάσει τον έλεγχο και ταυτόχρονα να μας έχει γίνει έμμονη ιδέα να αποδείξουμε ότι τον διατηρούμε.

Αυτός ο τρόπος μπορεί να οδηγήσει στη λεγόμενη πόλωση, όπου η μια πλευρά είναι υπερβολικά ελεγχόμενη, ψυχαναγκαστική και περιορισμένη, ενώ η άλλη, έχει περιορισμένο έλεγχο ή είναι τελείως ανεξέλεγκτη.  Ίσως πάλι να νιώθουμε πως το φαγητό μας είναι το μόνο πράγμα το οποίο μπορούμε και ελέγχουμε στη ζωή μας.

Πολλοί άνθρωποι δείχνουν το νοιάξιμο και τη φροντίδα τους μέσω του φαγητού ίσως γιατί δυσκολεύονται, ίσως γιατί δεν ξέρουν να πουν στον άλλον «νοιάζομαι» ή απλά να ρωτήσουν «τί χρείαζεσαι τώρα». H μητέρα θα πάρει τηλέφωνο το παιδί της που έχει καιρό να το δει και της έχει λείψει και το πρώτο που θα ρωτήσει είναι «τρως τίποτα;» σαν το φαγητό να είναι ο τρόπος για να κάνουν επαφή.

Μια απ’αυτές τις μέρες περιμένω τη φίλη μου τη Λ. να έρθει σπίτι μου και αυτό που κυριαρχεί στη σκέψη μου είναι τι φαγητό να ετοιμάσω. Να την περιποιηθώ αλλά βασικά να δείξω πόσο πολύ χαίρομαι. Ε, κακό είναι αυτό; Θα ρωτήσεις. Κακό τίποτα δεν είναι. Είναι όμως περιοριστικό γιατί έτσι χάνω τον αυθορμητισμό, το «εδώ και τώρα», σαν να μην είναι αρκετό να πω «χαίρομαι που ήρθες» και σαν να χρειάζεται να πρέπει να κάνω κάτι ή να πρέπει να είμαι κάπως.  Δεν υπάρχει καμία πρόθεση κριτικής ή αυτομαστιγώματος απλά προσπαθώ να δείξω πόσο μπερδευτική και δύσκολη μπορεί να είναι η διαδικασία της επίγνωσης του τί, πώς και πότε τρώω.

Στο επόμενο ποστ θα δούμε πως αναγνωρίζω εάν τρώω ψυχαναγκαστικά και εάν έχω άλλες επιλογές.

Eat Me – Μέρος Ι

Πριν χρόνια, όταν ο ψυχολόγος Arthur Tomie βρίσκονταν στο εργαστήριό του παρατήρησε κάτι παράξενο. Όπως ακριβώς στο πείραμα του Pavlov, ο Tomie συσχέτισε ένα πρώτο,τεχνητό ερέθισμα -σ αυτή την περίπτωση ήταν ένας μεταλλικός μοχλός ο οποίος έπεφτε στα κλουβιά των ποντικών- δίνοντας το σήμα πως θα επακολουθούσε τροφή. Όπως ήταν αναμενόμενο, τα ποντίκια έμαθαν γρήγορα να συνδέουν  το σήμα με την ανταμοιβή και όταν ο μοχλός εμφανιζόταν, πολλά έτρεχαν στη γωνία του κλουβιού περιμένοντας το φαγητό.  Ωστόσο, μερικά ποντίκια τα προσέλκυε ο μεταλλικός μοχλός.  Αντί να τρέχουν στο φαγητό, έγλυφαν και ροκάνιζαν το μοχλό σαν να ήταν κροκέτες αρουραίου. (Clinical Psychology Reviews, 1995)
Αυτή η δράση δεν ήταν εντελώς άγνωστη στους ερευνητές αφού παρόμοια συμπεριφορά είχε σημειωθεί και σε περιστέρια.

Αυτό που κέντρισε το ενδιαφέρον του Tomie ήταν πως τα ζώα δεν ήταν σε θέση να συγκρατηθούν και να σταματήσουν στο δέλεαρ του μοχλού. Οι θεραπευτές που ασχολούνται με εξαρτήσεις συχνά συναντούν ανθρώπους που απεγνωσμένα θέλουν να σταματήσουν το αλκοόλ ή τα ναρκωτικά αλλά κάποιες φορές υποτροπιάζουν. Για κάποιον, ο υπενθυμητής (trigger) μπορεί να είναι ένα ποτήρι, μια φωτεινή επιγραφή ενός μπαρ ή και κάποιο συναίσθημα. Ομοίως, τρόφιμα που σχετίζονται με σήματα (διαφημίσεις, φωτογραφίες φαγητών) έχουν τη δυνατότητα να μας δελεάσουν ακόμα και αν δεν πεινάμε.

Αρκετές συμπεριφορές, είτε μιλάμε για ανθρώπους είτε για ζώα, εξαρτώνται από ενδείξεις ή σήματα ή συνθήματα στο περιβάλλον οι οποίες προβλέπουν κάποιο όφελος ( π.χ. εάν φάω όλο το φαγητό μου, η μαμά μου θα μoυ αγοράσει το παιχνίδι που θέλω). Όμως, δεν είναι σαφές, γιατί μερικοί άνθρωποι είναι περισσότερο εστιασμένοι στα σήματα/ενδείξεις του περιβάλλοντος από άλλους, ούτε πως αυτή η διαφορά μπορεί να συνεισφέρει κάτι ως προς την κατανόηση των εξαρτήσεων.

Ο Terry Robinson, Καθηγητής Ψυχολογίας έχει χρησιμοποιήσει ένα παρόμοιο μοντέλο με το παραπάνω για να διερευνήσει γιατί μερικά ζώα είναι τόσο επιρρεπή στα σήματα του περιβάλλοντός τους. Ο Robinson έχει εντοπίσει δυο διαφορετικές συμπεριφορές ανάμεσα στα τρωκτικά.  Για κάποια ποντικάκια (goal-trackers) η τελική ανταμοιβή, το φαγητό είναι το πιο σημαντικό. Μόλις εντοπίσουν το μοχλό, τρέχουν στο μπολάκι τους. Για άλλα, (sign-trackers) το σύνθημα, ο μοχλός έχει τη μεγαλύτερη επιρροή. Τα sign trackers φαίνεται να είναι ιδιαίτερα επιρρεπή σε εθισμό ή άλλες δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές ισχυρίζεται.  Τα τρωκτικά που κρατούν τα μάτια τους πάνω στο μοχλό είναι πολύ πιο πιθανό να αναζητήσουν ναρκωτικά ή αλκοόλ.

Ο καταναγκασμός για τα συνθήματα φαίνεται να εκτείνεται σε διάφορους τύπους συμπεριφορών αφού οι sign-trackers δύσκολα αντιστέκονται σε συνθήματα, είτε σχετίζονται με φαγητό είτε με ναρκωτικά όπως η κοκαϊνη.  Ο Robinson, με το να ξεχωρίζει τους sign-trackers μπορεί να πάρει ποντικάκια που δεν έχουν εκτεθεί ποτέ σε ναρκωτικά και να προβλέψει ποια από αυτά θα εμφανίσουν εξαρτητική συμπεριφορά όταν έρθουν σ επαφή με κάποιο ναρκωτικό  (Biological Psychiatry, 2010)

Ο Robinson έχει συγκεντρώσει στοιχεία για 2.000 ποντίκια. Περίπου το ένα τρίτο από αυτά εμφανίζουν συμπεριφορά παρακολούθησης του συνθήματος ενώ ένα τρίτο ασχολούνται με την παρακολούθηση του στόχου. (τα υπόλοιπα δεν στέκονται σε κανένα από τα δυο και δεν είναι εύκολο να κατηγοροποιηθούν). Ο Καθηγητής ανησυχεί. «Εμείς δεν μιλάμε για κάποια άκρα», λέει. “Στην πραγματικότητα μιλάμε για ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού».

Γιατί όμως αυτά τα συνθήματα είναι τόσο ισχυρά γι αυτή την ομάδα των ποντικιών; Για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα, άρχισε να ψάχνει πιο βαθιά στο σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου. Σε μια μελέτη (Nature 2011) ο ίδιος και οι συνεργάτες του έκαναν κάποιες υποθέσεις ανάμεσα στις οποίες υπάρχουν ενδείξεις πως η πρώιμη εμπειρία του περιβάλλοντος μπορεί να προδιαθέτει εάν ένα ποντικάκι έχει την τάση να γίνει sign ή goal tracking.  Τα μικρά που εκτρέφονται σε αγχωτικό περιβάλλον χωρίς τις μητέρες τους είναι πιθανότερο να γίνουν sign-trackers  ως ενήλικες (Behavioural Brain Research, 2011)

Kαταλήγουμε δηλαδή πάλι στα γνωστά.  Προσωπικά -πέρα από το κομμάτι της  περιέργειας ή της γνώσης- δεν ξέρω πόσο βοηθητικό είναι το να υποθέτει κάποιος γιατί κάνει κάτι. Ο λόγος που το έχω συμπεριλάβει είναι γιατί αρκετά πολύπλοκα ψυχολογικά χαρακτηριστικά ή συμπεριφορές επηρεάζονται από την αλληλεπίδραση μεταξύ περιβαλλοντικών και γενετικών παραγόντων.  Τα επόμενα ποστ θα επικεντρωθούν στο πώς τρώμε, πότε τρώμε, πως χρησιμοποιώ το φαγητό για να ‘φάω’ τα συναισθήματά μου. μπορώ και ελέγχω μέσα από το φαγητό; Είναι διαφορετική η εξάρτηση από το φαγητό, το αλκοόλ ή τα ναρκωτικά; Πόση ντροπή, ενοχή έχει όλο αυτό και τι μπορώ να κάνω για να βγω από το φαύλο κύκλο; Το θέμα της διατροφής  δεν είναι απλό και κρύβει μεγάλο πόνο για αρκετό κόσμο.

Συνεξάρτηση (ή όταν η Ηχώ ερωτεύτηκε τον Νάρκισσο) Μέρος II

Οι αναφορές στη θεραπευτική αντιμετώπιση της συνεξάρτησης ακολουθούν διάφορες προσεγγίσεις όπως ατομική ή ομαδική ψυχοθεραπεία, τα 12 βήματα των Ανώνυμων Συνεξαρτημένων ή μια πιο συνθετική θεραπευτική προσέγγιση.  Το τι βοηθάει τον καθένα είναι καθαρά προσωπική επιλογή και όταν με ρωτάνε ποια προσέγγιση να επιλέξουν, απαντάω τι έχει βοηθήσει εμένα μέχρι τώρα στο να δω και να αντιμετωπίσω τα θέματά μου και πως βίωσα και βιώνω εγώ τη θεραπεία μου γενικά.

Το σημαντικό είναι να ζητήσει κάποιος βοήθεια και κυρίως να καταλάβει πως η ανάρρωση από τη συνεξάρτηση δεν βρίσκεται στο άλλο άτομο, ανεξάρτητα από το πόσο μπορεί να πιστεύει το αντίθετο.  Βρίσκεται στον εαυτό του και στους τρόπους με τους οποίους έχει προσπαθήσει να επηρεάσει τους άλλους. Βρίσκεται στην εμμονή, στον έλεγχο, στο θυμό και τις ενοχές, στην εξάρτηση από ιδιόμορφα άτομα, στην προσέλκυση από το ακατανόητο και την ανοχή σ’αυτό, που καταλήγουν σε εγκατάλειψη του εαυτού μας, σε προβλήματα επικοινωνίας και οικειότητας.

Κάποιος θα πει πως είναι φυσικό να θέλουμε να προστατεύσουμε και να βοηθήσουμε τους ανθρώπους για τους οποίους ενδιαφερόμαστε.  Είναι φυσικό να επηρεαζόμαστε και να αντιδράμε στα προβλήματα των άλλων. Η λέξη ‘αντιδρώ’ έχει ιδιαίτερη σημασία από την άποψη πως η συνεξάρτηση έχει έντονα το στοιχείο της αντίδρασης αφού οι συνεξαρτώμενοι αντιδρούν συνέχεια είτε υπερβολικά, είτε υποτονικά αλλά σπανίως δρουν.

Δεν είναι αφύσικο στο να αντιδρά κάποιος, αλλά το να μάθει πως να μην αντιδρά και να δρα με πιο υγιείς τρόπους είναι ένας σίγουρος τρόπος για να προστατεύσει τον εαυτό του. Δεν σημαίνει πως γινόμαστε απόμακροι ή σταματάμε να ενδιαφερόμαστε. Σημαίνει πως αγαπάμε και δημιουργούμε δεσμούς, χωρίς όμως να τρελαινόμαστε. Μαθαίνουμε πως κάθε άτομο είναι υπεύθυνο για τον εαυτό του και υιοθετούμε μια στάση που λέει ότι πρέπει να κρατιόμαστε μακριά από τις ευθύνες των άλλων και να φροντίσουμε για τις δικές μας. Παραχωρούμε στους άλλους και στον εαυτό μας την ελευθερία να είμαστε υπεύθυνοι και να εξελισσόμαστε.

Δεν είναι υποχρεωτικό να παίρνουμε τα πάντα προσωπικά και κατάκαρδα. Το να πω σε κάποιον “Αν μ’αγαπούσες/αν ήμουν σημαντική για σένα, δεν θα μ’αφηνες να περιμένω/θα απαντούσες στο μήνυμά μου/θα μίλαγες ειλικρινά” έχει νόημα όσο και το να πω σε κάποιον που έχει πνευμονία “Αν μ’αγαπούσες δεν θα έβηχες”.

Συνήθως, τα πράγματα έχουν να κάνουν μ’εμάς πολύ λιγότερο απ’ό,τι νομίζουμε. Εάν κάποιος π.χ. συνηθίζει σε μια σχέση όταν έρθει κοντά με τον άλλον ξαφνικά ν’απομακρύνεται, με τον ίδιο τρόπο θα σχετιστεί και στην επόμενη σχέση.  Το δικό του θέμα πιθανόν να έχει να κάνει με το πως κόβει την επαφή ή θέματα οικειότητας. Εάν εγώ στο σήμερα, νιώθω υπερβολικό πόνο ή καθήλωση για μια τέτοια αλλόκοτη συμπεριφορά, αυτό είναι το δικό μου θέμα. Αυτό που θα βοηθήσει είναι να μείνω λίγο σε μένα και να σκεφτώ, τί μου θυμίζει αυτή η συμπεριφορά που με καθηλώνει; από πού την ξέρω; Πολλές φορές τα συναισθήματά μας δεν γεννιούνται από την τρέχουσα κατάσταση και δεν αφορούν στην πραγματικότητα το εν λόγω πρόσωπο, αλλά πυροδοτούν κάτι που μας συνέβη πριν πολύ καιρό.

Μέσα στη θεραπεία αναγνωρίζεται το βασικό τραύμα ή τραύματα και μπορεί ο άνθρωπος να κατανοήσει το ρόλο που διαδραμάτισε τόσο αυτό όσο και οι άλλοι σε αυτό το τραύμα. Μ’αυτό τον τρόπο θα σταματήσω να προσπαθώ να κάνω κάποιον άλλον ν’αλλάξει, θα σταματήσω να προσπαθώ με τη συμπεριφορά μου να ελέγξω, θα μάθω να διαχωρίζω τον εαυτό μου από τα πράγματα, θα γίνω εγώ γονιός του εαυτού μου και κυρίως θα σταματήσω να ταλαιπωρούμαι.

Δηλαδή, εάν γίνουν όλα αυτά, η σχέση θα καλυτερεύσει;
Όταν κάποιος παύει να καθρεφτίζει το ναρκισσιστή η σχέση τελειώνει.  Ο ναρκισσιστής δεν μπορεί να σχετιστεί μ’ένα αυτόνομο άτομο. Το βασικό εμπόδιο της ανάπτυξης είναι ο φόβος για τον πόνο, η απροθυμία να μπούμε σε μια διαδικασία επίπονη, όπως η ψυχοθεραπεία. Επίπονη και συναρπαστική.

Γκρεμίζοντας τείχη, χτίζοντας γέφυρες – Μέρος Δεύτερο

Το Σάββατο,16 Φεβρουαρίου 2013, στα εκπαιδευτήρια «Ο Πλάτων» παρουσιάστηκε το τρίτομο έργο «Βοήθημα Εκπαιδευτικού μικρών παιδιών: Θεωρία & Πράξη».

Πρόκειται για μια συλλογική προσπάθεια, στην οποία συμμετείχαν με εργασία και ψυχοθεραπευτές  από  το Κέντρο Ψυχοθεραπείας & Εκπαίδευσης Gestalt Foundation,με τίτλο «Διαχείριση και Επίλυση των συγκρούσεων μέσω της βιωματικής μάθησης και της προσέγγισης Gestalt στο χώρο της προσχολικής εκπαίδευσης».

Στην εργασία, αναφέρονται βασικές αρχές του Διαλόγου και της Αναδόμησης Σχέσεων, αντικρίζοντας καταστάσεις εσωτερικών και εξωτερικών συγκρούσεων είτε σε επίπεδο προσωπικό είτε στο πλαίσιο μιας προσχολικής τάξης.

Το γεγονός πως μια προσπάθεια δεν έμεινε απλά ως μια ακόμη διημερίδα αλλά προχώρησε λίγο παραπέρα, είναι ένα ελπιδοφόρο βήμα όπως όλες οι προσπάθειες που γίνονται σε πολλά σχολεία με θέμα την επιθετικότητα, το θυμό και τον σχολικό εκφοβισμό.

Είναι ελπιδοφόρο γιατί η μάθηση δεν ορίζεται μόνο ως λήψη παγιωμένης γνώσης από ένα παθητικό δέκτη, αλλά ως διαδικασία ανακάλυψης της γνώσης στην οποία παίρνει μέρος και το παιδί μαζί με τον δάσκαλο.

Είναι ελπιδοφόρο γιατί όταν ο δάσκαλος θα προσπαθεί να δει τις ανάγκες του παιδιού και δεν θα τις υποθέτει εκ των προτέρων, τότε θα μπορεί να το  βοηθήσει και να το στηρίξει.

Είναι ελπιδοφόρο γιατί τα παιδιά μαθαίνουν από νωρίς πως στο σύνολο στο οποίο ανήκουν πολλές φορές θα έρθουν αντιμέτωποι με το διαφορετικό και πως είναι εντάξει να έχουμε διαφορές. Σταδιακά, μαθαίνουν πως το σημαντικό δεν είναι ν’αποφεύγουν τη δυσκολία και να βρουν τρόπους να την παρακάμψουν, αλλά να την αντιμετωπίζουν.

Η πρώτη έκδοση δόθηκε δωρεά στον οργανισμό «Το Χαμόγελο του Παιδιού» και όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να αγοράζει το βιβλίο από εκεί

Δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑ στις 20-2-2013

Γκρεμίζοντας τείχη, χτίζοντας γέφυρες

Tον Απρίλιο του 2011, η Σχολική Σύμβουλος της 55ης Περιφέρειας Ανατολικής Ατιτκής οργάνωσε μια διημερίδα με θέμα «Προσεγγίζοντας τη διαφορετικότητα στη Προσχολική Εκπαίδευση». Η διημερίδα συνέπεσε με την ημέρα των Ρομά και η ΜΚΟ «Αντίρροπον» σε συνεργασία με το Κέντρο Ψυχοθεραπείας & Εκπαίδευσης Gestalt Foundation, ανέλαβε να κάνει δίωρο βιωματικό σεμινάριο σε εκπαιδευτικούς προσχολικής ηλικίας με τίτλο «Γέφυρες μεταξύ δυο κόσμων. Δουλεύοντας με το διαφορετικό-Επίλυση συγκρούσεων στο σχολείο».

Ως ψυχοθεραπευτές, έχοντας στο μυαλό μας τη κρίση που περνάει το εκπαιδευτικό σύστημα, τη συνεχόμενη αύξηση των φαινομένων μη ανοχής, ξενοφοβίας, περιθωριοποίησης και διακρίσεων σε βάρος μειονοτήτων, την αγωνία των γονιών, το άγχος και την ανασφάλεια που βιώνουν οι εκπαιδευτικοί, αναρωτηθήκαμε, με ποιο τρόπο και τί θα μπορούσε να προσφέρει η ψυχοθεραπευτική διαδικασία σ’ένα σχολικό πλαίσιο, ιδιαίτερα σ’αυτό της προσχολικής ηλικίας, όπου εκεί τίθενται τα θεμέλια μελλοντικών συμπεριφορών.

Συνήθως, όταν κάποιος διαβάζει τη φράση επίλυση συγκρούσεων πιστεύει πως θα ακούσει κάποιες «τεχνικές» οι οποίες όταν εφαρμοστούν θα λύσουν μια δύσκολη κατάσταση. Οι τεχνικές που προτείνει η θεραπευτική προσέγγιση Gestalt, δεν είναι τίποτα περισσότερο από την πρακτική εφαρμογή της φιλοσοφίας της σχετικά με τον άνθρωπο και τις ανθρώπινες σχέσεις. Αυτό σημαίνει ότι μια γενική αλλαγή στο τρόπο που βλέπει ο εκπαιδευτικός τον εαυτό του και το ρόλο του στη σχολική τάξη είναι μερικές φορές αρκετή για να δώσει νέες ιδές και δημιουργικότητα στον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται τις κρίσεις.

Ο πιο σίγουρος τρόπος για να γίνει αυτό είναι η βιωματική μάθηση μέσω ασκήσεων.

Μια από αυτές ήταν να ζητήσουμε από τους συμμετέχοντες να κάνουν ομάδες οκτώ ατόμων με συναδέλφους που δεν γνώριζαν καθόλου. Αφού είπε ο καθένας τ’όνομα του και κάτι γι’αυτόν -όχι χαρακτηριστικό της ταυτότητάς τους- τους ζητήσαμε να διαλέξουν κάποιον από την ομάδα που θεωρούσαν ότι έχουν κάτι κοινό και να συζητήσουν για λίγη ώρα γι’αυτό που τους έφερε κοντά.

Στη συνέχεια, έπρεπε να διαλέξουν αυτόν που δεν θα διάλεγαν και να μιλήσουν μαζί του γι’αυτό που τους φάνηκε διαφορετικό.

Όταν καθίσαμε πάλι στον κύκλο, μας ενδιέφερε να μοιραστούν την εμπειρία τους σε σχέση με απλά ερωτήματα όπως «Πόσο όμοιος ήταν ο όμοιος», «πόσο διαφορετικός ήταν ο όμοιος», «πόσο διαφορετικός ήταν ο διαφορετικός», «πόσο όμοιος ήταν ο διαφορετικός».

Μ’αυτό τον τρόπο είχαν την ευκαιρία να έρθουν σ’επαφή με το ίδιο και το διαφορετικό, με τις προβολές που κάνουμε όταν συναντάμε κάποιον που δεν γνωρίζουμε και με την αλήθεια της φράσης «μέσα στο διαφορετικό συναντώ τον εαυτό μου και μέσα στο ίδιο συναντώ τον άλλο».

Είχαν την ευκαιρία να δοκιμάσουν να μπουν στη θέση του άλλου, στη θέση του γονιού και του παιδιού. Έγινε καθαρό πως ο μόνος δρόμος προς την επίλυση μιας σύγκρουσης είναι η σχέση. Να πάρω την ευθύνη να φτιάξω μια σχέση με τον άλλον και να τον συμπεριλάβω στην οπτική μου.

Αυτή η βιωματική ομάδα, διήρκησε μόνο 2,5 ώρες. Μαζί με άλλους εννέα συναδέλφους ψυχοθεραπευτές και δυο εκπαιδευτές-ψυχοθεραπευτές χρειάστηκε να συντονιστούμε και να βρεθούμε δυο φορές για περίπου τέσσερις ώρες, για να οργανώσουμε αυτό το δίωρο.

Χρειάστηκε εμείς οι ίδιοι να δούμε πως είμαστε με το διαφορετικό. Τι μας προκαλεί; Τι είναι αυτό που μας φοβίζει; Να δούμε τυχόν προκαταλήψεις που έχουμε. Να ενημερωθούμε από τους ανθρώπους του «Αντίρροπον» για τους Ρομά. Πώς ζουν, Τί προβλήματα αντιμετωπίζουν; Να έρθουμε στη θέση των νηπιαγωγών οι οποίοι και εκείνοι πιέζονται και πολλές φορές έχουν να αντιμετωπίσουν το θυμό, την απαίτηση και την πίεση των γονιώνκαι των διευθυντών. Των γονιών που έχουν άγχος για τα παιδιά τους και φοβούνται. Χρειάστηκε να δεσμευθούμε πως για δυο μέρες θα αλλάξουμε το πρόγραμμά μας και θα είμαστε εκεί για να παρακολουθήσουμε όλη τη διημερίδα.

Ο εθελοντισμός έχει προετοιμασία, προσπάθεια, θέληση, πίστη και κυρίως δέσμευση. Πίστη στο καταλυτικό ρόλο του δασκάλου ο οποίος μπορεί να εμπνεύσει τα παιδιά -από το νηπιαγωγείο ακόμα- προς τα υψηλά ανθρωπιστικά ιδεώδη της ισοτιμίας και της ουσιαστικής δημοκρατίας.

Πίστη, πως το σχολείο μπορεί να οργανώνει πολιτιστικές εκδηλώσεις με θέμα την υγιή αντιμετώπιση των προσφύγων, των μεταναστών και την καταπολέμηση του κοινωνικού ή φυλετικού ρατσισμού που αναβιώνει σήμερα.

Πίστη, πως η εκπαίδευση οφείλει και μπορεί να προάγει την κατανόηση, την ανοχή και τη φιλία μεταξύ όλων των φυλετικών ή θρησκευτικών ομάδων.

Πίστη, πως το ίδιο μας ενώνει αλλά η επαφή μας με το διαφορετικό μας «μεγαλώνει».

Δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑ στις 5/2/2013

http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=496570#.URDAprk4WGc.facebook

Μην αναβάλεις για αύριο ό,τι µπορείς να κάνεις µεθαύριο

Είναι η πρώτη φορά που το συγκεκριμένο κείμενο το γράφω και το βιώνω την ίδια στιγμή. Εδώ και μια εβδομάδα όταν ξεκινάω να γράψω όλο “κάτι” συμβαίνει. Τη μια θυμάμαι ότι πρέπει να τακτοποιήσω τη ντουλάπα μου γιατί δεν πάει άλλο. Μετά από λίγη ώρα σταματάω και κάθομαι στον υπολογιστή να δω εάν ήρθε εκείνο το σημαντικό email που περιμένω. Στο μεταξύ χαζεύω λίγο στο ίντερνετ και όσο τα κάνω αυτά, παρόλο που αρχίζω και βλέπω ότι η ελπίδα πως θα ξεκινήσω γρήγορα ξεθωριάζει, πιστεύω ότι με κάποιον τρόπο θα καταφέρω να τελειώσω. Το χρονικό περιθώριο που είχα βάλει στον εαυτό μου για να ξεκινήσω έχει ήδη περάσει. Αρχίζω και με πιέζω να κάνω τουλάχιστο μια αρχή. Ευτυχώς έχω ακόμα χρόνο. Η ώρα περνάει και η αρχική αισιοδοξία και διάθεση έχουν μετατραπεί σε αυτοκατηγορώ και αποφυγή. “Εάν είχες ξεκινήσει νωρίτερα, τώρα δεν θα αισθανόσουν έτσι”.

Αρχίζω και τακτοποιώ το γραφείο -ίσως φταίει αυτό- όμως τώρα πείνασα, καλύτερα να φτιάξω κάτι να φάω γιατί νηστική δεν θα μπορέσω να συγκεντρωθώ. Βάρυνα λίγο, θα ήθελα ένα καφέ για να με ξυπνήσει και ταυτόχρονα να συμμαζέψω λίγο και να φτιάξω τη λίστα για το σούπερ μάρκετ. Τουλάχιστο κάτι κάνω. Μαζί με το κείμενο, τελειώνω και άλλες σημαντικές δουλειές! Αχ, η τηλεόραση έχει την αγαπημένη μου ταινία. Όμως τώρα νιώθω φοβερές ενοχές και ντροπή. Δεν καταλαβαίνω τι συμβαίνει με μένα.

Είχα όλη την καλή διάθεση να ξεκινήσω νωρίς και να γράψω με την ηρεμία μου. Σίγουρα πρέπει να έχω κάτι σοβαρό. Τί θα κάνω; Η ώρα πέρασε, δεν έχει νόημα να προσπαθήσω γιατί δεν θα βγει έτσι όπως το είχα αρχικά φανταστεί. Όμως, από το τίποτα, ίσως να είναι καλύτερα να ετοιμάσω κάτι. Τελικά δεν είναι τόσο φοβερό. Απορώ γιατί δεν ξεκίνησα νωρίτερα. Δεν είναι και απλό αλλά προχωράει. Πραγματικά δεν καταλαβαίνω γιατί κάθε φορά πρέπει να γίνεται το ίδιο. Την επόμενη φορά δεν θα το κάνω αυτό στον εαυτό μου.

Κάπως έτσι περιγράφουν τον κύκλο της αναβλητικότητας οι Jane B. Burka and Lenora M. Yuen στο βιβλίο τους Procrastination: Why You Do It, What To Do About It.

Όσοι αναβάλουν, χρησιμοποιούν την αναβλητικότητα για ν’αποφύγουν δυσάρεστα συναισθήματα αφού από πίσω κρύβονται φόβοι, ελπίδες, αναμνήσεις, αμφισβήτηση και πιέσεις. Όσο επώδυνο και αν είναι να μας κριτικάρουμε για αναβλητικότητα, πολλές φορές η αυτοκριτική είναι πιο εύκολα ανεκτή από συναισθήματα τρωτότητας και έκθεσης που συνυπάρχουν όταν προσπαθούμε να κάνουμε ένα άνοιγμα προς τα έξω, αφού ο φόβος της αποτυχίας ή το να μη φανούμε ανεπαρκείς είναι μεγαλύτερος. Η αναβλητικότητα είναι ένας σίγουρος τρόπος ν’αναβάλλω την ευχαρίστηση.

Αρκετοί απ’αυτούς που αναβάλουν συχνά λένε ότι ο ανταγωνισμός είναι τόσο μεγάλος και η προσδοκία των άλλων τόσο αγχωτική, που το στρες και η αίσθηση έλλειψης ελέγχου τους καθηλώνει. Όταν σε μια κοινωνία ο ορισμός του επιτυχημένου εξαρτάται από τα χρήματα, το κύρος, ή την ομορφιά, δηλαδή ορίζεται με βάση την τελειότητα, πώς εγώ να τολμήσω να προσπαθήσω;

Όμως, αυτό και μόνο δεν είναι λόγος για να γίνω αναβλητικός γιατί τότε όλοι οι άνθρωποι θα ήταν έτσι. Υπάρχουν αρκετοί που μια χαρά ανταποκρίνονται σε τέτοιες απαιτήσεις. Άλλοι πάλι, παρουσιάζουν διαφορετικά συμπτώματα δυσφορίας. Για να καταλάβω πως επέλεξα την αναβλητικότητα ως κύριο εμπόδιο για να ανταπεξέρχομαι, ίσως να χρειαστεί να πάω λίγο πίσω στην ιστορία μου. Θυμάστε την πρώτη φορά που χρονοτριβήσατε; Ποιες ήταν οι συνθήκες; Είχατε αναβάλει μια σχολική εργασία ή κάτι που σας είχαν πει οι γονείς σας να κάνετε; Πόσο χρονών ήσασταν; Ποιο ήταν το τελικό αποτέλεσμα και πως αισθανθήκατε;

Για πολλούς, τα πρώτα συμπτώματα αναβλητικότητας εμφανίστηκαν στο σχολείο, την πρώτη επίσημη εισαγωγή ενός παιδιού στη μεγαλύτερη ανταγωνιστική κοινωνία όπου τα παιδιά ταμπελοποιούνται ανάλογα με το βαθμό. Οι έξυπνοι, οι τεμπέληδες -που όμως έχουν δυνατότητες-, οι προβληματικοί, τα καλά παιδιά -αλλά με περιορισμένες δυνατότητες-. Μπορεί να έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, αλλά πολλοί ενήλικες ακόμα να βγάλουν τη ταμπέλα από πάνω τους.

Υπάρχουν και εκείνοι που συνεχίζουν να έχουν μια ανασφάλεια λόγω μαθησιακών περιορισμών όπως δυσκολία στην ανάγνωση, δυσκολία στα μαθηματικά ή διάσπαση προσοχής. Ακόμα και αν οι δεξιότητες μπορεί να έχουν βελτιωθεί με την πάροδο των χρόνων, δεν αισθάνονται απόλυτα ασφαλείς και φοβούνται ότι κάποιος θα το ανακαλύψει. Στο τότε, η αναβλητικότητα ήταν μια πραγματικά έξυπνη στρατηγική για ένα παιδί που ήθελε να καλύψει τις αδυναμίες του. Θα ήσουν ο τεμπέλης με τις δυνατότητες και όχι απλά το καλό παιδί που όμως μέχρι εκεί φτάνει.

Ανακαλέστε τα μηνύματα που πήρατε από τους σημαντικούς άλλους της ζωής σας. Γονείς, δασκάλους. Αυτά τα εξωτερικά μηνύματα με την πάροδο του χρόνου γίνονται οι εσωτερικές μας φωνές. Υπάρχουν διάφοροι τύποι μηνυμάτων: Αυτά που βιώσατε ως πίεση για να επιτύχετε, αλλά και η υποστήριξη που είχατε ανεξάρτητα με το αποτέλεσμα. Μια παλιά μου συμμαθήτρια η οποία είχε μια πανέξυπνη αδερφή, μου είχε πει ότι ακόμα και σήμερα θυμάται τη μέρα που πήγε τους βαθμούς του τριμήνου στο σπίτι και η μητέρα της είπε: «Δεν θα είχε πολύ πλάκα εάν τελικά αποδειχθεί ότι εσύ είσαι η έξυπνη»;

Ανακαλέστε και τα μη λεκτικά μηνύματα. Πολλές φορές η πίεση ή η αμφισβήτηση μεταφέρονται με τη γλώσσα του σώματος, τον τόνο της φωνής, ένα ανεβασμένο φρύδι ή ένα μορφασμό. Σκεφτείτε εάν υπήρχαν παρόμοια ή άλλα μηνύματα και πώς αυτά έχουν επηρεάσει τη ζωή σας. Στο σήμερα, ο τρόπος που μιλάτε στον εαυτό σας είναι ίδιος και πώς συμβάλει στην αναβλητικότητά σας; Όταν η εσωτερική σας φωνή λέει «Εάν δεν το κάνεις τέλεια, καλύτερα μην το κάνεις καθόλου» μπορείτε ν’απαντήσετε «Δεν είναι αλήθεια. Αξίζει το κόπο να ξεκινήσω» ή «Ποιος το λέει αυτό τώρα; Είναι δική μου πεποίθηση ή απλά ενδοβολή»;

Αποδεχθείτε το γεγονός ότι η διαδικασία θα είναι δύσκολη όπως οποιαδήποτε αλλαγή. Μην απογοητευτείτε με τη μια εάν το αποτέλεσμα δεν είναι αυτό που είχατε αρχικά φανταστεί.

Να σας είναι καθαρό τι είναι σημαντικό για σας και όχι για τους άλλους.

Μάθετε να λέτε όχι σε πράγματα που δεν θέλετε. Όλοι κάνουμε πράγματα που πρέπει όμως η διαφορά είναι πολύ μεγάλη όταν το ‘πρέπει΄το κάνω με επίγνωση.

Ζητήστε βοήθεια. Πολλοί ντρέπονται είτε γιατί το θεωρούν αδυναμία ή γιατί πιστεύουν ότι δεν αξίζουν βοήθεια ή γιατί φοβούνται ότι θ’ακούσουν όχι. Όταν χρειάζεστε βοήθεια επιλέξτε ανθρώπους ευγενικούς, σταθερούς, που θα σας ενθαρρύνουν, θα είναι στηριχτικοί αλλά και ρεαλιστές.

Μικρά βήματα. Ο μόνος τρόπος για να επιτύχεις ένα στόχο, άσχετα με το πόσο μεγάλος ή μικρός είναι, είναι ένα βήμα τη φορά. Ξεκινήστε, κάνοντας τα πιο εύκολα πράγµατα. Απαντήστε στα email σας, πετάξτε τα σκουπίδια, φτιάξτε το κρεβάτι. Κάνοντας τα µικρά πράγµατα, θα αισθανθείτε καλά και θα σας δώσει ώθηση και για τα µεγαλύτερα.

Μην περιµένετε τις τέλειες συνθήκες για να δραστηριοποιηθείτε. Εάν για να ξεκινήσετε κάτι πιστεύετε ότι θα πρέπει πρώτα το σπίτι να είναι πεντακάθαρο ή να αισθάνεστε τέλεια, το πιθανότερο είναι να μην το κάνετε ποτέ.

Δεν είναι ανάγκη να είναι όλα τέλεια. Εάν είστε τελειομανής, μπορεί να πέσετε στη παγίδα να τα κάνετε όλα τέλεια, ακόμα και αν δεν είναι απαραίτητο. Ίσως να είναι πιο σημαντικό να στείλετε ένα απλό ευχητήριο email παρά ένα κατεβατό με το πώς ακριβώς περάσατε το καλοκαίρι, τι κάνετε τώρα, ποια τα σχέδιά σας για το χειμώνα κλπ.

Βάλτε συγκεκριμένους στόχους. Όσοι αναβάλουμε, έχουμε την τάση να κάνουμε αόριστα σχέδια τύπου, θα οργανωθώ. Τι σημαίνει θα οργανωθώ; Τι είναι για σένα οργάνωση; Να βάλεις σε τάξη τα χαρτιά σου; Να τακτοποιήσεις τη ντουλάπα σου;

Κάθε φορά που πετυχαίνετε ένα μικρό στόχο, μείνετε λίγο στην αίσθηση της ευχαρίστησης, της ικανοποίησης, της χαράς, έτσι ώστε, την επόμενη φορά να μπορείτε να ανακαλείτε αυτά τα συναισθήματα.

Κάντε αυτό που φοβάστε να κάνετε και συνεχίστε να το κάνετε. Είναι ο γρηγορότερος τρόπος να υπερνικήσετε το φόβο. Μεγάλο κλισέ αλλά είναι αλήθεια.

Δεσμευτείτε δημοσίως. Το ξέρω, ακούγεται κάπως αλλά δεν πειράζει.

Σκεφτείτε να ξεκινήσετε ψυχοθεραπεία. Εκεί, θα μπορείτε να εξερευνήσετε σε βάθος τι σας συμβαίνει όταν επιλέγετε ν’αποφεύγετε πράγματα που θα σας δώσουν ευχαρίστηση.

Πείτε ένα μπράβο στον εαυτό σας γιατί συνήθως μας βρίζουμε που δεν κάνουμε αυτό που πρέπει και δεν μας λέμε “μπράβο κοριτσάκι μου, τα κατάφερες”.
Πάντα να θυμάστε ότι μια μικρή αλλαγή, φέρνει μια μεγάλη.

Μπρος φίλος και πίσω σκύλος

There are 50 ways to leave your lover, τραγουδάει ο Paul Simon όμως πόσοι τρόποι υπάρχουν για να αφήσεις ένα φίλο; Πολλοί θα πουν ότι δεν είναι το ίδιο.   Όντως, δεν είναι. Κάποιοι από τους πιο επίπονους και χειρότερους  χωρισμούς στη ζωή μας  δεν είναι με κάποιον σύντροφο αλλά με φίλους. Με τους ανθρώπους που μοιραζόμαστε τις βαθύτερες σκέψεις μας, που έχουμε γελάσει, έχουμε κλάψει μαζί, που εμπιστευόμαστε και που πιστεύουμε πως θα είναι δίπλα μας ότι και αν συμβεί.

Παρόλα αυτά, πολλές φιλίες δεν έχουν διάρκεια ενώ ξεκινάνε με τις καλύτερες προϋποθέσεις. Σημαντικές αλλαγές στο τρόπο ζωής κάποιου ανθρώπου -γάμος, παιδί, μετακόμιση- ή αλλαγή συνηθειών μας δυσκολεύουν να διατηρήσουμε φιλίες.

Άλλες πάλι,  τελειώνουν άσχημα. Χαρακτηριστικά κοντινά μου παραδείγματα:  Παραμονές εκλογών, μια φιλία πολλών χρόνων έλαβε τέλος όταν ο Ο.  τσακώθηκε πολύ άσχημα με τον  Μ. γιατί  μας ανακοίνωσε τι θα ψηφίσει,  ενώ η φιλία της Γ. με τον Ν. έληξε επίσης άδοξα γιατί ο φίλος της ζήλευε.  Πριν μερικά χρόνια η Β. κατέθεσε σ’ένα δικαστήριο κατά της φίλης και συναδέλφου Ν., ενώ η Π. σταμάτησε να μιλάει στη φίλη της Φ. γιατί θύμωσε μαζί της όταν έμαθε ότι τη σχολιάσε σε κοινούς γνωστούς πίσω από την πλάτη της.

Πολλοί θα σκέφτεστε ότι οι παραπάνω δεν ήταν ποτέ φίλοι με την έννοια που ξέρουμε. Κι όμως, πρόκειται για περιπτώσεις ανθρώπων καλλιεργημένων, ευαίσθητων, που πιστεύουν πραγματικά στη φιλία, με κανονικές ζωές αλλά, όπως ισχυρίζεται η Irene S. Levine Καθηγήτρια ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και συγγραφέας του βιβλίου “Best Friends Forever: Surviving a Breakup with your Best Friend”, είναι μύθος ότι οι φιλίες διαρκούν για πάντα. Με την οικογένεια μας συνδέουν δεσμοί αίματος, με τους συζύγους νόμοι, οπότε έχουμε την τάση να φροντίζουμε περισσότερο αυτές τις σχέσεις.  Τους φίλους τους επιλέγουμε και κάποιες φορές έχουμε την τάση να τους παραβλέπουμε ίσως επειδή θεωρούμε αυτονόητο ότι θα είναι πάντα εκεί.  Έτσι, πολλές φιλίες «πεθαίνουν» από αμέλεια ισχυρίζεται η Δρ. Levine.

Από την άλλη πλευρά, η Laura Carstensen  Καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Stanford, η οποία ανέπτυξε τη θεωρία της κοινωνικο-συναισθηματικής επιλεκτικότητας, υποστηρίζει ότι ο αριθμός των φίλων και γνωστών αρχίζει και μειώνεται μετά την ηλικία των 17 ετών, παρατηρείται μια ανάκαμψη μεταξύ 30 και 40 πριν αρχίσει να ξαναμειώνεται απότομα στην ηλικία των 40 με 50.    Όσο τα χρονικά περιθώρια της ζωής συρρικνώνονται, οι άνθρωποι γινόμαστε ολοένα και πιο επιλεκτικοί επενδύοντας συναισθηματικά σε δραστηριότητες, στόχους και φιλίες οι οποίες θα μας προσφέρουν μεγαλύτερη ικανοποίηση.

Άτομα μεγαλύτερης ηλικίας είναι περισσότερο διατεθειμένα να επιλύουν διαπροσωπικές συγκρούσεις πιο γρήγορα έτσι ώστε να βελτιωθεί η συναισθηματική τους εμπειρία σε αντίθεση με νεότερα άτομα τα οποία μπορούν να παραιτηθούν από τέτοιες θετικές συναισθηματικές εμπειρίες  –ίσως επειδή αγνοούν την αυταπόδεικτη αλήθεια ότι ο χρόνος μας στη γη είναι περιορισμένος- και να τους ενδιαφέρει περισσότερο η αναζήτηση της αλήθειας, πληροφοριών ή γνώσεων.

Όλες οι φιλίες δεν διαρκούν για πάντα. Μάλιστα, το να διαλύσεις μια φιλία τη σημερινή εποχή, είναι πολύ δύσκολο με τόσα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γι αυτό, είναι ίσως φρόνιμο να δίνεται έμφαση στον τρόπο που τερματίζονται οι φιλίες ώστε να αποτρέπονται παράπλευρες απώλειες με κοινούς φίλους, συνεργάτες ή συζύγους.  Μ’αυτό τον τρόπο, εάν υπάρχει διάθεση, μπορεί μια φιλία να συνεχιστεί στο μέλλον σε άλλες βάσεις.

Ο καθένας από μας έχει να πει μια ιστορία για μια φιλία που έληξε άδοξα. Aκόμα και οι καρδιακοί φίλοι μαλώνουν. Σίγουρα, ένας τσακωμός δεν είναι ότι πιο ευχάριστο όμως, πολλές φορές ο φόβος ότι θα συμβεί κάτι καταστροφικό εάν πούμε ότι είμαστε θυμωμένοι με τον άλλο, μας οδηγεί σ’αυτό ακριβώς που θέλουμε να αποφύγουμε.  Στη διάλυση της φιλίας.

Αναδημοσίευση στο Marie Claire στις 19-7-2012 http://www.marieclaire.gr/women/psycho/article/1185/50-ways-to-leave-your-friend—pws-dialyetai-mia-filia/

Eκτός προγράμματος (αλλά επίκαιρο)-Μέρος Δεύτερο

Πέρα από το καθαρά προσωπικό κίνητρο που είχα για τη προχθεσινή διάλεξη, αμέσως μετά ακολουθούσε το επαγγελματικό κίνητρο.  Να μπορέσω να ενσωματώσω αυτά που άκουσα, στη θεραπευτική διαδικασία.  Η αίθουσα του Μεγάρου Μουσικής ήταν γεμάτη και η Emmy van Daurzen συγκρατημένα εμψυχωτική και στηρικτική.  Λόγω της προσέγγισής της -υπαρξιακή ψυχοθεραπεύτρια- ακούσαμε αρκετές φιλοσοφικές έννοιες. Θα σταθώ σ’αυτά που κράτησα εγώ και είναι σημαντικά για μένα.

Η ζωή δεν έχει να κάνει ουσιαστικά με την ευτυχία. Η καθημερινότητα είναι συνήθως ένας δρόμος γεμάτος ύπουλα, απατηλά εμπόδια όπου καθένας από εμάς συναντά πολλές λύπες, χαρές και άλλα ανάμεικτα συναισθήματα.  Είμαστε εκτεθειμένοι σε αναπόφευκτες απώλειες και απογοητεύσεις, τις οποίες πρέπει να αντιμετωπίσουμε προκειμένου να ελευθερώσουμε το δρόμο και να εκμεταλλευτούμε στο έπακρο τις υπόλοιπες επιλογές και ευκαιρίες.

Το “μυστικό” είναι να απολαύσουμε αυτή την περίπλοκη διαδικασία με το να την τιθασεύσουμε και όχι με το να βρεθούμε στο έλεός της ή να απελπιστούμε.  Δεν είναι καλό να την παρουσιάζουμε σαν ένα απλό, διασκεδαστικό παιχνίδι, δίνοντάς του μια ρομαντική διάσταση και κάνοντάς το να φαίνεται σαν ευχάριστη εκδρομή. Οι δυσκολίες είναι συνυφασμένες με τη ζωή. Ορισμένοι άνθρωποι είναι πιο δυνατοί από άλλους και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάποιοι είμαστε περισσότερο ευάλωτοι στο να νιώθουμε σύγχυση και απελπισία.  Κάποια γεγονότα θα μας βγάλουν από την ησυχία, την ηρεμία και την άνετη ζωή που σκεφτόμαστε ότι θα θέλαμε να απολαμβάνουμε.

Είναι δύσκολο να αποδεχθούμε κάτι τέτοιο, δεν μας αρέσει και έτσι σπαταλάμε πολύ χρόνο προσπαθώντας να υποκριθούμε ότι μπορούμε να απαλλαγούμε απο αυτές τις δυσάρεστες πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης. Είναι η στιγμή που αρκετός κόσμος ξεκινάει ψυχοθεραπεία και έρχεται με επίμονες ερωτήσεις όπως “πότε θα μου περάσει ή “πες μου τι να κάνω”

Για μένα, η αποδοχή είναι ο μισός δρόμος. Να αποδεχθώ τη δυσκολία μου, τον περιορισμό μου. Να σταματήσω να προσπαθώ να διώξω κάθε δύσφορο και ενοχλητικό συναίσθημα. Εάν δεν περάσω μέσα από τον πόνο, πώς θα βγω; όσο πιο πολύ αντιστέκομαι σ’αυτό που μου συμβαίνει, τόσο περισσότερο μένω καθηλωμένη.

Η Έμυ ανέφερε να μην εστιάζουμε στο τι πηγαίνει στραβά σ’ένα άτομο, αλλά στο τι είναι αυτό που πηγαίνει καλά και το κάνει να θέλει να μάθει να αντιμετωπίζει καλύτερα τα προβλήματά του.   Ποιες είναι οι προσωπικές πηγές μου και τα ταλέντα που επιστρατεύω προκειμένου ν’αντιμετωπίσω τις δυσκολίες μου;

Με βοηθάει πολύ να θυμάμαι τις επιτυχίες μου στο τώρα και στο παρελθόν, να τις ανακαλώ και να προσπαθώ να επιλύω ότι με ταλαιπωρεί με κάποια προθυμία.
Το να ξεπερνάμε μια δυσκολία, ένα τραύμα δημιουργεί μια νέα αίσθηση εμπιστοσύνης στον εαυτό μας, στους άλλους και στη ζωή, καθώς πιστεύουμε ότι αφού μπορέσαμε να ξεπεράσουμε κάτι τέτοιο, τότε όλα μπορούν να ξεπεραστούν.

Απαντώντας στην ερώτηση που της έκαναν για το πως εκείνη αντιμετωπίζει δύσκολες καταστάσεις και εάν έχει αλλάξει ο βαθμός ο οποίος την επηρεάζουν οι δυσκολίες είπε “Πάντα λέω, μακάρι να μην είναι μια μεγάλη δυσκολία. Μακάρι να μην πονέσω πολύ γιατί φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσω να σταθώ πάλι στα πόδια μου. Όμως, παρόλο που έχω μεγαλώσει αρκετά, έχω αναπτύξει μεγαλύτερες αντοχές και αναγνωρίζω ότι η ζωή κάνει κύκλους και έχει φυσιολογικά σκαμπανεβάσματα”